Lucian Freud Francis Bacon. 1952, Oil on Metal, 7.8 x 12.7 cm, Tate Gallery
(Stolen while on loan in Berlin in 1988 and never seen again)
Η αναδρομική στην Πινακοθήκη Τέιτ δίνει την ευκαιρία στους φιλότεχνους να δουν υπό νέο πρίσμα το έργο του μεγάλου ζωγράφουThe Guardian
Τ ο 1988, ο Λούσιαν Φρόιντ έκανε μια έκθεση στη Neue Nationa-lgalerie στο Βερολίνο. Είχε μεγάλη επιτυχία, βέβαια: Οι Γερμανοί φιλότεχνοι γνώριζαν ήδη τον Φρόιντ και είχαν την ευκαιρία να τον δουν με φόντο το γερμανικό ρεαλιστικό κίνημα του 1920, γνωστό ως Neue Sachlictkeit, «Νέα Αντικειμενικότητα».
Αρεσαν τόσο πολύ οι πίνακές του, που ένας από αυτούς κλάπηκε. Ηταν ένα μικροσκοπικό πορτρέτο του φίλου και ομοτέχνου του, του Φράνσις Μπέικον. Ανήκε στην Πινακοθήκη Τέιτ, αλλά κάποιος απλώς τον ξεκρέμασε από τον τοίχο κι έφυγε.
Αγιο εικόνισμα
«Τέλος πάντων», είπα του Φρόιντ, «τουλάχιστον υπάρχει κάποιος εκεί πέρα που λατρεύει πραγματικά τη δουλειά σου». «Νομίζεις;» απάντησε εκείνος. «Ξέρεις, δεν είμαι σίγουρος ότι συμφωνώ. Δεν πιστεύω ότι εκείνος που τον έκλεψε το έκανε επειδή του αρέσω. Αντίθετα. Πρέπει να είναι τρελός και παλαβός για τον Φράνσις. Αυτό θα δικαιολογούσε το ρίσκο».
Αρνητής του Θεού
Αυτήν την τροπή που πήρε η αγγλική τέχνη σίγουρα δεν θα την περίμενε ο Τζον Ράσκιν, ο μεγαλύτερος Αγγλος συγγραφέας καλλιτεχνικής κριτικής. Θα μπορούσε όμως να ειπωθεί ότι, στη μακρόχρονη προοπτική της βρετανικής τέχνης, ο Μπέικον βρίσκεται στον αντίποδα του Ράσκιν: Με την άγρια σεξουαλική του αμεσότητα, βέβαια, αλλά κυρίως με την άρνησή του να δεχτεί ότι η ανθρώπινη ζωή έχει οποιονδήποτε «υψηλότερο σκοπό» ή ότι η τέχνη και η φύση μάς συνδέουν κατά κάποιον τρόπο με τον Θεό. Ηταν εντελώς άθεος, αντι-μεταφυσικός, αντι-υπερβατικός. Γέννηση, συνουσία, θάνατος, και έξω από την πόρτα. «Μερικοί», τον θυμάμαι να λέει σε μια συνέντευξη, «πιστεύουν ότι οι πίνακές μου είναι φριχτοί. Φριχτοί! Θα ήταν αρκετό να σκεφτούν το κρέας στο πιάτο τους».
Η μεγαλύτερη ρετροσπεκτίβα
Η έκθεση στην Τέιτ είναι η μεγαλύτερη ρετροσπεκτίβα του έργου του που έχει διοργανωθεί μέχρι σήμερα. Η πρώτη, το 1962, τον σύστησε στο αγγλικό κοινό που ελάχιστα τον γνώριζε. Η δεύτερη έγινε στο Παρίσι το 1971 και εδραίωσε με δραματικό τρόπο τη φήμη του. Στα 62 του, ο Μπέικον βρέθηκε στο μουσείο του Γκραν Παλέ, στην πόλη που σχετιζόταν περισσότερο με τις πηγές του -Πικάσο, Τζιακομέτι, όψεις του σουρεαλισμού- και τοποθετήθηκε δίπλα στους μεγάλους του μοντερνισμού, μια σύγκριση από την οποία, όπως συμφώνησε και ο γαλλικός Τύπος, επιβίωσε άνετα. Η έκθεση απέκτησε κάποιο ενδιαφέρον και για τον σκανδαλοθηρικό Τύπο, εξαιτίας του εραστή του Μπέικον, του Τζον Ντάιερ, ο οποίος αυτοκτόνησε στη σουίτα του ξενοδοχείου τους το βράδυ των εγκαινίων - μια αυτοκτονία που μνημονεύτηκε από τον Μπέικον μερικά χρόνια αργότερα, στο δεξιό κομμάτι ενός τριπτύχου που δείχνει μια ανθρώπινη μορφή να καταρρέει καθισμένη σε λεκάνη τουαλέτας.
Η τελευταία έκθεση θα ταξιδέψει, μετά το Λονδίνο, στο Πράδο - το μουσείο που φιλοξενεί πολλούς από τους καλλιτέχνες που θάυμαζε ο Μπέικον, από τον Θουρμπαράν και τον Βελάσκεθ μέχρι τον Γκόγια.
Αργότερα θα πάει στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, όπου θα τελειώσει το καλοκαίρι του 2009. Την επιμελήθηκαν πολύ εύστοχα ο Μάθιου Γκέιλ της Τέιτ Μπρίτεν και ο Κρις Στίβενς της Τέιτ Μόντερν. Εκαναν υποδειγματική δουλειά και ο κατάλογος που συνοδεύει την έκθεση περιέχει ένα εξαιρετικό κείμενο για τον Μπέικον.
Οι φωτογραφίες
Τα τελευταία εκατό χρόνια, ελάχιστοι καλλιτέχνες υπήρξαν που να μην μπορεί να γραφεί γι' αυτούς ένα βιβλίο με τίτλο «Ο Χ και η φωτογραφία». Αλλά η σχέση του Μπέικον με τη φωτογραφία, τη συμβατική όσο και την κινηματογραφική, ήταν συνεχής, σχεδόν μανιακή.
Οι πηγές και ο τρόπος που τις χρησιμοποίησε εκτείνονται σε μεγάλο φάσμα. Υπάρχουν σχετικά γνωστές εικόνες - ο Γκέμπελς να ρητορεύει, το ματωμένο πρόσωπο της νταντάς με τα σπασμένα ματογυάλια στα σκαλοπάτια της Οδησσού από το «Θωρηκτό Ποτέμκιν» του Αϊζενστάιν. Είναι άλλες εντελώς άγνωστες - εικόνες από εφημερίδες, περιοδικά μπόντι-μπίλντινγκ, βιβλία βιολογίας και ζωολογίας, άλμπουμ με ιατρικές φωτογραφίες, όπου ασθενείς επιδεικνύουν τα παραμορφωμένα από τις ασθένειες σώματά τους. Ολα αυτά έγιναν πρώτη ύλη για τη δουλειά του. Του πρόσφεραν τη δυνατότητα να βρει παράδοξες εκδοχές του ανθρώπινου σώματος που ήταν απόλυτα σαρκικές.
Καταστροφέας των έργων του
Υπάρχουν καλοί Μπέικον, υπέροχοι Μπέικον και μερικοί αποτυχημένοι. Ηταν ένας από τους πιο αυτοκριτικούς καλλιτέχνες του 20ού αιώνα, ανελέητος καταστροφέας των έργων του. Πέρα από ένα σημείο δεν μπορούσε να συνεχίσει να δουλεύει έναν πίνακα: Επρεπε να τον σκίσει. Αν επέμενε, θα έδινε στο έργο μια όψη «τελειωμένου» που δεν του άρεσε. Ωστόσο, ο τρόπος που παρουσίαζε τα έργα του ήταν θαρρείς ένας φόρος τιμής στους μεγάλους ζωγράφους του παρελθόντος που τόσο θαύμαζε και ζήλευε: Χρησιμοποιούσε τεράστιους υαλοπίνακες (που ενίοτε παραμόρφωναν με τις αντανακλάσεις τους τις ήδη παραμορφωμένες φιγούρες του έργου, σαν να το έβλεπες μέσα από παράθυρο) και χοντρές, περίτεχνες, λουστραρισμένες κορνίζες, σαν να ήθελε να αποθαρρύνει το άγγιγμα. Το κορνιζάρισμα και το περιεχόμενο δεν καταργούν το ένα το άλλο, υπονοούν όμως την αλληλοεξουδετέρωση. Κάτι το οποίο, μαζί με την εμμονή στις σωματικές ηδονές και την αγωνιώδη προσωρινότητά τους, είναι ένα ακόμα από τα παράδοξα του Μπέικον.
Η απόγνωση της εξουσίας
Δίπλα σ' αυτόν τον νοσηρό ρεαλισμό υπήρχε η βαθιά απέχθειά του για την εξουσία. Δεν ήταν μυστικό ότι η σχέση του ίδιου του Μπέικον με τους γονείς του ήταν βαθιά διαταραγμένη. Ο πατέρας του, ένας Ιρλανδός εκπαιδευτής αλόγων, φαίνεται ότι αντιπαθούσε τον «ανώμαλο» γιο του (παρόλο που του κληροδότησε μιαν ισόβια αγάπη για τον ιπποδρομιακό τζόγο) και η σχέση τους ήταν απόμακρη και εχθρική. Αυτή είναι η αίσθηση που δίνουν οι περίφημοι πίνακές του με θέμα τον Πάπα. Για έναν Ιρλανδό της γενιάς του Μπέικον ο Πάπας, και όχι ο βασιλιάς, ο πρωθυπουργός ή ακόμα κι ένας δικτάτορας, είναι το ύψιστο σύμβολο εξουσίας. Και ο Πάπας του Μπέικον δεν είναι οποιοσδήποτε πάπας. Δεν είναι εκείνος που βρισκόταν επικεφαλής της Καθολικής Εκκλησίας τότε - ο Πίος ο IB΄. Είναι ο Ινοκέντιος ο K΄, πεθαμένος εδώ και σχεδόν 300 χρόνια, ένας εξαιρετικά πανούργος άνθρωπος ο οποίος, ως ορκισμένος εχθρός της προτεσταντικής Αγγλίας, είχε στείλει βοήθεια στους εξεγερμένους Ιρλανδούς στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Ο άνθρωπος που είχε προσλάβει τον Μπερνίνι ως επίσημο γλύπτη του και είχε επιβλέψει την κατασκευή της θεατρικά πιο όμορφης πλατείας της Ευρώπης, της Πιάτσα Ναβόνα, με την εκπληκτική Κρήνη των Τεσσάρων Ποταμών.
No comments:
Post a Comment