Της Μαργαρίτας Πουρνάρα
Η συγκίνηση έχει εκθρονιστεί από την σύγχρονη τέχνη. Η έξυπνη ιδέα συνήθως αρκεί. Οσα έργα προκαλούν ένα θρόισμα στην καρδιά (πολύ χειρότερα, ένα δάκρυ στα μάτια) θεωρούνται εύκολος εντυπωσιασμός ή φτηνός λαϊκισμός. Αν όμως ένας καλλιτέχνης τολμήσει να μην απευθυνθεί στο μυαλό ή στο στομάχι, τότε είμαστε μπροστά σε ένα ενδιαφέρον πείραμα. Στην περίπτωση του Μάριου Σπηλιόπουλου που παρουσιάζει αυτήν περίοδο την μνημειακή εγκατάσταση «Ανθρώπων Ιχνη» στο εγκαταλελειμμένο σαπωνοποιείο Χαρίλαος & Κανελλόπουλος, η στόχευση είναι σαφής. Ο εικαστικός και καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών μετατρέπει έναν ερειπιώνα 18.000 τ.μ. σε εργοστάσιο παραγωγής μνήμης και συναισθήματος. Και καταφέρνει να «χτυπήσει» τον θεατή στο υπογάστριο, χωρίς να γίνει μελό ούτε για μια στιγμή.
Το έργο του Σπηλιόπουλου έχει άλλη μια σημαντική ιδιαιτερότητα. Είναι πράγματι διαδραστικό και συμμετοχικό. Ο καλλιτέχνης κατάφερε να εμπλέξει στο έργο του όλες τις κοινότητες της πόλης. Οι μαθητές του δώρισαν 4.500 παλιά παπούτσια με τα οποία ιχνηλατείται η διαδρομή μέσα στο αχανές εργοστάσιο. Οι συλλέκτες του έδωσαν φωτογραφίες και πλούσιο αρχειακό υλικό. Από κοντά παλιοί εργάτες, οι παλαίμαχοι ποδοσφαιριστές, οι μετανάστες, οι σύγχρονοι κάτοικοι, όλοι παρόντες, πρόθυμοι να βοηθήσουν. Κάποιοι από αυτούς αισθάνθηκαν τόσο δικό τους το έργο που πήγαν και άφησαν ρούχα και εικονίσματα σε μιαν αίθουσα, όπου ο καλλιτέχνης έχει τοποθετήσει ράντζα σαν και αυτά που κάποτε κοιμούνταν οι πρόσφυγες, όταν βρήκαν κατάλυμα στο εργοστάσιο. Με αφορμή το εγχείρημα αυτό, ο Μάριος Σπηλιόπουλος μιλάει στην «Κ» για τη σχέση που ανέπτυξε με την Ελευσίνα και τους ανθρώπους της και την συναρπαστική παραγωγή αυτού του έργου που κράτησε πάνω από ένα χρόνο.
- Ποια ήταν η επαφή σας με την Ελευσίνα, πριν από το πρότζεκτ «Ανθρώπων Ιχνη»;
— Η μόνη σχέση μου με την Ελευσίνα ήταν πως όταν μεγάλωνα στον Πολύγυρο Χαλκιδικής, άκουγα στο τρανζιστοράκι τους αγώνες μεταξύ Πανελευσινιακού και ΠΑΟΚ. Είχα γνωρίσει την περιοχή μόνο μέσα από το ποδόσφαιρο. Αργότερα, όταν πέρασα στη Σχολή Καλών Τεχνών, επισκέφθηκα ως αμόρφωτος επαρχιώτης τον αρχαιολογικό χώρο με τον καθηγητή μας Παύλο Μυλωνά. Επέστρεψα, όταν μου ζήτησαν πριν από 2 χρόνια να πάρω μέρος ως εικαστικός στο φεστιβάλ Αισχύλεια, έχοντας στο μεταξύ δει την ταινία του Φίλιππου Κουτσαφτή, «Αγέλαστος Πέτρα». Για να μπορέσω να ανακαλύψω τον τόπο, ξεκίνησα πάλι με μια επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο. Τα ευρήματα μου προξένησαν μεγάλη εντύπωση και διάβασα το βιβλίο του Κερένιν για τα Ελευσίνια Μυστήρια. Μετά το μακρινό παρελθόν, έκανα μια βόλτα στα παλαιά βιομηχανικά κτίρια, είδα τις ελιές του Θριάσιου Πεδίου, κάτασπρες από τη σκόνη που βγάζει ο Τιτάνας.
- Γιατί αποφασίσατε να χρησιμοποιήσετε τις διηγήσεις ως πρώτη ύλη για το έργο σας;
— Η γη της Ελευσίνας είναι ποτισμένη ιστορία που ακόμα και σήμερα επηρεάζει τους κατοίκους. Στα χώματά της άνθισαν τα σπαρτά, όταν η θεά Δήμητρα γιόρτασε την επιστροφή της κόρης της Περσεφόνης από τον Αδη. Εκεί, συνέρρεαν χιλιάδες πιστοί στην αρχαιότητα για να γίνουν μύστες στα Ελευσίνια Μυστήρια. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί λένε ακόμα και τώρα «Βοήθα Παναγία και Θεά Δήμητρα». Στην Τουρκοκρατία οι άνθρωποι έχτιζαν τα σπίτια τους χρησιμοποιώντας μέλη από αρχαίους ναούς. Υστερα έγινε ένα από τα πρώτα βιομηχανικά κέντρα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, με μονάδες που είχαν ονόματα μυθολογικά: Ιριδα, Κρόνος, Τιτάνας. Στο λιμάνι της έφτασαν οι εξαθλιωμένοι πρόσφυγες από την Μικρασία και την Κωνσταντινούπολη για να δουλέψουν πλάι πλάι με Κυκλαδίτες, Κρητικούς και Μακεδόνες στις φάμπρικες. Στα παλιά προσφυγικά σπίτια μένουν σήμερα οι Πακιστανοί μετανάστες. Πώς να γυρίσεις την πλάτη σε όλες αυτές τις τεράστιες αντιθέσεις;
- Πώς πείσατε τον απλό κόσμο, να ασχοληθεί με το εγχείρημά σας;
— Στην αρχή ζήτησα τη συμβολή ορισμένων που είχαν υλικό. Μεγάλη βοήθεια ήρθε από έναν παλαιό εργάτη του Τιτάνα που λέγεται Γιάννης Καλομενίδης που είχε συγκεντρώσει από μεράκι ένα τεράστιο αρχείο για την περιοχή, με παλιές φωτογραφίες ενός αντάρτη φωτογράφου, τον Βασίλη Τσάκο. Σταδιακά όμως, διαδόθηκε από στόμα σε στόμα και όλοι ήθελαν να μου συμπαρασταθούν. Κάναμε άπειρες ώρες κουβέντα με τον Στέλιο Ιορδάνογλου, τον παλιό έργάτη του σαπωνοποιείου. Πολλές φορές κοιμόμουν σπίτι του και το βράδυ ερχόταν η κυρά του και με σκέπαζε. Το έργο ήταν ένας επώδυνος τοκετός. Κάθε βίντεο είναι μια ταινία μικρού μήκους. Σκέφτηκα λ.χ. ότι για να ζωντανέψουν αυτοί οι νεκροί χώροι σκέφτηκα ότι έπρεπε να βάλω παιδιά να περπατήσουν μέσα σε αυτούς. Για να μπορέσω να το πετύχω πέρασα πολλές ώρες μαζί τους στην τάξη όπου τους μίλησα για την ιστορία της Ελευσίνας και συνέδεσα την αρχαιότητα με το εργοστάσιο. Το Υε Κύε (Βρέξε - Καρποφόρησε, από τις ελάχιστες φράσεις που διασώζονται απο τα Ελευσίνια Μυστήρια) έγινε σύνθημα στα σχολεία.
- Ηταν εύκολο να παραμερίσετε τον εαυτό σας και να κάνετε τους ίδιους πρωταγωνιστές;
— Είδα με διαύγεια πως οι καλλιτέχνες ζουν συχνά σε μιαν αυτιστική εγωπάθεια, μέσα στο μυαλό τους, και αφήνουν απέξω όλους τους άλλους. Είμαστε φωνές πολλών ανθρώπων. Οσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε τόσο καλύτερα για εμάς. Μέσα από τους άλλους ενισχύθηκε η δική μου φωνή. Αλλωστε, δεν θεωρώ ότι η εικαστική μου παρέμβαση στο εργοστάσιο είναι ένα έργο τέχνης. Βγήκε από τον τόπο όχι από εμένα. Είναι συλλογικό. Εγώ ήμουν ο ανιματέρ, ο συντονιστής. Δεν θα μπορούσε να υλοποιηθεί αν οι κάτοικοι δεν συνέβαλαν με προσωπική εργασία. Ολοι κινητοποιήθηκαν και διεκδίκησαν κατά κάποιον τρόπο μια θέση στο έργο. Ναι, εγώ ξεκίνησα κάτι τοποθετώντας λ.χ. κάποια παλιά κρεβάτια σαν και αυτά που κοιμούνταν οι πρόσφυγες σε ένα χώρο. Τα είχα βάλει λιτά και απέριττα, σύμφωνα με τη δική μου αισθητική άποψη. Αργότερα όμως ήρθαν οι ίδιοι οι θεατές - κάτοικοι της Ελευσίνας και άφησαν κουβέρτες, ρούχα, κάποιος κάρφωσε μια εικόνα στον τοίχο, διότι «έτσι γινόταν τότε». Το έργο δεν βγήκε από το μυαλό αλλά από τις συζητήσεις και τις συγκινήσεις που είχα με τους ανθρώπους του τόπου.
Το δίδαγμα
- Ποιο είναι το δίδαγμα του έργου;
— Η Ελευσίνα είναι ένας τόπος με αίσθηση του τραγικού. Η τραγωδία είναι μια σύγκρουση θεών και ανθρώπων. Και στη βιομηχανική εποχή, το ίδιο πράγμα συνέβαινε. Οι Κανελλόπουλοι ήταν οι θεοί, Εδιναν ζωή και ψωμί σε εκατοντάδες ανθρώπους που ήρθαν εδώ από κάθε γωνιά της Ελλάδας για να βρουν δουλειά. Από την άλλη, η Ελευσίνα είναι ένας τόπος όπου οι άνθρωποί της κάνουν ουσιαστικά μικρά πράγματα για τον τόπο. Τον αγαπάνε, τον πονάνε, τον αισθάνονται. Εγινα κι εγώ Ελευσίνιος. Προσωπικά, ήταν μεγάλο δίδαγμα το γεγονός ότι άφησα τον εαυτό μου πίσω και έδωσα βήμα σε όλους αυτούς τους ανθρώπους να εκφραστούν.
Το έργο του Μάριου Σπηλιόπουλου είναι η φετινή πρόταση του φεστιβάλ «Αισχύλεια» και θα διαρκέσει μέχρι και τις 12 Οκτωβρίου.
Με τη συγκίνηση αποκτάς συνείδηση
- Τι σας έκανε να στοχεύσετε στο συναίσθημα;
— Δεν το είχα αποφασίσει από την αρχή. Η συγκίνηση θεωρείται λίγο πασέ ή ότι είναι απόπειρα να κατευθύνεις τον θεατή Δεν τη φοβήθηκα όμως. Αφέθηκα και δούλεψα με αυτήν. Οι ταινίες του Αλμοδοβάρ σε συνεπαίρνουν γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Δεν φοβάται μήπως τον πουν λαϊκό, φολκλόρ. Εχουμε απηυδήσει από την εξυπνάδα της σύγχρονης τέχνης. Οι Ελληνες καλλιτέχνες δεν μπορούν να γίνουν ξαφνικά Young British Artist. Η τέχνη είναι ένα ένδυμα που δεν πρέπει να είναι ούτε μεγάλο ούτε μικρό αλλά στα μέτρα μας. Δεν χρειάζεται να είσαι τζάνκι Λονδρέζος για να κάνεις ένα ενδιαφέρον σύγχρονο έργο. Μπορείς να είσαι και από τον Πύργο Ηλείας, να βοηθάς τον πατέρα σου στα χωράφια και να κάνεις κάτι αυθεντικό με τα βιώματά σου. Σε πολλούς επαρχιώτες φοιτητές μου λέω: «Βάλτε λίγο χώμα στα έργα σας». Μέσα από τη συγκίνηση αποκτάς συνείδηση. Μπορείς να γίνεις οικολόγος, ακτιβιστής, υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
No comments:
Post a Comment