Της ΕΛΕΝΑΣ ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 24/09/2008
Η σύγχρονη ελληνική φωτογραφία πρωταγωνιστεί αυτές τις μέρες στη Νίκαια της Γαλλίας χάρη στην έκθεση που συνδιοργανώνουν το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης (ΜΦΘ) και το Theatre de la Photographie et de l' Image της Νίκαιας (ΤΡΙ). Βρεθήκαμε στα εγκαίνια της έκθεσης την περασμένη Παρασκευή (με πρόσκληση του ΜΦΘ).
Αριστερά: Φωτογραφία του Στράτου Καλαφάτη από τη σειρά «Saga» που τράβηξε στην Ιαπωνία (παραχώρηση: γκαλερί Kalfayan, Θεσσαλονίκη, Αθήνα και του καλλιτέχνη) Δεξιά: Βερολίνο, Studio 1996. Φωτογραφία της Χριστίνας Δημητριάδη (παραχώρηση: γκαλερί Ελένη Κορωναίου, Αθήνα και της καλλιτέχνιδος) |
Το ιδιαίτερα μεγάλο ενδιαφέρον, με το οποίο υποδέχτηκαν οι κάτοικοι της γαλλικής πόλης την έκθεση μάς εξέπληξε ευχάριστα. Στο πλήθος που έσπευσε, σχηματίζοντας μάλιστα ουρά πριν να ανοίξουν οι πόρτες, διακρίναμε -πέραν από τους «συνήθεις υπόπτους» φιλότεχνους- από ηλικιωμένους μέχρι πιτσιρικάδες με ράστα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Νίκαια ρίχνει προβολείς στην ελληνική φωτογραφία. Δέκα χρόνια πριν, στο πλαίσιο του «Σεπτεμβρίου της φωτογραφίας», είχε διοργανωθεί ένα (ιστορικό εκείνη τη φορά) αφιέρωμα στην ελληνική φωτογραφία από τις αρχές της (1850) μέχρι τις μέρες μας.Ο πρόεδρος του ΜΦΘ Βαγγέλης Ιωακειμίδης, που τότε είχε δουλέψει με άλλη ιδιότητα, αυτήν του γενικού επίτροπου του ΥΠΠΟ, είπε: «Αυτό που είχαμε πετύχει τότε φαινόταν ακατόρθωτο. Πίστευα πως το επόμενο αφιέρωμα στην ελληνική φωτογραφία θα γινόταν έπειτα από 100 χρόνια. Εγινε όμως στα δέκα. Το έφεραν οι συγκυρίες, η τύχη και συγκεντρώθηκαν όλες οι προϋποθέσεις».Μία από τις προϋποθέσεις αυτές ήταν και η νέα, πολλά υποσχόμενη, γενιά δημιουργών -όλοι τους με σπουδές στο εξωτερικό- που έχει αναδειχτεί τα τελευταία χρόνια. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, οι επιμελητές της έκθεσης Βαγγέλης Ιωακειμίδης (διευθυντής του ΜΦΘ) και Ζαν Πιέρ Ζιστό (διευθυντής του ΤΡΙ), επέλεξαν για την έκθεση ανάμεσα στους Ελληνες φωτογράφους τους γεννημένους ως επί το πλείστον στα τέλη της δεκαετίας του '60, έτσι ώστε να διαμορφωθεί μια αφήγηση της πρόσφατης ελληνικής δημιουργίας. Ο Ζαν Πιέρ Ζιστό δήλωσε, μάλιστα, ενθουσιασμένος: «Είναι τεράστια η εξέλιξη της ελληνικής φωτογραφίας μέσα σε αυτά τα δέκα χρόνια!»
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Νίκαια ρίχνει προβολείς στην ελληνική φωτογραφία. Δέκα χρόνια πριν, στο πλαίσιο του «Σεπτεμβρίου της φωτογραφίας», είχε διοργανωθεί ένα (ιστορικό εκείνη τη φορά) αφιέρωμα στην ελληνική φωτογραφία από τις αρχές της (1850) μέχρι τις μέρες μας.Ο πρόεδρος του ΜΦΘ Βαγγέλης Ιωακειμίδης, που τότε είχε δουλέψει με άλλη ιδιότητα, αυτήν του γενικού επίτροπου του ΥΠΠΟ, είπε: «Αυτό που είχαμε πετύχει τότε φαινόταν ακατόρθωτο. Πίστευα πως το επόμενο αφιέρωμα στην ελληνική φωτογραφία θα γινόταν έπειτα από 100 χρόνια. Εγινε όμως στα δέκα. Το έφεραν οι συγκυρίες, η τύχη και συγκεντρώθηκαν όλες οι προϋποθέσεις».Μία από τις προϋποθέσεις αυτές ήταν και η νέα, πολλά υποσχόμενη, γενιά δημιουργών -όλοι τους με σπουδές στο εξωτερικό- που έχει αναδειχτεί τα τελευταία χρόνια. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, οι επιμελητές της έκθεσης Βαγγέλης Ιωακειμίδης (διευθυντής του ΜΦΘ) και Ζαν Πιέρ Ζιστό (διευθυντής του ΤΡΙ), επέλεξαν για την έκθεση ανάμεσα στους Ελληνες φωτογράφους τους γεννημένους ως επί το πλείστον στα τέλη της δεκαετίας του '60, έτσι ώστε να διαμορφωθεί μια αφήγηση της πρόσφατης ελληνικής δημιουργίας. Ο Ζαν Πιέρ Ζιστό δήλωσε, μάλιστα, ενθουσιασμένος: «Είναι τεράστια η εξέλιξη της ελληνικής φωτογραφίας μέσα σε αυτά τα δέκα χρόνια!»
Προέκυψε μια εξαιρετικά καλοστημένη έκθεση εκατό φωτογραφιών, στην οποία δεν υπογραμμίζεται το θεματικό περιεχόμενο τόσο όσο η γραφή του κάθε δημιουργού. Και πράγματι η ποικιλία ήταν αξιοθαύμαστη. Είναι άλλωστε γνωστό πως στην Ελλάδα δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη «σχολή». Ολοι τους, πάντως, δουλεύουν πολύ το χρώμα και δίνουν πλέον μεγάλη σημασία στη λεπτομέρεια. Τρεις είναι οι άξονες που προέκυψαν: η σχέση προς τον περιβάλλοντα χώρο (φυσικό ή ανθρωπογενή), η αφήγηση του προσωπικού χρόνου (μέσα από επινοημένες εικόνες, αναμνήσεις ή αυτοτελείς ιστορίες) και η εξερεύνηση των αυτοβιογραφικών ορίων.
Στα έργα του Γιωργή Γερόλυμπου παρουσιάζεται η θάλασσα σε διάφορες εκφάνσεις της, χωρίς όμως να λείπει το διακριτικό σχόλιο. Βλέπουμε ένα τοπίο θάλασσας με τις υποδομές που αφήνουν οι τουρίστες πίσω τους τον Σεπτέμβριο ή μια πισίνα σε δυσθεώρατο ύψος στην Καλντέρα. «Χρειαζόταν;», αναρωτιέται ο καλλιτέχνης, που επιλέγει να σχολιάζει και όχι να καταγγέλλει. «Η καταγγελία αφορά άλλους κλάδους της φωτογραφίας, όπως το ρεπορτάζ, όχι την τέχνη», υποστηρίζει.
Ο Πάρις Πετρίδης αναδεικνύει όψεις της ελληνικής υπαίθρου. Οι φωτογραφίες του προέρχονται από την συλλογή του «σημειώσεις στην άκρη του δρόμου». Και πράγματι, όπως λέει, «τραβήχτηκαν σε δρόμους που όλοι οδηγούμε. Κοινότοπα μέρη που όλοι βλέπουμε αλλά προσπερνάμε. Θέλησα να φτιάξω μια φωτογραφία που να έχει νόημα, μέσα από μέρη που είναι βαρετά».
Ακολουθούν οι καλοκαιρινές εικόνες του Γιώργου Κορδάκη, ο οποίος αντιμετωπίζει με ελαφρότητα ένα φαινόμενο που άλλοι αντιμετωπίζουν επικριτικά. Οι σειρές των λουομένων στην παραλία, αλλά κυρίως των ομπρελών, αποτελούν αφορμή για να αναπτυχθεί ένας πλαστικός ρυθμός γύρω από γραμμικά μοτίβα, ενώ οι μετατροπές των χρωμάτων μάς απομακρύνουν από τον πραγματικό κόσμο.
Το έργο του Νίκου Μάρκου κατευθύνεται σε μια πλαστική ανάγνωση του τοπίου, το οποίο κατά κάποιον τρόπο είναι σαν να μιλάει, όπως στην περίπτωση ενός μισοβυθισμένου πλοίου.
Ο Πάνος Κοκκινιάς απεικονίζει το επιβλητικό αστικό τοπίο με τέτοια μαεστρία ώστε συχνά να μοιάζει με σκηνικό κινηματογραφικής ταινίας.
Η Ευαγγελία Κρανιώτη φωτογραφίζει τοπία αλλά και πρόσωπα, εμπνεόμενη από τις αρχές των σουρεαλιστών. «Η συγκεκριμένη σειρά», λέει, «αποτελείται από φωτογραφίες ετερόκλητες μεταξύ τους , που συνδέονται μέσω των μικρών κειμένων που υπάρχουν δίπλα. Δημιουργείται έτσι ένα σενάριο».
Ο Στράτος Καλαφάτης θέτει σε διάλογο την ανθρώπινη μορφή με το πάντα έντονο τοπίο. Στο έργο της Χριστίνας Δημητριάδη το υποκείμενο παρουσιάζεται με τάση να εξαφανίζεται, επιτρέποντας στον χώρο να παίζει πρώτο ρόλο. Ενώ η Δήμητρα Λαζαρίδου παρουσιάζει «εικόνες καθημερινές, δικών μου ανθρώπων που βρίσκονται βυθισμένοι στις σκέψεις τους, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν επικοινωνούν μεταξύ τους».
Τέλος, ο Γιάννης Θεοδωρόπουλος επιχειρεί μέσα από τις εικόνες «ένα ψυχογράφημα του προσωπικού μου σύμπαντος», όπως μάς είπε ο ίδιος. «Θέλω μέσα από τις φωτογραφίες μου να πετύχω αυτό που λέμε καθαρό αίσθημα, κάτι που τόσο λείπει από την εποχή μας».
* Η έκθεση πραγματοποιήθηκε με την οικονομική υποστήριξη του ΥΠΠΟ, του Ιδρύματος Φ. Κωστοπούλου και την ευγενική χορηγία της Ορφεύς Βεϊνόγλου. Διάρκεια έως 9 Νοεμβρίου.
Στα έργα του Γιωργή Γερόλυμπου παρουσιάζεται η θάλασσα σε διάφορες εκφάνσεις της, χωρίς όμως να λείπει το διακριτικό σχόλιο. Βλέπουμε ένα τοπίο θάλασσας με τις υποδομές που αφήνουν οι τουρίστες πίσω τους τον Σεπτέμβριο ή μια πισίνα σε δυσθεώρατο ύψος στην Καλντέρα. «Χρειαζόταν;», αναρωτιέται ο καλλιτέχνης, που επιλέγει να σχολιάζει και όχι να καταγγέλλει. «Η καταγγελία αφορά άλλους κλάδους της φωτογραφίας, όπως το ρεπορτάζ, όχι την τέχνη», υποστηρίζει.
Ο Πάρις Πετρίδης αναδεικνύει όψεις της ελληνικής υπαίθρου. Οι φωτογραφίες του προέρχονται από την συλλογή του «σημειώσεις στην άκρη του δρόμου». Και πράγματι, όπως λέει, «τραβήχτηκαν σε δρόμους που όλοι οδηγούμε. Κοινότοπα μέρη που όλοι βλέπουμε αλλά προσπερνάμε. Θέλησα να φτιάξω μια φωτογραφία που να έχει νόημα, μέσα από μέρη που είναι βαρετά».
Ακολουθούν οι καλοκαιρινές εικόνες του Γιώργου Κορδάκη, ο οποίος αντιμετωπίζει με ελαφρότητα ένα φαινόμενο που άλλοι αντιμετωπίζουν επικριτικά. Οι σειρές των λουομένων στην παραλία, αλλά κυρίως των ομπρελών, αποτελούν αφορμή για να αναπτυχθεί ένας πλαστικός ρυθμός γύρω από γραμμικά μοτίβα, ενώ οι μετατροπές των χρωμάτων μάς απομακρύνουν από τον πραγματικό κόσμο.
Το έργο του Νίκου Μάρκου κατευθύνεται σε μια πλαστική ανάγνωση του τοπίου, το οποίο κατά κάποιον τρόπο είναι σαν να μιλάει, όπως στην περίπτωση ενός μισοβυθισμένου πλοίου.
Ο Πάνος Κοκκινιάς απεικονίζει το επιβλητικό αστικό τοπίο με τέτοια μαεστρία ώστε συχνά να μοιάζει με σκηνικό κινηματογραφικής ταινίας.
Η Ευαγγελία Κρανιώτη φωτογραφίζει τοπία αλλά και πρόσωπα, εμπνεόμενη από τις αρχές των σουρεαλιστών. «Η συγκεκριμένη σειρά», λέει, «αποτελείται από φωτογραφίες ετερόκλητες μεταξύ τους , που συνδέονται μέσω των μικρών κειμένων που υπάρχουν δίπλα. Δημιουργείται έτσι ένα σενάριο».
Ο Στράτος Καλαφάτης θέτει σε διάλογο την ανθρώπινη μορφή με το πάντα έντονο τοπίο. Στο έργο της Χριστίνας Δημητριάδη το υποκείμενο παρουσιάζεται με τάση να εξαφανίζεται, επιτρέποντας στον χώρο να παίζει πρώτο ρόλο. Ενώ η Δήμητρα Λαζαρίδου παρουσιάζει «εικόνες καθημερινές, δικών μου ανθρώπων που βρίσκονται βυθισμένοι στις σκέψεις τους, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν επικοινωνούν μεταξύ τους».
Τέλος, ο Γιάννης Θεοδωρόπουλος επιχειρεί μέσα από τις εικόνες «ένα ψυχογράφημα του προσωπικού μου σύμπαντος», όπως μάς είπε ο ίδιος. «Θέλω μέσα από τις φωτογραφίες μου να πετύχω αυτό που λέμε καθαρό αίσθημα, κάτι που τόσο λείπει από την εποχή μας».
* Η έκθεση πραγματοποιήθηκε με την οικονομική υποστήριξη του ΥΠΠΟ, του Ιδρύματος Φ. Κωστοπούλου και την ευγενική χορηγία της Ορφεύς Βεϊνόγλου. Διάρκεια έως 9 Νοεμβρίου.
No comments:
Post a Comment