Sunday, August 31, 2008

Στο πλήθος του Γαΐτη

Αναδρομική στη Θεσσαλονίκη

Της ΠΑΡΗΣ ΣΠΙΝΟΥ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία / 7 - 31/08/2008

Το 1969 ο Γιάννης Γαΐτης είχε κάνει το έργο «Ολοι και μόνος»: ένα κρεβάτι με «ανθρωπάκια» που κοιμούνται, εκτός από ένα που είναι όρθιο, σε στάση επαγρύπνησης. Αυτός είναι και ο τίτλος της αναδρομικής έκθεσης του καλλιτέχνη που εγκαινιάζεται το ερχόμενο Σάββατο στη Θεσσαλονίκη, στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, σε συνεργασία με το Ιδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου.


«Είναι ένα έργο του Γαΐτη με πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο», εξηγεί ο Ντένης Ζαχαρόπουλος, που επιμελείται την έκθεση μαζί με την Κατερίνα Κοσκινά. «Ο καλλιτέχνης έτσι αισθανόταν, μόνος μέσα στο πλήθος, εξέφρασε την υπαρξιακή του αγωνία, τη θέση του ανθρώπου μέσα στην κοινωνία. Ο Γαΐτης ήταν μοναχικός, ενώ από την άλλη ήταν κοντά σε όλους, στους εικαστικούς και στους ποιητές που συναναστράφηκε, όπως ο Ελύτης, ο Εμπειρίκος, ο Δανιήλ, ο Τσόκλης, ο Κανιάρης, κ.ά.».

Η έκθεση που περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά έργα απ' όλες τις περιόδους του καλλιτέχνη και γίνεται σε συνεργασία με την κόρη του, αρχιτέκτονα και μουσειολόγο Λορέττα Γαΐτη-Σαρά, έχει στόχο να ξεδιπλώσει το βίο και την πολιτεία του κορυφαίου δημιουργού, το έργο και την εποχή του. «Ο Γαΐτης ήταν ένας γλυκύτατος άνθρωπος και το έργο του με την πρώτη ματιά φαίνεται ευχάριστο, έξυπνο, γοητευτικό, ωστόσο ήταν κριτικό της εποχής του, με καυστικό χιούμορ και πολιτική διάσταση», συνεχίζει ο Ντ. Ζαχαρόπουλος.

«Δεν πίστευε σε μια τέχνη κλεισμένη στον εαυτό της», γι' αυτό και ασχολήθηκε με τις εφαρμοσμένες τέχνες, έκανε γλυπτά, κατασκευές, έπιπλα. Ορισμένα απ' αυτά θα παρουσιαστούν σε κεντρικά σημεία της Θεσσαλονίκης, σε βιτρίνες καταστημάτων και άλλους προσβάσιμους χώρους, προκειμένου να γίνει «διάλογος» με το κοινό.

Πάθος για την ποίηση και την ψυχανάλυση

Ο επιμελητής της έκθεσης μάς αφηγείται τη ζωή του Γιάννη Γαΐτη σαν παραμύθι. Παιδί ακόμα έκανε γκράφιτι στους τοίχους εναντίον της γερμανικής κατοχής. Αριστερός στις πεποιθήσεις του, αρνήθηκε όμως να πάρει μέρος στον Εμφύλιο. Οταν εκλήθη να παρουσιαστεί στο στρατό και του ζήτησαν να χτυπήσει ζωντανούς στόχους, τότε έκανε τον τρελό και απαλλάχτηκε.

Είχε μια τεράστια αγάπη για την ποίηση και την ψυχανάλυση, συναναστράφηκε τον Γονατά, τον Ελύτη, τον Εμπειρίκο, τον Κουτούζη, ενώ από τους ζωγράφους θαύμαζε τον Πικάσο. Με τον εκπατρισμό του στο Παρίσι, την εποχή της χούντας, ανακαλύπτει πεδία πειραματισμού και την ελευθερία της έκφρασης που τον χαρακτηρίζουν. Η κόρη του τον θυμάται να δουλεύει στο παρισινό εργαστήριό του: «Η ζωγραφική πράξη με τον τρόπο του Γαΐτη σημαίνει πάθος, ταχύτητα και δεξιοτεχνία. Χρησιμοποιεί το σώμα του, το στήθος κάποτε γυμνό, ζωγραφίζει με τις παλάμες του και τα δάχτυλα, συχνά γονατισμένος πάνω στο πάτωμα, με μια ζωτική δύναμη που θυμίζει Πικάσο...».

Τα πρώτα του έργα, διαφορετικά από το κυρίαρχο κατεστημένο, ξεσήκωσαν «πολεμική», ακόμα και ο Αλέκος Σακελλάριος τον διακωμωδούσε. Ωστόσο, τα «μυρμηγκάκια» του, οι ανθρωπόμορφες κουκκίδες και πολύ περισσότερο τα «ανθρωπάκια» του θα αποτυπωθούν στη συλλογική μνήμη, θα γίνουν σύμβολα μιας αντίδρασης στο ασφυκτικό περιβάλλον που μετατρέπει τους ανθρώπους σε απλούς αριθμούς.

Στην περίοδο της δικτατορίας, οι οικείοι κύριοι με τα κοστούμια και τα καπέλα αντιστέκονται στην αδράνεια και στην πειθαρχία που κυριαρχεί. Στη μεταπολίτευση τα «ανθρωπάκια» στέκονται μπροστά από την Ακρόπολη για να «ειρωνευτούν την ελληνολατρεία αλλά και την επερχόμενη λαίλαπα του τουρισμού». Οταν τα ντύνει με κόκκινες και πράσινες φανέλες σαρκάζει την «ποδοσφαιρομανία» που τυφλώνει τους οπαδούς μπροστά σε άλλα, πιο σημαντικά προβλήματα. Κι όταν εκθέτει στην Αμερική κονσέρβες με «ανθρωπάκια-σαρδέλες» κλείνει πονηρά το μάτι στον Αντι Γουόρχολ και την ποπ αρτ. «Ο Γαΐτης είναι ο καλλιτέχνης που έδωσε την ευρωπαϊκή διάσταση στην ελληνική τέχνη. Ωστόσο τον κέρδισε η Ελλάδα, σε μια εποχή χωρίς θεσμούς να τον στηρίξουν και έχασε στο εξωτερικό», καταλήγει ο Ντ. Ζαχαρόπουλος.

Τουλάχιστον, με πρωτοβουλία της κόρης του καλλιτέχνη θα γίνει στην αγαπημένη του Ιο, - ο ίδιος καταγόταν από την Τήνο- το Μουσείο Γαΐτη, που σε 2.000 τ.μ. θα στεγάσει τα έργα του και της συντρόφου του γλύπτριας Γαβριέλας Σίμωση.

Αρχιτεκτονική πέρα απ' τα κτίρια

11η Διεθνής Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής

Της ΚΑΤΙΑΣ ΑΡΦΑΡΑ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία / 7 - 31/08/2008

Σε καιρούς ανεξέλεγκτης αστικοποίησης, με την αναβάθμιση του κοινωνικού ρόλου της αρχιτεκτονικής να γίνεται επιτακτική, η 11η Διεθνής Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας επιλέγει ως θεωρητικό της άξονα έναν προκλητικό τίτλο: «Αρχιτεκτονική πέρα από το κτίριο».

Σύμφωνα με τις δηλώσεις του καλλιτεχνικού διευθυντή της, Ααρών Μπέτσκι, γνωστού για την πρωτοποριακή δουλειά του στο Ολλανδικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής του Ρότερνταμ και το πλούσιο συγγραφικό του έργο, η φετινή μπιενάλε ενδιαφέρεται για μια αρχιτεκτονική πέρα από τους βασικούς τύπους κτιρίων και τις κυρίαρχες αρχιτεκτονικές τυπολογίες του μοντερνισμού.

Η διοργάνωση, που εγκαινιάζεται στις 14 Σεπτεμβρίου, θα παρουσιάσει πειραματικά πρότζεκτ και επιτόπου εγκαταστάσεις «που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τον κόσμο».

Δεν είναι τυχαίο ότι ο αμερικανός επιμελητής θα τιμήσει για το συνολικό έργο του έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του αρχιτεκτονικού μεταμοντερνισμού, τον Φρανκ Γκέρι. Υπέρμαχος της άποψης ότι η αρχιτεκτονική είναι τέχνη, ο Μπέτσκι πιστεύει ότι η αρχιτεκτονική πρέπει να υπερβαίνει τα δεδομένα της οικοδομικής κατασκευής και να μην περιορίζεται στο κτίριο. «Τα κτίρια είναι αντικείμενα στα οποία καταλήγουμε μέσα από την πράξη του οικοδομείν, ωστόσο η αρχιτεκτονική είναι κάτι άλλο. Είναι ο τρόπος με τον οποίο σκεφτόμαστε και μιλάμε για τα κτίρια, το πώς τα απεικονίζουμε, πώς τα υλοποιούμε. Αυτό είναι αρχιτεκτονική».

Για έναν καλύτερο κόσμο

Για τον επιμελητή της 11ης Μπιενάλε, η αρχιτεκτονική οφείλει να προτείνει εναλλακτικούς τρόπους διαβίωσης μέσα στο ήδη διαμορφωμένο από τον άνθρωπο περιβάλλον. Στην πραγματικότητα τα κτίρια, επιμένει ο Μπέτσκι, δεν είναι αρκετά: «Είναι οι τάφοι της αρχιτεκτονικής, τα λείψανα της επιθυμίας μας να φτιάξουμε έναν άλλο κόσμο, έναν καλύτερο κόσμο, έναν κόσμο ανοιχτό στο πιθανό πέρα από την καθημερινότητα. Η αρχιτεκτονική είναι αυτή που μας επιτρέπει να νιώσουμε ξανά στον κόσμο σαν στο σπίτι μας». Για τον λόγο αυτό η φετινή Μπιενάλε δεν θα παρουσιάσει κτίρια που έχουν ήδη γίνει ή που πρόκειται να πραγματοποιηθούν, αλλά θα επικεντρωθεί σε πειραματικές μελέτες που θα μας επιτρέψουν να «επιβραδύνουμε τον χώρο» και να δούμε ποια περιθώρια έχουμε ακόμα για δόμηση και απο-δόμηση. Στόχος μας, συνεχίζει ο Μπέτσκι, δεν είναι να αναζητήσουμε αφηρημένες λύσεις σε κοινωνικά προβλήματα αλλά να δούμε αν η αρχιτεκτονική, μέσα από τις πειραματικές μορφές της, μπορεί να καταθέσει συγκεκριμένους τρόπους διαβίωσης και να καταδείξει τα αδιέξοδα και τα προβλήματα του σύγχρονου αστικού σχεδιασμού.

Παρά τις αντιδράσεις που συναντούν οι δηλώσεις του Ααρών Μπέτσκι στον χώρο των «ρεαλιστών» αρχιτεκτόνων, η 11η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής, που θα ολοκληρωθεί στις 23 Νοεμβρίου, είναι κάτι περισσότερο από ένα εγκεφαλικό κατασκεύασμα του επιμελητή της: τα πειραματικά σχέδια αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της δραστηριότητας πολλών σημαντικών αρχιτεκτόνων. Θυμίζουμε ότι η πρόσφατη αναδρομική έκθεση του Ρίτσαρντ Ρότζερς στο παρισινό Πομπιντού έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην πειραματική δράση του δημοφιλούς αρχιτέκτονα παρουσιάζοντας μεταξύ άλλων τη μελέτη του 1986 για τη ριζική αναδιαμόρφωση της περιοχής γύρω από την πλατεία Τραφάλγκαρ στο Λονδίνο και τη μετατροπή της σε έναν τεράστιο πεζόδρομο.

Κάθε άλλο παρά συνώνυμα με την ουτοπία, τα πειραματικά σχέδια είναι υλοποιήσιμα. Καθώς υπερβαίνουν τους περιορισμούς που επιβάλλουν αθόρυβα στην καθημερινότητά μας κοινωνικοί, κατασκευαστικοί και αισθητικοί κώδικες, μπορούν να βοηθήσουν την αρχιτεκτονική να προχωρήσει ένα ακόμη βήμα παραπέρα. Οι ερευνητικές μελέτες θα συνέβαλλαν καθοριστικά στην αναβάθμιση της ζωής μας στις μεγαλουπόλεις αν το πολιτικό και οικονομικό κόστος τούς επέτρεπε να βγουν κάποια στιγμή από τα συρτάρια. Πέρα από τις εθνικές συμμετοχές, που φέτος ανέρχονται στις 56, οι ομαδικές εκθέσεις θα αρθρωθούν γύρω από τους ακόλουθους άξονες:

**ΘΡΑΥΣΜΑΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ

Στην Αρσενάλε θα παρουσιαστεί η έκθεση «Αίθουσα θραυσμάτων». Οι επιμελητές της Ντέιβιντ Ρόκγουελ, Κέισι Τζόουνς και Ριντ Κρολόφ θα παρουσιάσουν μια σειρά από βιντεο-εγκαταστάσεις με θέμα πόλεις επιστημονικής φαντασίας που έχουμε δει στη μεγάλη οθόνη αλλά και εικονικές αναπαραστάσεις χαμένων πολιτισμών, ανοίγοντας έναν διάλογο μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος.

Στον ίδιο εκθεσιακό χώρο θα παρουσιαστεί και μια σειρά από επιτόπου εγκαταστάσεις με θέμα το πώς μπορούμε να οικειοποιηθούμε το... σπίτι μας σε έναν κόσμο όπου η έννοια του ιδιωτικού χώρου μοιάζει να έχει χαθεί μέσα σε μια «δημόσια», εικονική πραγματικότητα. Πρόκειται για μια ενότητα-κλειδί στη φετινή διοργάνωση, όπου θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στις σχέσεις της αρχιτεκτονικής με τη μοντέρνα και σύγχρονη τέχνη, προσκαλώντας γνωστούς αρχιτέκτονες όπως ο Μασιμιλιάνο Φούκσας και η Ζάχα Χαντίντ να πειραματιστούν με διάφορες τεχνικές (κολάζ, ασαμπλάζ) αλλά και με ευτελή και εφήμερα υλικά, ιδιαίτερα δημοφιλή στον χώρο της εικαστικής πρωτοπορίας.

**ΡΩΜΗ, ΑΝΟΧΥΡΩΤΗ ΠΟΛΗ

Το αφιέρωμα με τίτλο «Αν-αιώνια πόλη», που θα παρουσιαστεί πάντα στους χώρους της Αρσενάλε, επικεντρώνεται στη Ρώμη, η οποία θα αντιμετωπιστεί ως μια πόλη-μοντέλο του δυτικού κόσμου.

Η ιταλική πρωτεύουσα θα αποτελέσει την αφορμή για να τεθούν ζωτικά ερωτήματα όπως: Πώς καθορίζεται ο αστικός πολεοδομικός σχεδιασμός; Από τι εξαρτάται η ποιότητα της ζωής μας στις μεγαλουπόλεις; Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την ποιότητα των δημόσιων χώρων και των νέων τόπων συνάθροισης (ξενοδοχεία, εστιατόρια, εμπορικά κέντρα); Τριάντα χρόνια μετά την ιστορική πλέον, διεθνή έκθεση «Roma interrotta», που προσπαθούσε να βρει λύσεις για το αρχιτεκτονικό ύφος της Αιώνιας Πόλης ανατρέχοντας στην αισθητική του 18ου αιώνα, ο Ααρών Μπέτσκι στρέφει την προσοχή του στο πλέον απρόσωπο και γκρίζο κομμάτι της ιταλικής πρωτεύουσας: την περιφέρεια.

Η έκθεση επικεντρώνεται στα (γνωστά για τα πολλαπλά κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν) προάστια της Ρώμης, προσκαλώντας αρχιτέκτονες όχι μόνο από την Ιταλία αλλά και από το Τόκιο, το Πεκίνο και την Καλιφόρνια να παρέμβουν στο υπερδομημένο αστικό περιβάλλον και να προτείνουν τρόπους, ρεαλιστικούς ή φανταστικούς, αναδιαμόρφωσής του.

**ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΕΣ ΦΟΡΜΕΣ

Στους εκθεσιακούς χώρους του ιταλικού περιπτέρου θα φιλοξενηθεί η έκθεση με τίτλο «Πειραματική αρχιτεκτονική». Ο Εμιλιάνο Γκαντόλφι θα συγκεντρώσει εδώ με τη μορφή μικρών μονογραφιών πειραματικές μελέτες και μανιφέστα δημοφιλών αρχιτεκτόνων όπως ο τιμώμενος Φρανκ Γκέρι, οι Χέρτζογκ και Ντε Μερόν ή οι εικονοκλάστες της ομάδας «Morphosis». Στον ίδιο χώρο θα παρουσιαστεί και μια εικονική έκθεση με τίτλο «Upload City», όπου οι δυνατότητες της τεχνολογίας θα τεθούν στην υπηρεσία της νέας γενιάς αρχιτεκτόνων (επαγγελματιών και ερασιτεχνών), παρουσιάζοντας φανταστικά κολάζ κτιρίων που θα ανατρέπουν τους νόμους της βαρύτητας αλλά και τον τρόπο με τον οποίο έχουμε μάθει να αντιλαμβανόμαστε το περιβάλλον μας.

**Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ

Τη χώρα μας θα εκπροσωπήσουν φέτος οι αρχιτέκτονες Νατάσσα Καρανδεινού, Στυλιανός Γιαμαρέλος και Χριστίνα Αχτύπη, με την αρχιτεκτονική πρόταση «Athens by sound». Λαμβάνοντας υπόψη τους τον κεντρικό άξονα της φετινής διοργάνωσης «Αρχιτεκτονική πέρα από το κτίριο», οι αρχιτέκτονες θα προτείνουν μια πρωτότυπη χαρτογράφηση του ηχητικού τοπίου της Αθήνας.

Μέσα από μια διαδραστική εγκατάσταση ο επισκέπτης θα μεταφέρεται εικονικά σε συγκεκριμένες αθηναϊκές περιοχές συνηγορώντας με το σκεπτικό του Ααρών Μπέτσκι ότι, πέρα και πάνω από την υλικότητα των κτιρίων, η αρχιτεκτονική σημαίνει τον τρόπο με τον οποίο βιώνουμε, με όλες μας τις αισθήσεις, την καθημερινότητα μιας πόλης.

Αναδρομική Ζόζεφ Κουντέλκα


Της ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΟΝΤΟΓΕΩΡΓΙΟΥ - φωτ: JOSEF KOUDELKA/MAGNUM PHOTOS/APEIRON, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία / 7 - 31/08/2008

Πίσω από τα στρογγυλά γυαλιά, δυο πανέξυπνα μάτια. Πίσω από την ατημέλητη παρουσία ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα. Πίσω από το ήρεμο παρουσιαστικό, η συνεχής ετοιμότητα σε κλάσματα δευτερολέπτου να παγώνει στο φιλμ κορυφώσεις συμπυκνωμένων συγκινήσεων.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ «ΧΑΟΣ»
Την εμπειρία αυτού του κράματος τολμηρών επιλογών ζωής και ταλέντου θα μας εξομολογηθεί στο Μουσείο Μπενάκη, στην Πειραιώς, μέσα από την αναδρομική έκθεση της δουλειάς του ο Ζόζεφ Κουντέλκα (17 Σεπτεμβρίου - 23 Νοεμβρίου, διοργάνωση Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη και «Apeiron Photos»).

«Το μάξιμουμ. Αυτό είναι που πάντα με ενδιέφερε». Αυτή η φράση συνοδεύει τη φωτογραφία του στο σάιτ του πρακτορείου του, του Μάγκνουμ. Γυρνά ξανά και ξανά στα ίδια μέρη. Τα φωτογραφίζει μέχρι να πάρει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, ανταγωνιζόμενος... τον εαυτό του, αφού για τους ομότεχνους είναι δάσκαλος και εμπνευστής. Καλή φωτογραφία για τον Κουντέλκα είναι αυτή που μπορεί να αφηγηθεί πολλές ιστορίες σε διαφορετικούς ανθρώπους. Εχει καταφέρει να βγάλει πολλές τέτοιες και να τις δημοσιεύσει σε βιβλία, οι τίτλοι των οποίων αποκαλύπτουν πολλά για τη ζωή του. Βλέπετε, η ζωή του είναι το έργο του και αντιστρόφως. Η έκθεση θα είναι χωρισμένη σε ενότητες που αποδεικνύουν αυτή τη συγκινητική ταύτιση:

Οι πρώιμες εικόνες

Γεννιέται στο Μπόσκοβιτς της Τσεχοσλοβακίας, ένα χωριό 400 κατοίκων, το 1938. Στα 14 πηγαίνει σε σχολείο της Πράγας. Αποφοιτά από το Πολυτεχνείο και εργάζεται ως μηχανικός αεροπλάνων. Τη φωτογραφία την έχει ανακαλύψει ήδη, αφού στο τελευταίο έτος σπουδών κάνει την πρώτη του έκθεση. Στρέφει τον φακό του αρχικά στην οικογένειά του, για να προχωρήσει στη συνέχεια σε πιο ελεύθερες συνθέσεις. Αγαπά τα αεροπλάνα, ωστόσο η νέα του αγάπη αρχίζει να τον απορροφά ολοκληρωτικά. Το καθεστώς της χώρας όμως δεν επιτρέπει αλλαγή επαγγέλματος. Ο μόνος -πολύ δύσκολος- τρόπος να γίνει φωτογράφος είναι να τον δεχτούν στην Ενωση Καλλιτεχνών, πράγμα που καταφέρνει. Από την αρχή της πορείας του φαίνεται ότι δεν πρόκειται να γίνει σκλάβος εκφραστικών κλισέ. Αλλάζει τα μεγέθη των εικόνων ανάλογα με το αντικείμενο που φωτογραφίζει και δεν διστάζει να «παίξει» με τις φόρμες. Θέλει να είναι ανοιχτός στο καινούριο. Ακόμη και το έγχρωμο φιλμ δοκίμασε, χωρίς ωστόσο ποτέ να το υιοθετήσει στην απόδοση της βαθιάς δραματικότητας του κόσμου του. Κάνει θεατρική φωτογραφία και σε λίγο ξεκινάει τη φωτογράφηση των Τσιγγάνων της Τσεχοσλοβακίας.

Το θέατρο

Δουλεύει για το «Divaldo Theatre» και γίνεται επίσημος φωτογράφος του «Theatre zu Branou» (1965-1970). Οι φωτογραφίες του ωστόσο φέρουν το προσωπικό του στίγμα. Δεν κάνει συμβατικές, περιγραφικές της παράστασης εικόνες, για τη μαρκίζα. Υπερβαίνει την ιδέα του σκηνοθέτη και δημιουργεί εικόνες απόλυτα προσωπικές (στάση στην οποία επέμεινε και όταν πολλά χρόνια αργότερα κλήθηκε να φωτογραφίσει τα γυρίσματα της ταινίας «Το βλέμμα του Οδυσσέα», του Θ. Αγγελόπουλου). Η θεατρική φωτογραφία τον καθορίζει, με την έννοια ότι το σύνολο του έργου του φέρει στοιχεία αυτής της περιόδου. Προσεγγίζει έκτοτε την πραγματικότητα σαν θεατρική σκηνή, της οποίας το δράμα και την ομορφιά παγώνει σε μεμονωμένα καρέ.

Οι Τσιγγάνοι

Τον σαγηνεύει η ομορφιά των Τσιγγάνων της Ανατολικής Ευρώπης. Από το '62 και για οκτώ χρόνια αρχίζει να τους ακολουθεί στις μετακινήσεις τους, έλκεται από τις εκφράσεις, τα ρούχα και τον τρόπο ζωής τους, μέχρι που απορροφάται εντελώς, δένεται συναισθηματικά και αποφασίζει να τους προσεγγίσει όσο βαθύτερα μπορεί. Οι εικόνες του αναδύουν όλο το σεβασμό και την ένταση της προσέγγισής του: τα μουσικά τους τελετουργικά, τον αρχαίο πολιτισμό τους, το ισχυρό θρησκευτικό συναίσθημα και την αγάπη για τα άλογα. Οι Τσιγγάνοι τον αποδέχονται και του «παραδίδονται» πλήρως. Η δουλειά του γίνεται δεκτή στο ΜΟΜΑ το '75 - εικόνες του ο Ζαρκόφσκι συμπεριέλαβε το 1973 μεταξύ των 100 καλύτερων στον κόσμο- κι έκτοτε περνά στην ιστορία της φωτογραφίας.

Η Ανοιξη της Πράγας

Η εισβολή των στρατευμάτων του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Πράγα, τη νύχτα της 21ης Αυγούστου του '68, τον οδηγεί στη φωτογράφηση των συγκλονιστικών γεγονότων, αν και ποτέ μέχρι τότε δεν είχε ενδιαφερθεί για το φωτορεπορτάζ. Το θέμα όμως τον αφορά άμεσα και αγνοεί τους κινδύνους. Το ανθρώπινο δράμα παίζεται στην πραγματικότητα, μπροστά στα μάτια του. Οι φωτογραφίες του αναδύουν θεατρική τραγικότητα. Περνούν κρυφά στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο, υπογεγραμμένες με τα αρχικά Ρ.Ρ. (Prague Photographer), από το φόβο του καθεστώτος (απέκτησαν υπογραφή μόνο μετά το θάνατο του πατέρα του, το 1984). Εικόνες που ξεχωρίζουν απ' όλες και γίνονται σύμβολα, που κοσμούν φοιτητικά δωμάτια. Το 1969 βραβεύεται γι' αυτές με το χρυσό μετάλλιο Ρόμπερτ Κάπα. Την επόμενη χρονιά εγκαταλείπει την Τσεχοσλοβακία για τη Δύση, απόλυτα συνειδητοποιημένος και αποφασισμένος να μην ενδώσει στις σειρήνες του καταναλωτισμού. Δεν τον ενδιαφέρουν τα χρήματα -μπορούσε να κερδίσει πολλά- μόνο η ελευθερία και η καλλιτεχνική δημιουργία. Δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για προσωπική ιδιοκτησία, δεν δέχτηκε ποτέ παραγγελίες ή παρεμβάσεις στη δουλειά του. Αποφασίζει να βρίσκεται στην ίδια κατάσταση με τους ανθρώπους που φωτογραφίζει. Η φωτογραφία είναι η ζωή του. Ζει κυριολεκτικά σαν Τσιγγάνος, στην ύπαιθρο, χωρίς να αποκτήσει ποτέ αυτοκίνητα ή άλλα αγαθά. «Επί 17 χρόνια δεν πλήρωσα ποτέ για να κοιμηθώ», λέει χαρακτηριστικά. Συνεχίζει να φωτογραφίζει Τσιγγάνους μέχρι την πρώτη έκδοση του βιβλίου «Gypsies» το 1970.

Στην αρχή ζητάει άσυλο στην Αγγλία, ωστόσο καταλήγει στο Παρίσι, όπου συνδέεται φιλικά με τον Μπρεσόν και αρχίζει τις επισκέψεις σε μουσεία. Γίνεται πλήρες μέλος του Μάγκνουμ το 1974. Από τότε ζει εξόριστος και το έργο του είναι απόλυτα συνδεδεμένο με αυτή την κατάσταση της ύπαρξης. Το 1987 παίρνει τη γαλλική υπηκοότητα. Την πατρίδα του την επισκέφθηκε ξανά πρώτη φορά το 1990. (Αργότερα αποκτά σπίτι στο Παρίσι και στην Πράγα, χωρίς ωστόσο να αλλάξει τρόπο ζωής).

Οι εξορίες

Το 1988 κυκλοφορεί το βιβλίο του «Exils». Θέμα του η απουσία της επικοινωνίας, η θλίψη της αστικής ζωής, η αλλοτρίωση. Μετά τους Τσιγγάνους, εξακολουθεί να γυρνά τον κόσμο με ένα σλίπινγκ μπανγκ στην πλάτη, στρέφει όμως για πρώτη φορά τον φακό του σε εγκαταλειμμένα τοπία. Στις «εξορίες» ο Κουντέλκα γίνεται ιδιαίτερα αινιγματικός. Η ποιητική «ασάφεια» που υπάρχει στους Τσιγγάνους εδώ κορυφώνεται. Η ατμόσφαιρα που πλανιέται είναι ισχυρή και σκοτεινή, θεατρικά υπογραμμισμένη, αρπάζει αμέσως τον θεατή. Βασιλεύει η σιωπή και υπονοείται η ιδέα του θανάτου. Μακρόστενες ανθρώπινες σκιές, συντρίμμια, άνθρωποι που κοιμούνται: μοναξιά, θρησκεία, θάνατος και τελικά, η αβάσταχτη ελαφρότητα της ύπαρξης.

Το Χάος

Το 1986 η γαλλική κυβέρνηση ζητάει τη συνεργασία του για την τεκμηρίωση του γαλλικού τοπίου στο τέλος του αιώνα. Τότε αρχίζει να χρησιμοποιεί την πανοραμική μηχανή (6Χ17εκ.). Διευρύνει την αναζήτησή του και σε άλλες χώρες. Το «Chaos» κυκλοφορεί το 1999. Εργο 10 ετών με παράδοξες πανοραμικές εικόνες τοπίων από Γαλλία, Ελλάδα, Λίβανο, Τσεχία, Γερμανία, Βοσνία, Πολωνία, Ουκρανία, Ρουμανία, Ουαλία. Ο Κουντέλκα γίνεται αμείλικτος μάρτυρας της απορύθμισης που επιβάλει το άτομο στη φύση. Με φωτογραφίες απαλλαγμένες από κάθε είδους καλολογικά στοιχεία εκθέτει τη γελοιότητα ενός κόσμου μετασχηματισμένου από πολέμους, ρύπανση, κακοδιαχείριση της δύναμης. Ο φόρος της σύγχρονης εποχής. Κάποιες εικόνες άθικτης επαρχίας υπάρχουν μόνο για να υπενθυμίζουν το παρελθόν. «Η ερήμωση είναι φωτογενής», σχολιάζει πικρά ο ίδιος.

Ο Κουντέλκα έχει κερδίσει πολλά διεθνή βραβεία κι έχει δημοσιεύσει περισσότερα από 12 βιβλία. Τελευταίο, ο εκπληκτικός τόμος που περιλαμβάνει όλες τις περιόδους της δουλειάς του υπό τον τίτλο «Κουντέλκα» (2006), και η οποία θα εκδοθεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Απειρον», μαζί με την ελληνική έκδοση για την Ανοιξη της Πράγας.

Κάμερα στην Κόλαση

Εικόνες που αποτυπώνουν τη φρίκη του πολέμου, τις καταστροφές και όσα αποφεύγουν να δείξουν τα ΜΜΕ παρουσιάζονται στο περίφημο Φεστιβάλ του Περπινιάν στη Γαλλία

ΑΣΤΕΡΟΠΗ ΛΑΖΑΡΙΔΟΥ, Το ΒΗΜΑ, 31/08/2008


Κριστιάν Ποβέντα, Ελ Σαλβαδόρ, Ιούνιος 2004. Δύο πρόσωπα που δεν περνούν απαρατήρητα από τον φακό: ο «Serio» και ο «Gangster» μπορεί να βρίσκονται σε γυμναστήριο σωφρονιστηρίου που αριθμεί περισσότερα από 400 μέλη της συμμορίας mara Salvatrucha, δεν παύουν όμως να είναι επικίνδυνοι


«Ο κόσμος είναι γεμάτος με εξαιρετικούς φωτογράφους, τις ιστορίες των οποίων κανείς δεν ενδιαφέρεται να δημοσιεύσει. Συχνά λένε ότι το φωτορεπορτάζ περνά κρίση. Λάθος! Τα μίντια περνούν κρίση, γι' αυτό άλλωστε προβάλλουν τα κοτσάνια και θάβουν τους ανθούς» λέει με την πυγμή που τον διακρίνει ο ιδρυτής και καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ του Περπινιάν Ζαν-Φρανσουά Λερουά, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην κυριακάτικη «Repubblica».

Η αυλαία του 20ού ραντεβού των σημαντικότερων ονομάτων από το διεθνές φωτογραφικό στερέωμα άνοιξε χθες και ως τις 14 Σεπτεμβρίου οι λάτρεις των κλικ θα έχουν την ευκαιρία να προβληματιστούν μπροστά από εικόνες «που λένε την αλήθεια χωρίς φόβο και πάθος», όπως ξεκαθαρίζει ο Ντ' Αρτανιάν του φωτορεπορτάζ. Πέρυσι έφτασαν στους πρόποδες των Πυρηναίων, με αφορμή το ξακουστό «Visa pour l'image», 280.000 επισκέπτες, αριθμός που εκτιμάται ότι θα ξεπεραστεί εφέτος, καθώς κλείνουν αισίως δύο δεκαετίες που έχουν καλυφθεί με άπειρα χιλιόμετρα φιλμ. Και η αναφορά μας αυτή στο μουσειακό σε λίγα χρόνια φιλμ δεν αποτελεί σχήμα λόγου, καθώς όσο πολιτικά φιλελεύθερος είναι ο Λερουά, άλλο τόσο συντηρητικός τεχνολογικά δηλώνει: «Ο σκοτεινός θάλαμος ισοδυναμεί με την ανατριχίλα του πρώτου ραντεβού: όλα είναι πιθανά και δεν μπορείς να είσαι 100% σίγουρος για το τι θα συναντήσεις» λέει ο άνθρωπος που επέτρεψε την ψηφιακή εισβολή στο φεστιβάλ του, μόλις το 2005.
Η λέξη «Visa», άλλωστε, δεν είναι διόλου τυχαία τοποθετημένη στον τίτλο της διοργάνωσης: «ένας μεγάλος αριθμός "επαγγελματιών" παίζει, ή καλύτερα εμπαίζει τη φωτογραφική μηχανή χωρίς νόημα και χωρίς ιδέες. Αν είναι έτσι οι επαγγελματίες, ζήτω οι ερασιτέχνες. Στο Περπινιάν δεν επιτρέπεται η είσοδος σε όποιους κι όποιους. Χρειάζονται visa, ένα νοερό διαβατήριο που πιστοποιεί την ποιότητα της δουλειάς τους. Εφέτος θα εκτεθούν περί τις 4.000 εικόνες και αν θέλετε το πιστεύετε, τις έχω δει όλες προτού εγκριθούν, μία προς μία» εξηγεί ο Λερουά. Ο ίδιος δίνει ένα σαφές παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίον τα μίντια «έχουν προκαλέσει μυωπία» στη φωτοειδησεογραφική ματιά: «Γίνεται μια έκθεση με θέμα τον πόλεμο στο Ιράκ και το μόνο που βλέπεις είναι αμερικανοί πεζοναύτες σε ρόλο ράμπο, είτε να παρελαύνουν είτε να επιδίδονται σε διάφορα ανδραγαθήματα. Οσο για την επομένη του τσουνάμι, ούτε λόγος. Ακόμη βλέπουμε στα κάδρα τους επιζώντες να μεταφέρουν τα πτώματα».
Ο Λερουά δεν διστάζει να διαχωρίσει τη θέση του από το επίσης ξακουστό Φεστιβάλ της Αρλ, καθώς «ο μισθός μου προέρχεται από το κράτος και ανέρχεται σε 4.000 ευρώ τον μήνα. Δεν βασίζομαι σε εντυπωσιακούς χορηγούς για να πλουτίσω». Η φιλοσοφία του εδώ και 20 χρόνια είναι «να δώσουμε το δικαίωμα στο να δεις κάτι διαφορετικό, αφού πρώτα σε μάθουμε να βλέπεις». Οι φωτογραφίες που φιλοξενούνται στο φεστιβάλ είναι ικανές να μας ξεβολέψουν, να μας ταρακουνήσουν, να μας σοκάρουν. Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για εικόνες που θα έμπαιναν στο σαλόνι μας για να κοσμήσουν το κενό πάνω από τον καναπέ μας. «Τα στιγμιότυπα του Περπινιάν ζουν αποκλειστικά σε χαρτί εφημερίδας, είναι αλλεργικά σε οποιοδήποτε άλλο είδος χαρτιού, καθώς και στις πρωτοκλασάτες γκαλερί» ξεκαθαρίζει ο μαχητικός καλλιτεχνικός διευθυντής.
Κάθε χρόνο, από το 1994 ως το 2002, το Περπινιάν αφιέρωνε μία ολόκληρη έκθεση στον ξεχασμένο από Θεό και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης πόλεμο στην Τσετσενία. Και στις περιπτώσεις εκείνες που η λογοκρισία είχε καταφέρει να φτάσει ως το γαλλικό οχυρό της φωτογραφίας, είχε πάλι βρεθεί ένας τρόπος για να ειπωθούν κάποια πράγματα με το όνομά τους, αν και όχι με την πλήρη εικόνα τους: γιγαντιαίες μαύρες οθόνες να προβάλλουν μόνο μία λέξη: Αλγερία. Και στην ερώτηση αν ο κόσμος αντέχει ή θέλει πραγματικά να βλέπει τις βιαιότητες που διαπράττονται καθημερινά στον πλανήτη, ο Λερουά απαντά με την αποστομωτική προσέλευση που σημειώνεται κάθε χρόνο: «Στο Περπινιάν οι φωτογραφίες έχουν ήθος. Δεν δέχονται να πλαγιάζουν με τον καθένα. Και αυτό τις κάνει κατά κάποιον τρόπο ιερές» καταλήγει.

Γεύση από Περπινιάν

* Ο Πασκάλ Μαιτρ ονόμασε τη σειρά που παρουσιάζει «Μία Αγία στην Κόλαση»: πρόκειται για τη Μαργκερίτ Μπαρανκίτσε από το Μπουρούντι, γνωστότερη ως Μάγκι, η οποία έχει αφιερωθεί στα παιδιά που έχουν μείνει ορφανά εξαιτίας του πολέμου και του AIDS. Στη μέση του χάους που επικρατεί στο Μπουρούντι, στη Ρουάντα και στο Ανατολικό Κονγκό, όπου εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δολοφονήθηκαν βίαια και άλλοι τόσοι παλεύουν να επιβιώσουν σε άθλιους καταυλισμούς, το μοναδικό φως έρχεται από τη φωτογραφική μηχανή. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το μόνο που μπορείς να ευχηθείς είναι να την κρατούν τουλάχιστον τα κατάλληλα χέρια.

* Ανάμεσα στις μυριάδες καταστροφές που έπληξαν το Ιράκ από την έναρξη της αμερικανικής εισβολής, το 2003, εκείνη που έχει συζητηθεί λιγότερο από όλες είναι η μαζική έξοδος των Ιρακινών από τη γενέτειρά τους. Τραγική ειρωνεία, καθώς αυτή ακριβώς η καταστροφή είναι που θα φέρει τις πιο χρονοβόρες συνέπειες όχι μόνο για το Ιράκ αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο. Η Συρία και η Ιορδανία είναι οι δύο χώρες που έχουν δεχτεί το 90% των ιρακινών προσφύγων. Εδώ και 60 χρόνια οι αιματηρές συνέπειες της διασποράς των Παλαιστινίων εξακολουθούν να υπάρχουν. Το πιθανότερο είναι ότι η ιστορία θα επαναληφθεί και στην περίπτωση του Ιράκ. Ενα φρικτό déjà vu που μόνο η φωτογραφική μηχανή μπορεί να αιχμαλωτίσει τόσο εύγλωττα, διά χειρός Πάολο Πελεγκρίν.
* Στις 5 Οκτωβρίου 2007 η φωτορεπόρτερ Αλεξάνδρα Μπουλά έφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις 45 ετών. Οσοι τη γνώριζαν προσωπικά, αλλά και όσοι θαύμαζαν τη δουλειά της θα επισκεφθούν την έκθεση που φιλοξενείται προς τιμήν της στο φεστιβάλ. Δεν πρόκειται για εξοντωτική αναδρομική έκθεση, αλλά για την ιστορία ενός βασανισμένου πλανήτη, όπως πρόλαβε να τη γράψει η ίδια. Με εικόνες.


ΤΟ ΠΟΡΤΡΕΤΟ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ

ΜΑΔΡΙΤΗ


Αλμπρεχτ Ντύρερ, Αυτοπροσωπογραφία


Εχουν γραφτεί πολλά βιβλία που ιχνηλατούν την εξέλιξη της προσωπογραφίας κατά την Αναγέννηση. Ως τώρα όμως καμία έκθεση δεν είχε αφιερωθεί σε αυτό το θέμα. Οι σχολιαστές που επισημαίνουν αυτή την έλλειψη διαπιστώνουν ότι τώρα την αναπληρώνει θεαματικά η έκθεση που φιλοξενείται στο Μουσείο του Πράδο υπό τον τίτλο, ακριβώς, Το πορτρέτο της Αναγέννησης. Με 126 έργα μεγάλων ζωγράφων, από τον Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα ως τον Ρούμπενς, τον Γιαν βαν Εϊκ, τον Ντύρερ, τον Τισιανό, τον Ραφαήλο και άλλους, τα οποία χρονολογούνται ανάμεσα στο 1400 και στο 1600, η έκθεση φιλοδοξεί, όπως είπε ο επιμελητής της Μιγκέλ Φαλονίρ, να αποδείξει ότι οι ζωγράφοι της Αναγέννησης όχι μόνο υπήρξαν οι δημιουργοί αυτού του είδους αλλά και ότι εξερεύνησαν όλες τις περιπλοκότητές του «ως το σημείο να εξαντλήσουν πολλές από τις δυνατότητές του ως προς τη μορφή και το περιεχόμενο». Εξερευνώνται οι διάφορες παραδόσεις που επηρέασαν την εξέλιξη του είδους, το πέρασμα από την «προφίλ» απεικόνιση του μοντέλου στην «ανφάς» και η αλλαγή στην κοινωνική προέλευση των μοντέλων, τα οποία στην αρχή ήταν ηγεμόνες και άλλοι μεγαλόσχημοι αλλά βαθμιαία περιέλαβαν και κοινούς θνητούς, εμπόρους, τεχνίτες και λογίους. Κατά τη διάρκεια μεγάλου μέρους του 15ου αιώνα τα πορτρέτα κρύβονταν στα σεντούκια και ήταν μικρών διαστάσεων. Αργότερα απέκτησαν διακοσμητική και επιδεικτική αξία, τα κρεμούσαν στους τοίχους, και αυτό είχε ως συνέπεια την αύξηση των διαστάσεών τους. Ως τις 7 Σεπτεμβρίου.

ARS... BREVIS, ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΖΕΝΑΚΟΥ, Το ΒΗΜΑ, 31/08/2008

Saturday, August 30, 2008

10 νέοι φωτογράφοι «σαρώνουν» τη Σκόπελο

Φωτογράφοι «σαρώνουν» τη Σκόπελο με τις μηχανές τους. Δέκα νέοι φωτογράφοι θα πάρουν μέρος στο σεμινάριο που θα δώσει στο νησί των Σποράδων ο γνωστός φωτογράφος, Καμίλο Νόλλα (ο γιος του πεζογράφου Δημήτρη Νόλλα - ο Καμίλο θα νευριάσει που το γράφω αυτό αλλά για να καταλάβει ο συντάκτης του "Έθνους ότι ο Καμίλο δεν είναι "Γάλλος φωτογράφος"!!!], από τις 6 ως τις 14 Σεπτεμβρίου. Υποχρέωση των δέκα επιλεγμένων φωτογράφων -οι οποίοι είναι κάτω των 30 ετών, διαθέτουν σχετική εμπειρία και ψηφιακό εξοπλισμό- είναι με την ολοκλήρωση του σεμιναρίου να παραδώσουν στον δήμο Σκοπέλου 5-10 φωτογραφίες ο καθένας, με σκοπό τη δημιουργία αρχείου. Με ορμητήριο την ανακαινισμένη Ιερά Μονή της Αγίας Βαρβάρας, στα κελιά της οποίας θα φιλοξενηθούν, οι νέοι φωτογράφοι θα «σαρώσουν» με τις φωτογραφικές τους μηχανές κάθε σημείο της όμορφης Σκοπέλου. Κάθε απόγευμα θα γίνεται επιλογή των φωτογραφιών και θα ακολουθεί προβολή - αξιολόγηση, ενώ, παράλληλα, θα προβληθούν ντοκιμαντέρ και ταινίες σχετικές με τη φωτογραφία.

Friday, August 29, 2008

«Το μέλλον της τέχνης είναι στις δημοπρασίες»

ΤΟ «ΚΑΚΟ ΠΑΙΔΙ» ΝΤΑΜΙΕΝ ΧΙΡΣΤ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΕΙ ΤΙΣ ΓΚΑΛΕΡΙ

*«Η  δημοπρασία  είναι ένας  πολύ  δημοκρατικός  τρόπος να  πουλάς τέχνη»  λέει ο Ντάμιεν  Χιρστ, που  ετοιμάζεται να  ξεπουλήσει σε  δημοπρασία  των Sotheby΄s  στα μέσα  Σεπτεμβρίου

Επιμέλεια: Μαίρη Αδαμοπούλου. TA NEA: Παρασκευή 29 Αυγούστου 2008

Το ταλέντο του στην τέχνη μπορεί να το έχουν αμφισβητήσει πολλοί. Την αξία των έργων του, με τιμές που τον έχουν κατατάξει στους ακριβότερους εν ζωή καλλιτέχνες, ακόμη περισσότεροι. Την ικανότητά του όμως να εκπλήσσει και να τολμά, ουδείς. Και πώς άλλωστε όταν το άτακτο παιδί της βρετανικής εικαστικής σκηνής αποφασίζει να βγάλει στο σφυρί νέα του έργα (και όχι παλιά, ως είθισται) στους Sotheby΄s του Λονδίνου με αναμενόμενο τζίρο 80,7 εκατ. ευρώ;
Στρατηγική κίνηση. Πώς αλλιώς να χαρακτηρίσει κάποιος το γεγονός ότι ο «χρυσός» Ντάμιεν αποφάσισε να ξεπουλήσει την υπερπαραγωγή των 223 έργων που εμπνεύστηκε (το φιλοτέχνησε μάλλον δεν ισχύει στην προκειμένη περίπτωση δεδομένου ότι το ατελιέ του παραπέμπει στο «Εργοστάσιο» του Άντι Γουόρχολ όπου δεκάδες βοηθοί δουλεύουν για να υλοποιήσουν τις ιδέες του) τα τρία τελευταία χρόνια και μάλιστα απευθείας στο κοινό και όχι μέσω των γκαλερί με τις οποίες συνεργάζεται;
Διότι με την κίνηση αυτή επισήμως δίνει την ευκαιρία στον πασαένα που διαθέτει μερικά εκατομμύρια ευρώ να αποφύγει τον ελιτισμό των γκαλερί που συχνά απωθεί όσους θέλουν να χριστούν φιλότεχνοι και συλλέκτες. Και ανεπισήμως θα αυξήσει τα κέρδη του, καθώς ο οίκος δημοπρασιών δεν παρακρατεί το 40% της τιμής όπως συμβαίνει με τις γκαλερί, ενώ βεβαίως έχει την ευκαιρία πλέον να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο κοινό, όπως οι εκ Ρωσίας, Ινδίας και Σαουδικής Αραβίας ορμώμενοι.
«Η δημοπρασία είναι ένας πολύ δημοκρατικός τρόπος να πουλάς τέχνη και μοιάζει σαν μια φυσική εξέλιξη για τη σύγχρονη τέχνη. Αν και υπάρχει ρίσκο, δέχομαι την πρόκληση να πουλάω τη δουλειά μου με αυτό τον τρόπο. Ο κόσμος αλλάζει. Τελικά πρέπει να δω πού οδηγεί αυτός ο δρόμος», υποστηρίζει ο 43χρονος καλλιτέχνης ο οποίος παίζει έξυπνα, με αποτέλεσμα αντί να έχει απέναντί του τις γκαλερί τις έχει στο πλευρό του, καθώς δήλωσαν ανοικτά πως θα «χτυπήσουν» κι εκείνες κάποια από τα έργα. Ανάμεσά τους 34 ζωγραφικά έργα με πεταλούδες, πίνακες που απεικονίζουν τη σύζυγό του Μάια και τη γέννηση του γιου τους Κύρου, αξίας 2,5 εκατ. ευρώ, ένα από τα γνωστά κοριτσάκια του που ζητούν ελεημοσύνη- είχαμε δει ένα στην Αθήνα στην έκθεση Οutlook- που αναμένεται να πιάσει 3,1 εκατ. ευρώ, και βεβαίως το έργο- σταρ της δημοπρασίας ο «Χρυσός μόσχος», που θεωρείται το ακριβότερο της δημοπρασίας και αναμένεται να αλλάξει χέρια αντί 15 εκατ. ευρώ.

Επί ποδός για να μη χαθούν δύο πίνακες του Τισιανού


Φωτογραφία
«Η Αρτεμις και ο Ακταίων», ο πίνακας του Τισιανού που έχει κινητοποιήσει το βρετανικό έθνος προκειμένου να παραμείνει στη χώρα. ΑΡ/ΝΑΤΙΟΝΑL GΑLLΕRΥ
Πριν από περίπου 220 χρόνια, ένας εκκεντρικός βρετανός αριστοκράτης έκανε μια από τις σημαντικότερες αγορές έργων τέχνης όλων των εποχών αποκτώντας 305 αριστουργήματα, μεταξύ των οποίων και δύο πίνακες του Τισιανού που ανήκαν στον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΣτ΄ ο οποίος είχε μόλις αποκεφαλιστεί. Η τιμή στην οποία τα αγόρασε; Το αστρονομικό για τα δεδομένα της εποχής ποσό των 43.000 στερλινών.
Ο αριστοκράτης αυτός ήταν ο 3ος Δούκας του Μπριτζγουότερ, εργένης διά βίου, καθώς είχε ματαιώσει τον γάμο του με μια καλλονή προκειμένου να πλουτίσει μέσω της διάνοιξης καναλιών. Προχθές λοιπόν ο απόγονός του, ο 7ος Δούκας του Σάδερλαντ, ο οποίος προφανώς έχει κληρονομήσει το επιχειρηματικό του μυαλό, αποφάσισε ότι ήρθε η ώρα να γευθεί τους καρπούς του ξακουστού γενεαλογικού του δέντρου, ζητώντας από το βρετανικό έθνος 100 εκατ. στερλίνες για τα δύο έργα του Τισιανού, τα οποία ο ζωγράφος Λούσιαν Φρόιντ είχε κάποτε χαρακτηρίσει ως τις «ωραιότερες εικόνες του κόσμου».
Η Εθνική Πινακοθήκη της Σκωτίας, η οποία φιλοξενεί τα δύο αριστουργήματα μαζί με 26 ακόμη έργα της συλλογής του Μπριτζγουότερ- είχαν δοθεί ως δάνεια στο Μουσείο του Εδιμβούργου από το 1945 και έκτοτε κανένας απόγονος δεν είχε ζητήσει να επωφεληθεί από αυτά - ανακοίνωσε προχθές ότι θα ενώσει τις δυνάμεις της με την Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου προκειμένου να αγοράσουν τους δύο πίνακες αντί 50 εκατ. στερλινών έκαστον.
Τα έργα που έχουν προκαλέσει άγχος δίχως προηγούμενο στο βρετανικό έθνος- η επιχείρηση διατήρησής τους στην Πινακοθήκη έχει αναχθεί σε εθνικό ζήτημα, με τις εφημερίδες και τα τηλεοπτικά δελτία να αφιερώνουν εκτενέστατα ρεπορτάζ και αφιερώματα- είναι εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία: «Η Αρτεμις και ο Ακταίων» και «Η Αρτεμις και η Καλλιστώ». Και ο χρόνος κυλά πλέον αντίστροφα, καθώς τα κρατικά αυτά ιδρύματα έχουν διορία ως τις 31 Δεκεμβρίου να συγκεντρώσουν τα χρήματα για την αγορά του πρώτου πίνακα και να αποκλείσουν τον κίνδυνο να πέσει στα γαμψά νύχια της ανοιχτής αγοράς ή να βγει ο πίνακας εκτός συνόρων, ακολουθώντας κάποιον νέο ιδιοκτήτη.
Οπως εκτιμούν οι ειδικοί πάντως, μπορεί η κίνηση αυτή του δούκα να είναι αιφνιδιαστική, η τιμή όμως είναι... φιλική, μιας και οι δύο πίνακες θα μπορούσαν κάλλιστα να φτάσουν και να ξεπεράσουν τα 300 εκατ. στερλίνες. Αν αναλογιστούμε πάντως ότι ο προϋπολογισμός και των δύο Πινακοθηκών μαζί (Σκωτίας και Λονδίνου) για νέα αποκτήματα δεν ξεπερνά τα 4 εκατ. στερλίνες, η τιμή διόλου φιλική είναι, αλλά αντιθέτως τις εξαναγκάζει να χτυπήσουν πολλές πόρτες ώσπου να γεμίσουν τον κουμπαρά τους.
Η λύση του ειδικού δανείου είναι αναπόφευκτη, όπως επίσης και η βοήθεια από ιδιωτικούς φορείς, τα έσοδα από λαχνούς, ενώ φυσικά οι Αρχές της Σκωτίας δεν πρόκειται να καθήσουν με σταυρωμένα χέρια και ραμμένες τσέπες. «Η απώλεια αυτών των δύο έργων είναι αδιανόητη. Οι περισσότεροι μεταφράζουν ό,τι συνέβη σε κρίση, εμείς όμως το αντιμετωπίζουμε ως πρόκληση. Πάντα ξέραμε ότι ανά πάσα στιγμή οι πίνακες αυτοί θα ήταν ανοιχτοί προς πώληση, αλλά είχαμε εφησυχαστεί. Τώρα είναι η ώρα να αναλάβουμε δράση. Πέρα και πάνω από την ιστορική και καλλιτεχνική τους σημασία, έχουν και συναισθηματική αξία για εμάς. Την 1η Ιανουαρίου λοιπόν, μία ημέρα μετά το τέλος της προθεσμίας, θα έχουμε έναν ακόμη λόγο για να γιορτάζουμε πέρα από την αλλαγή του χρόνου» δηλώνει ο ετοιμοπόλεμος διευθυντής της σκωτσέζικης Πινακοθήκης Τζον Λέιτον.

ΤΟΥ CΑΗΑLMΙLΜΟ, ΤΟ ΒΗΜΑ, Παρασκευή, 29 Αυγούστου 2008

Monday, August 25, 2008

Ατσάλι, γυαλί και η νέα ηθική των κτιρίων

[Του Χαρη Φαν Φερσεντααλ, Η Καθημερινή, 23-08-2008]

Οι πόλεις στα αυταρχικά καθεστώτα διαγράφονταν κάποτε στον ορίζοντα με καταθλιπτικά τσιμεντένια οικοδομήματα. Οχι πλέον. Οι μεγαλύτεροι αρχιτέκτονες του κόσμου καταπλέουν σε αυτές τις χώρες με μαγνήτη τις παχυλές αμοιβές, τους χαλαρούς οικοδομικούς κανονισμούς και τις επιδεικτικές φιλοδοξίες των πελατών τους όσο και των ιδίων.

Μπορεί κανείς σήμερα να θαυμάσει την πιο εξωστρεφή αρχιτεκτονική στο Ντουμπάι, στη Μόσχα και, φυσικά, στο Πεκίνο. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Κίνας έστρεψαν τα μάτια του κόσμου σε υψηλού επιπέδου αρχιτεκτονήματα όπως το εντυπωσιακό Ολυμπιακό Στάδιο των Herzog & Meuron, γνωστό ως «Η Φωλιά», τη γιγαντιαία έδρα της κινεζικής τηλεόρασης του Rem Koolhaas ή το εμβληματικό τέρμιναλ στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Πεκίνου από τον Νόρμαν Φόστερ και το ωοειδές Μέγα Εθνικό Θέατρο του Πολ Αντρέου, το οποίο υψώθηκε δίπλα στο σοβιετικού στυλ Μέγα Παλάτι του Λαού.

Λίγοι αγνοούν το «μέλι». Στη διάρκεια μιας ομιλίας στο Μπέλφαστ πριν από λίγο καιρό, ο Ντάνιελ Λίμπεσκιντ αμφισβήτησε την ηθική των κτιρίων στην Κίνα, προσθέτοντας ότι εκείνος «δεν θα συνεργαζόταν με ένα ολοκληρωτικό καθεστώς».

Τα σχόλια του γεννημένου στην Πολωνία αρχιτέκτονα και δημιουργού του Εβραϊκού Μουσείου στο Βερολίνο άναψαν σπίθες σε αρχιτεκτονικούς κύκλους και μπλογκ. Ορισμένοι πανηγύρισαν, ερεθισμένοι από την προθυμία των αποκαλούμενων «σταρ της αρχιτεκτονικής» να ανταλλάξουν το ταλέντο τους με τα λεφτά ανυπόληπτων κυβερνήσεων και αιμοσταγών δικτατόρων. Η γεννημένη στο Ιράκ, με έδρα το Λονδίνο, Ζάχα Χαντίντ έχει σχεδιάσει ένα Κέντρο Πολιτισμού στο Αζερμπαϊτζάν, που βαφτίστηκε με το όνομα του τελευταίου δικτάτορα της χώρας και πρώην εγκεφάλου της KGB Χεϊντάρ Αλίγιεφ. Το πρότζεκτ έγινε με πρωτοβουλία του γιου του Αλίγιεφ, που συμπτωματικά είναι ο νέος πρόεδρος της χώρας. Η Χαντίντ λέγεται ότι το παρατράβηξε και έφτασε στο σημείο να αφήσει λουλούδια στον τάφο του εκλιπόντος ηγέτη.

Παρόλα αυτά, ορισμένοι από τους συναδέλφους του Λίμπεσκιντ, όπως ο διάσημος Ολλανδός Erick van Egeraat, ξεσκέπασαν το «μποϊκοτάζ» ως «διαφημιστικό τρυκ». Οι επικριτές του Λίμπεσκιντ άρχισαν να δικαιώνονται όταν αποκαλύφθηκε ότι και ο ίδιος έχτιζε ένα δημόσιο κτίριο 25.000 τ.μ. στο Χονγκ Κονγκ, που επισήμως ανήκει στην Κίνα. Η σύζυγος και συνέταιρος του Λίμπεσκιντ, Νίνα, υπερασπίστηκε το πρότζεκτ δηλώνοντας ότι «το νομικό καθεστώς του Χονγκ Κονγκ καθησυχάζει τον Ντάνιελ». Η ζημία όμως είχε γίνει.

Το προφανές ερώτημα είναι «πού τραβάει κανείς τη γραμμή;». H Κίνα, λένε, καταπιέζει τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία έκφρασης. Το Καζαχστάν είναι σαφώς εκτός συναγωνισμού. Και μπορεί κανείς να πει ότι το Χονγκ Κονγκ είναι δημοκρατικό; Και η Ρωσία; Ο Λίμπεσκιντ έχει επίσης προτείνει μελέτη για τον νέο ουρανοξύστη της Gazprom στην Αγία Πετρούπολη. Η Gazprom είναι το κρατικό μονοπώλιο φυσικού αερίου στη Ρωσία που ελέγχει τα 2/3 της κεντροευρωπαϊκής παροχής. Και υπάρχουν άλλοι που ρωτούν: «Γιατί να τραβήξεις γραμμή στο κάτω-κάτω;». Γιατί θα έπρεπε οι αρχιτέκτονες να έχουν διαφορετική αντιμετώπιση από άλλους ελεύθερους επαγγελματίες; «Είμαι έτοιμος να δουλέψω ακόμη και για τον διάβολο αν θέλει να χτίσει ένα κτίριο», είχε πει κάποτε ο εκλιπών Φίλιπ Τζόνσον.

Η αλήθεια είναι ότι τα αυταρχικά καθεστώτα είναι πιο πιθανόν να προσφέρουν στους αρχιτέκτονες αυτό που επιθυμούν. Και αυτό, όλως παραδόξως, είναι η ελευθερία. Και η ελευθερία παίρνει πολλές μορφές. Σε καθεστώτα που κυβερνούν με σιδερένια γροθιά, οι αρχιτέκτονες δεν έχουν να συμβιβαστούν με οικονομικούς, κοινωνικούς ή περιβαλλοντικούς προβληματισμούς. Οι πελάτες τους έχουν χρήμα και καμία αντίσταση δεν προβάλλεται στην προώθηση των μεγαλεπήβολων σχεδίων τους. «Δεν είμαστε πολιτικοί, είμαστε αρχιτέκτονες», λένε όσοι εμπλέκονται. Και εδώ δημιουργείται ένα νέο ερώτημα: «Επιθυμούμε να στερήσουμε τον κόσμο από σπουδαία αρχιτεκτονική εξαιτίας πολιτικών παραγόντων;».

Αλλά οι καιροί άλλαξαν. Οι αρχιτέκτονες δεν αποτελούν εξαίρεση. Ολοι όμως τείνουν να συμφωνούν ότι η συνεργασία με αμφιλεγόμενα καθεστώτα μπορεί πιο εύκολα να επιφέρει αλλαγή παρά η άρνηση συνεργασίας. Οπως λένε, τα κτίρια που χτίζουν δεν ενισχύουν τον μύθο του πελάτη αλλά εκτελούν πολιτιστικό ρόλο, σαν «Δούρειος Ιππος», όπως είχε πει σε συνέντευξή του στο Der Spiegel ο Ηerzog. Και από την άλλη, μπορεί να δίνουμε υπερβολική σημασία στη δύναμη του ντιζάιν. Τα κτίρια συμβολίζουν την αλλαγή, αλλά την επιφέρουν κιόλας; Ο τρόπος που χρησιμοποιείται ένα κτίριο είναι πιο σημαντικός από την εμφάνισή του. Οταν οι δημοσιογράφοι άνοιξαν τους υπολογιστές τους στο κτίριο της κινεζικής τηλεόρασης, ανέφερε το BBC, τους καλωσόρισε ένα σήμα για το «τι δεν θα έπρεπε να γράψουν».

Στις βιτρίνες, όπου η τέχνη συναντά τη μόδα

Καλλιτέχνες κοσμούν με τα έργα τους διάσημους οίκους, μεταμορφώνοντας τις μπουτίκ της Αθήνας σε μικρές γκαλερί

[Tης Σαντυς Τσαντακη, Η Καθημερινή, 24-08-2008]

Τη νύχτα η Αθήνα αλλάζει. Περπατάς στους κεντρικούς δρόμους, στην Πανεπιστημίου, τη Σταδίου, τη Βουκουρεστίου και ανηφορίζεις στη Χάρητος ή την Αναγνωστοπούλου, για να δεις χρώματα και ιδέες, να τσεκάρεις στιγμές και εικόνες, να τις δανειστείς ή να τις οικειοποιηθείς, να ξεχάσεις ό,τι σε βασανίζει και το τελευταίο πράγμα που σκέφτεσαι είναι να ψωνίσεις. Αυτή είναι η μαγεία του windowshopping: χορταίνεις χωρίς να ξοδεύεις. Η εμπορική Αθήνα είναι ομορφότερη το βράδυ. Ειδικά τώρα που η μόδα φλερτάρει με την τέχνη...

Οπως στο έργο του Μίλτου Μανέτα που δημιουργεί αντιθέσεις στη βιτρίνα του οίκου Ηermes με το έργο με τίτλο «Dust». «Η μόδα είναι η όμορφη αδερφή της τέχνης. Η μία παίρνει και φοράει τα ρούχα της άλλης προσπαθώντας και οι δύο να γλιτώσουν την τρέλα που φέρνει η διαρκής υποκρισία», μας λέει ο καλλιτέχνης. Ευκαιρία να ξεσκονίσουμε μερικά στερεότυπα, με έναν σύγχρονο ζωγράφο, που ζωγραφίζει ηλεκτρονικούς υπολογιστές, καλώδια, ηλεκτρονικά παιχνίδια και τους ανθρώπους που τα χρησιμοποιούν. Σαν καλλιτέχνης που αποκαλύπτεται μέσα από τη δουλειά του και το προσωπικό του site (www.manetas.com), δεν τρέφει αυταπάτες: «Να εκθέτεις τους πίνακές σου στον οίκο Hermes είναι για ένα ζωγράφο ακριβώς αυτό: Λέει την αλήθεια, βάζει την τέχνη του εκεί που δεν πρόκειται να παρεξηγηθεί για κάτι το επαναστατικό».

Ενα ταξίδι

Ναι, οι σχεδιαστές και οι οίκοι μόδας πουλάνε ρούχα και αξεσουάρ και εμείς καταναλώνουμε το παραμύθι με χαρακτηριστική άνεση. Αλλά συχνά επενδύουμε και υιοθετούμε και μια συγκεκριμένη φιλοσοφία. Μια εμπειρία... Ενα ταξίδι. Οπως εξηγεί και ο καλλιτέχνης: «Το ταξίδι αναψυχής, όπως και η σύγχρονη τέχνη, αποτελούν προνόμια ενός πολύ μικρού κομματιού της κοινωνίας μας, οι υπόλοιποι είναι ελεύθεροι να τα κοιτάζουν στις βιτρίνες».

Στα ταξίδια μας πάντα ζηλεύουμε τις βιτρίνες του Harrods, του Selfridges, του Bloomingdales, αλλά και πιο ψαγμένων, μικρότερων μπουτίκ. Και τι σχέση μπορεί να έχει τότε ένα κατάστημα, μικρό ή μεγάλο, με μία γκαλερί; Ο Μίλτος Μανέτας δίνει τη δική του απάντηση: «Οι βιτρίνες της σύγχρονης τέχνης είναι ακόμα πιο θολές από εκείνες των καταστημάτων: το αντικείμενο που εκτίθεται στα μουσεία και στις γκαλερί δεν έχει καθορισμένη τιμή, η αξία του μεταβάλλεται από τις αποφάσεις ανθρώπων του “χώρου” και όχι του πελάτη, μια και στην τέχνη όλοι αγοράζουν και πωλούν ή επενδύουν και κανένας δεν “καταναλώνει” πραγματικά. Σήμερα, η τέχνη έχει οικειοποιηθεί τον πραγματικό χώρο: ό,τι και να κάνεις σ’ ένα δωμάτιο ή σε μια πόλη, είναι για κάποιον επιμελητή, έργο τέχνης. Μόνο στο Ιντερνετ ξεχωρίζει το κοινότοπο από το εξαιρετικό και ουσιαστικά μόνο στο Ιντερνετ έχει διαφορά πού εκθέτεις».

Μέρα ή νύχτα; «Δεν υπάρχει μέρα ή νύχτα στον πλανήτη του θεάματος. Είναι πάντα ένα τεχνητό απόγευμα». Και η ωραιότερη βιτρίνα που έχει δει μέχρι σήμερα ο Μίλτος Μανέτας; «Τα περίπτερα των διαφόρων κρατών στην Μπιενάλε της Βενετίας. Ιδιαίτερα η Αμερική ξέρει πάντα να προβάλλει με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο τα προϊόντα της».

Κι άλλες βιτρίνες

Μαθαίνουμε όμως ότι και ο Σωκράτης Σωκράτους ετοιμάζει αυτές τις μέρες έργα τα οποία θα φιλοξενηθούν στις βιτρίνες του οίκου Hermes στο Ντουμπάι και στο Μπαχρέιν τα Χριστούγεννα. Στην Αθήνα είχαν φιλοξενηθεί δικές του εικόνες… παραδείσου, όπως ήταν ο τίτλος του έργου του, στις βιτρίνες του γαλλικού οίκου τον Μάιο του 2007, ενώ είχε προηγηθεί ο Νίκος Αλεξίου ένα χρόνο νωρίτερα. Τον Σεπτέμβριο θα εγκαινιαστούν τρεις νέες μπουτίκ σε Αθήνα και Κηφισιά, «εισαγόμενες» κι αυτές: Bottega Veneta, Lanvin, Manolo Blahnik. Δεν ξέρουμε ποια είναι τα σχέδια των δύο πρώτων, αλλά ο Μανόλο Μπλάνικ, ο βασιλιάς της γόβας στιλέτο, συνηθίζει να βάζει καταχωρίσεις στα περιοδικά με δικά του σχέδια που θυμίζουν αληθινά έργα τέχνης, οπότε θα πρέπει να προετοιμαστούμε για υπερμεγέθη σχέδια των άκρων με υπογραφή ενός ζωγράφου που δηλώνει υποδηματοποιός.

Το παραμύθι

Μέχρι τότε μπορούμε να τραγουδάμε «χάρτινο το φεγγαράκι», έξω από το Linea Piu με το πάντοτε καλοστημένο παραμύθι της Chanel και συνοδευτικά αντικείμενα που θυμίζουν installations μόδας, να θαυμάζουμε απομιμήσεις Μοντριάν, στο Attica με τις εξαιρετικά φωτισμένες βιτρίνες του το βράδυ, τις κιτς πάντα υπερβολές των Dolce & Gabbana, του Τζον Γκαλιάνο για τον οίκο Dior, τα χάιτεκ πλυντήρια με άσπρο και μαύρο φόντο στον Λάκη Γαβαλά, το τιρκουάζ κάδρο στον Αντόνιο Μάρκο που θυμίζει θάλασσα, τις πάντα αψεγάδιαστες βιτρίνες διεθνώς του Louis Vuitton που συνεργάζεται κάθε σεζόν και με έναν καλλιτέχνη.

Ο Balenciaga στο Free Shop με τις γνωστές μαύρες πινελιές στο τζάμι, η φουτουριστική ματιά στην Βettina στην Αναγνωστοπούλου, και από εκεί και πέρα το… χάος. Βραβείο ωραιότερης βιτρίνας για το φετινό καλοκαίρι; Στην Ιλεάνα Μακρή. Και στη Μαγεία της οδού Χάρητος. Με ένα σούπερ κέντημα-εργόχειρο στη μία βιτρίνα, και στην άλλη η… απομυθοποίηση: τεράστιες κλωστές σε όλες τις αποχρώσεις σαν ζωντανός αργαλειός και ένα μονάχα φόρεμα.

«Πώς σχεδίασα το Μουσείο Ακρόπολης»

Μπερνάρ Τσουμί στην «Κ»

«Επρεπε να τοποθετήσω τον εαυτό μου στον 21ο αιώνα και να σχεδιάσω ένα κτίριο που θα μιλάει καλύτερα γι' αυτό που είμαστε σήμερα. Στην περίπτωσή μου αυτό σήμαινε να μην καταφύγω τόσο σε φόρμες αλλά σε κόνσεπτ και ιδέες. Είχα στο μυαλό μου περισσότερο τον Πυθαγόρα παρά τον Φειδία». Ο Γαλλοελβετός αρχιτέκτονας Μπερνάρ Τσουμί μίλησε στην «Καθημερινή» από το γραφείο του στη Νέα Υόρκη για το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, την ηθική των κτιρίων, το τέλος της ευρωπαϊκής πόλης.


Η φόρμα είναι αποτέλεσμα, όχι αφετηρία
Ο αρχιτέκτονας Μπερνάρ Τσουμί πιστεύει ότι τα κτίρια καθρεφτίζουν αυτό που είμαστε και διαμορφώνουν αυτό που θα γίνουμε
[Συνέντευξη στον Χαρη φαν Φερσεντααλ, Η Καθημερινή, 24-08-2008]

Ο Μπερνάρ Τσουμί δεν εντοπίζεται εύκολα. Μπορεί να βρίσκεται στην Αθήνα, κάνοντας τις τελευταίες ρυθμίσεις στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης· στο Σάο Πάολο, επιβλέποντας την κατασκευή του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης· ή στη Δομινικανή Δημοκρατία, σχεδιάζοντας το Διεθνές Οικονομικό Κέντρο Αμερικής, γνωστό και ως «ελλειπτική πόλη». Ο Γαλλοελβετός αρχιτέκτονας μίλησε στην «Καθημερινή» από το γραφείο του στη Νέα Υόρκη για την ηθική των κτιρίων, το τέλος της ευρωπαϊκής πόλης και τις ενστάσεις κατά του μουσείου που ετοιμάζεται να φιλοξενήσει τους σημαντικότερους θησαυρούς της Ελλάδας.

  • Πριν από μερικούς μήνες, ο αρχιτέκτονας Daniel Libeskind δήλωσε ότι οι συνάδελφοί του θα έπρεπε να σκεφτούν διπλά προτού αναλάβουν κάποιο έργο στην Κίνα, προσθέτοντας πως δεν θα εργαζόταν «για ένα ολοκληρωτικό καθεστώς». Πιστεύετε πως η αρχιτεκτονική υπερβαίνει την πολιτική;

- Το ζήτημα της σχέσης αρχιτεκτονικής και πολιτικής κρατάει από πολύ παλιά. Θα μπορούσες να είχες κάνει την ίδια ερώτηση πριν από 4.000 χρόνια, την εποχή των πυραμίδων στην Αίγυπτο. Η αρχιτεκτονική είναι κομμάτι της δομής εξουσίας. Ο αρχιτέκτονας μπορεί να συμφωνεί ή να μη συμφωνεί με αυτή αλλά πρέπει να πάρει θέση. Το Κολοσσαίο της Ρώμης δεν χτίστηκε από το πιο συμπαθητικό καθεστώς, αλλά αποτελεί ένα σημαντικό κτίριο που θεωρείται όμορφο ακόμα και σήμερα. Στάδια όπως αυτό στο Πεκίνο μπορεί να κατασκευάστηκαν από ένα καθεστώς με το οποίο διαφωνείς, αλλά με τον καιρό θα εκτιμηθούν. Το καθεστώς μπορεί να αλλάξει, αλλά το στάδιο θα είναι εκεί σε 20 χρόνια.

Υπάρχουν όρια

  • Οπότε θεωρείτε πως η αρχιτεκτονική μπορεί να αποτελέσει όχημα κοινωνικής αλλαγής;

- Απολύτως. Βέβαια υπάρχουν όρια. Μπορεί, για παράδειγμα, να σου ζητηθεί να σχεδιάσεις ένα κτίριο το οποίο θα χρησιμοποιηθεί ως όργανο καταπίεσης. Δεν θα το έκανα αυτό σε καμία χώρα. Θυμάμαι τους φίλους μου τις δεκαετίες του '60 και του '70 που απέρριπταν προτάσεις στην Αμερική εξαιτίας του πολέμου στο Βιετνάμ. Είναι περίπλοκο θέμα. Γι' αυτό και είμαι μάλλον σκεπτικός απέναντι στον Libeskind, βρίσκοντας τη θέση του υπερβολικά απλοϊκή.

  • Εχει ειπωθεί πως η κατασκευή ενός κτιρίου είναι κάπως σαν το γράψιμο. Κρατάμε ένα αρχείο αυτών που είναι σημαντικά για εμάς. Συμφωνείτε;

- Οντως. Η μόνη διαφορά είναι ότι ως συγγραφέας η ευθύνη σου περιορίζεται στο κείμενο. Ως αρχιτέκτονας είσαι υπεύθυνος και για το κοινό καλό. Αυτό που χτίζεις έχει άμεσο αντίκτυπο στις ζωές των ανθρώπων, οπότε νομίζω πως η ευθύνη σου είναι μεγαλύτερη ως αρχιτέκτονα παρά ως συγγραφέα.

  • Εχετε πει πως απολαμβάνετε την «αποδόμηση» των μεγάλων έργων της αρχιτεκτονικής. Μπορείτε να διευκρινίσετε τη θέση σας;

- Μιλάω θεωρητικά και δεν εννοώ φυσικά την κατεδάφιση κτιρίων. Η αποδόμηση είναι μια προσπάθεια κατανόησης του πώς αυτά έχουν φτιαχτεί και όχι απλά πώς δείχνουν. Μου αρέσουν οι μηχανισμοί της σκέψης και πώς αυτοί λειτουργούν κατά την κατασκευή ενός κτιρίου. Αυτή είναι η έννοια της «αποδόμησης».

  • Μπορείτε να δώσετε ένα παράδειγμα;

- Αποδομώντας το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης βλέπει κανείς ότι αποτελείται από τρία τμήματα: Το πρώτο έχει να κάνει με την ανασκαφή. Ενα δεύτερο έχει να κάνει με τη γενική συλλογή, ενώ ένα τρίτο έχει άμεση σχέση με τον Παρθενώνα. Η σχέση μεταξύ των επιμέρους τμημάτων, ο τρόπος που είναι ανεξάρτητα και ταυτόχρονα τόσο στενά συνδεδεμένα, ο τρόπος που εκφράζεται στη δομή και στα υλικά - αυτό είναι μια μορφή αποδόμησης, ένας τρόπος σκέψης. Το συγκεκριμένο σχέδιο δεν θα μπορούσε να έχει συλληφθεί πριν από εκατό χρόνια.

  • Σας κατηγορούν ότι δίνετε προτεραιότητα στη φόρμα εις βάρος της λειτουργικότητας...

- Δεν το νομίζω. Μπορεί κάποιοι να το ισχυρίζονται, αλλά δεν ισχύει. Πίσω στις μέρες της μεγάλης έκθεσης για την αρχιτεκτονική της αποδόμησης (Deconstructivist Architecture) στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, πριν από 20 χρόνια, κάποιοι «είδαν» επτά αρχιτέκτονες οι οποίοι δούλευαν τη φόρμα. Αυτό που με απασχολούσε στην πραγματικότητα ήταν το κόνσεπτ και οι ιδέες. Η φόρμα είναι πάντοτε το αποτέλεσμα και ποτέ η αφετηρία.

  • Νομίζετε ότι τα κτίρια μιλούν γι' αυτό που είμαστε ή γι' αυτό που θα θέλαμε να είμαστε;

- Καλή ερώτηση. Θα έλεγα και τα δύο. Καθρεφτίζουν αυτό που είμαστε και διαμορφώνουν αυτό που θα γίνουμε. Ενας καλός αρχιτέκτονας είναι ένας πολύ φιλόδοξος αρχιτέκτονας.

Το Crystal Palace

  • Ενα κτίριο που θα θέλατε να έχετε σχεδιάσει;

- Είναι πολλά οπότε είναι δύσκολο να πω. Θα αναφέρω δύο, ώστε να δημιουργήσω μια ένταση ανάμεσά τους. Το ένα θα ήταν ένα πολύ μικρό χωριό στα χωράφια της Προβάνς και το άλλο θα ήταν η επιτομή μιας εποχής, όπως το Crystal Palace του Λονδίνου. Με άλλα λόγια, το πιο μοντέρνο της εποχής του απέναντι σε αυτό που εγώ αποκαλώ «αρχιτεκτονική χωρίς αρχιτέκτονα». Παραδόξως και τα δύο κτίρια που ανέφερα δεν σχεδιάστηκαν από αρχιτέκτονες. Το Crystal Palace σχεδιάστηκε από έναν κηπουρό. Εναν κηπουρό που κατασκεύαζε θερμοκήπια.

Εχει δυναμική το νέο Μουσείο της Ακρόπολης

  • Κάποιοι λένε πως το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης είναι υπερβολικά μεγάλο και υπερβολικά μοντέρνο. Πώς απαντάτε σε αυτό;

- Υπερβολικά μεγάλο δεν μπορεί να είναι αφού η αφετηρία του σχεδίου είναι ο ίδιος ο Παρθενώνας. Η γυάλινη αίθουσα στην κορυφή του κτιρίου έχει σχεδόν το μέγεθος του Παρθενώνα. Οσο για το υπερβολικά μοντέρνο… Δεν σκέφτομαι με όρους «αρχαίο» και «κλασικό». Δεν είμαστε στο 500 π.Χ. και δεν είμαστε στον 19ο αιώνα. Πρέπει να κάνεις ένα κτίριο με τον τρόπο που το έκαναν οι αρχαίοι Ελληνες όταν με εξαιρετική καθαρότητα κατασκεύασαν την Ακρόπολη.

Επρεπε να τοποθετήσω τον εαυτό μου στον 21ο αιώνα και να σχεδιάσω ένα κτίριο που θα μιλάει καλύτερα γι' αυτό που είμαστε σήμερα. Στην περίπτωσή μου αυτό σήμαινε να μην καταφύγω τόσο σε φόρμες αλλά σε κόνσεπτ και ιδέες. Επρεπε να είναι λίγο σαν θεώρημα. Ετσι είχα στο μυαλό μου περισσότερο τον Πυθαγόρα παρά τον Φειδία. Δεν νομίζω ότι το κτίριο έχει κάποιο συγκεκριμένο στυλ.

  • Υπάρχει πάντως αρκετή ένταση στο σχέδιο…

- Ελπίζω πως υπάρχει. Το γεγονός ότι έχεις ένα κομμάτι που αναφέρεται στην ανασκαφή και ένα που αναφέρεται στον Παρθενώνα, προσφέρει κάποια δυναμική στο κτίριο. Δεν ήθελα ένα στατικό κτίριο. Πρέπει να έχει κάποιον δυναμισμό. Συνεπώς αντί για «ένταση» θα χρησιμοποιούσα τον όρο «δυναμική». Ακόμα και όταν εισέρχεσαι στο μουσείο διασχίζοντας τη γυάλινη ράμπα και ύστερα τον χώρο με τις κολόνες μέχρι να ανέβεις στην Αίθουσα του Παρθενώνα, η ιδέα ήταν ότι θα βιώνεις κάτι σαν κινηματογραφική αλληλουχία.

  • Σας είχαν υποσχεθεί ότι τα δύο κτίρια επί της Διονυσίου Αρεοπαγίτου θα κατεδαφίζονταν;

- Δεν νομίζω ότι είχε γίνει κάποια συζήτηση για το αν θα κατεδαφίζονταν ή όχι. Δεν ειπώθηκε στη συζήτησή μας, είτε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

  • Υποθέτω πως σας είπαν ότι η ευρύτερη περιοχή θα αναβαθμιζόταν;

- Ηταν ξεκάθαρο όταν σχεδιάζαμε το κτίριο πως κανείς δεν γνώριζε αν τα κτίρια γύρω από το μουσείο θα έμεναν ή όχι - και εννοώ όλα τα κτίρια, όχι μόνα αυτά τα δύο. Υπήρχε ένα ερώτημα. Οπότε το μουσείο σχεδιάστηκε με τέτοιο τρόπο ώστε όλα τα κτίρια γύρω να μην αποτελούν εμπόδιο ακόμα και αν έμεναν στη θέση τους. Το ζήτημα δεν έχει να κάνει τόσο με το αν είχε προγραμματιστεί η κατεδάφισή τους ή όχι. Ο σχεδιασμός του κτιρίου μάς επέτρεπε να προχωρήσουμε στην κατασκευή του, ακόμα και αν υπήρχαν νομικά προβλήματα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το να μείνουν όλα γύρω είναι απαραίτητα καλό για το μουσείο. Επί της οδού Χατζηχρήστου, για παράδειγμα, δεν γνωρίζαμε αν όλα τα κτίρια θα κατεδαφίζονταν ή όχι, εξαιτίας νομικών ζητημάτων. Αλλά αυτό θα μπορούσε να είχε συμβεί σε οποιαδήποτε χώρα.

Η Αθήνα και οι διαφημιστικές πινακίδες

  • Ας μιλήσουμε λίγο για την Αθήνα. Ποιο είναι κατά τη γνώμη σας το ισχυρότερο χαρτί και ποια η μεγαλύτερη αδυναμία της πόλης;

- Η πόλη είναι πολύ καλύτερη απ' ό,τι ο κόσμος συνηθίζει να λέει. Το γενικότερο σχέδιο, η οργάνωση, οι δρόμοι. Το πρόβλημα είναι ότι ο κόσμος δεν το «βλέπει». Από την άλλη, σπάνια έχω δει πόλη όπου οι διαφημιστικές πινακίδες έχουν τέτοιο παραμορφωτικό αποτέλεσμα. Φαίνεται σαν να μην υπάρχουν νόμοι και κανόνες. Οι περισσότερες πόλεις, το Παρίσι ή η Νέα Υόρκη, έχουν ξεκάθαρη άποψη για τη χρήση διαφημιστικών πινακίδων.

  • Μπορεί μια άσχημη πόλη να έχει χαρακτήρα;

- Τι είναι άσχημο; Το Παρίσι είναι πολύ ομοιογενές. Τα κτίρια στο κέντρο του Παρισιού δεν μπορούν να ξεπερνούν τα 25 μέτρα. Η Νέα Υόρκη, από την άλλη, είναι πολύ ετερογενής. Δεν υπάρχει απαραίτητα συνοχή, και όμως αυτό βγάζει κάποια δύναμη. Η ομορφιά είναι σχετική. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η καθημερινότητα της πόλης, πώς χρησιμοποιείται, αν προωθεί την κοινωνική επαφή, την κατανόηση μεταξύ των ατόμων. Μερικές πόλεις είναι εξαιρετικά αλλοτριωτικές. Δεν θα το έκρινα από αισθητική άποψη. Οπως με τη φόρμα και τη λειτουργικότητα. Δεν μπορείς να απομονώσεις το ένα από το άλλο.

  • Αναφέρεστε στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη. Αν το Παρίσι ήταν η πόλη του 19ου αιώνα και η Νέα Υόρκη η πόλη του 20ού, ποια είναι για σας η πόλη του 21ου αιώνα;

- Είναι λίγο νωρίς για να πει κανείς. Μάλλον δεν θα μπορούσα να επιλέξω ΤΗΝ πόλη του 21ου αιώνα. Πιστεύω ότι θα δούμε έναν τελείως διαφορετικό τύπο πόλης. Το αποκαλώ «εξειδίκευση» των πόλεων. Κάποιες πόλεις θα επιλέξουν να διατηρήσουν τον ιστορικό τους χαρακτήρα στο κέντρο ενώ στην περιφέρεια θα είναι τελείως καινούργιες. Αλλες πόλεις χτίζονται από το μηδέν. Αυτή τη στιγμή σχεδιάζουμε μια πόλη 40.000 κατοίκων στη Δομινικανή Δημοκρατία. Δεν θα μοιάζει με τίποτα που έχει γίνει μέχρι σήμερα. Κάποιες πόλεις που χτίζονται στο Αμπού Ντάμπι ή στο Ντουμπάι στη Μέση Ανατολή είναι τελείως διαφορετικές. Θα είναι σαν νησιά τελείως διαφορετικά το ένα από το άλλο, σε αντίθεση με τις πόλεις του 19ου αιώνα που ήταν πάνω-κάτω οι ίδιες, είτε μιλάμε για το Παρίσι, τη Βιέννη ή το Λονδίνο. Οσο διαφορετικές και να είναι, έχουν πάρα πολλά κοινά. Πιστεύω πως θα δούμε πόλεις με διαφορετικούς χαρακτήρες, κάτι σαν θεματικές πόλεις ας πούμε.

Επιρροές από Ζακ Ντεριντά

Ο Μπερνάρ Τσουμί, 64, είναι αρχιτέκτονας και εκπαιδευτικός. Γεννημένος στη Λωζάννη, σπούδασε στο Παρίσι και στη Ζυρίχη όπου πήρε και το δίπλωμά του στην αρχιτεκτονική. Οι μετοχές του εκτοξεύτηκαν το 1982, όταν κέρδισε τον διαγωνισμό για τη διαμόρφωση του Parc de la Villette, μια έκταση στο βορειοανατολικό Παρίσι, με ένα αντισυμβατικό αν και αμφιλεγόμενο σχέδιο. Ο Τσουμί διετέλεσε κοσμήτορας στο τμήμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο του Κολούμπια στη Νέα Υόρκη από το 1988 μέχρι το 2003. Εχει συγγράψει σειρά βιβλίων πάνω στην αρχιτεκτονική θεωρία. Η επιρροή του από τις θεωρίες του Ζακ Ντεριντά περί αποδόμησης έχει συχνά προκαλέσει κριτικά σχόλια αρχιτεκτόνων και θεωρητικών, που απορρίπτουν τις ιδέες του ως ασαφείς και εξεζητημένες. Μερικά από τα πιο γνωστά έργα του είναι το Μέγαρο Μουσικής στη Λιμόζ (2007), ο Μπλε Πύργος στη Νέα Υόρκη (2007) και τα κεντρικά γραφεία της Vacheron- Constantin στη Γενεύη (2004).

Δραματική πτώση επισκεπτών στα μουσεία

Εντυπωσιακή πτώση που υπερβαίνει το 40% παρουσιάζει η επισκεψιμότητα στα ελληνικά μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους και συνοδεύεται από μικρότερης έκτασης μείωση στα αντίστοιχα έσοδα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας για το πρώτο τετράμηνο του 2008, τα μουσεία μας εμφανίζουν μειωμένο αριθμό επισκεπτών κατά 43,5% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους, ενώ στους αρχαιολογικούς χώρους η πτώση «περιορίζεται» στο επίσης ηχηρό 41,1%. Αναλογικά μικρότερη είναι η μείωση στις εισπράξεις: κατά 20,6% όσον αφορά τα μουσεία και κατά 10,2% για τους αρχαιολογικούς χώρους.

Εκ πρώτης όψεως η πτώση μοιάζει ανεξήγητη. Σίγουρα δεν δικαιολογείται από την τουριστική κίνηση που για το διάστημα Ιανουάριος - Ιούλιος του 2008 παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητη. Σίγουρα υπάρχουν δικαιολογίες για το μείον 78,5% του Μουσείου της Αρχαίας Ολυμπίας λίγους μήνες μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού όπως, μέχρι ενός σημείου, και για το μείον 62% στο Παλάτι των Ιπποτών της Ρόδου που παρέμενε κλειστό για 40 ημέρες ύστερα από κατάρρευση τμήματος της εισόδου του. Αλλά τι να πει κανείς για το 47,1% στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ή το 22,9% στην Ακρόπολη;

Στην κορυφή του καταλόγου με τις μεγαλύτερες απώλειες επισκεπτών, το Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας, ακολουθούν το Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών (64,4%), το Παλάτι των Ιπποτών της Ρόδου και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (47,1%).

Στους αρχαιολογικούς χώρους, «προηγούνται» οι Δελφοί (πτώση 61,2%) και ακολουθούν η Κνωσός (59%), το Σούνιο (56%), η Φαιστός (50,3%), η Αρχαία Κόρινθος (49,5%), η Επίδαυρος (46,9%), η Αρχαία Ολυμπία (38,1%) και ο Μυστράς (35,4%). [Η Καθημερινή, 19-08-2008]

Τα μυστικά υλικά της «σούπας» Γουόρχολ

ΛΟΝΔΙΝΟ. Της ΑΛΙΝΑΣ ΣΑΡΑΝΤΗ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία / 2 - 16/08/2008

Αντι Γουόρχολ ίσον κονσέρβες τοματόσουπας Κάμπελ και παραποιημένες φωτογραφίες της Μέριλιν Μονρόε. Το όνομα του καλλιτέχνη-συμβόλου της ποπ αρτ έχει γίνει συνώνυμο με δύο από τα γνωστότερα έργα του 20ού αιώνα. Ωστόσο, μία έκθεση, που θα ανοίξει το φθινόπωρο στη Χέιγουαρντ Γκάλερι του Λονδίνου, φιλοδοξεί να μας δείξει ότι ο Γουόρχολ ήταν πολλά περισσότερα.

Πολαρόιντ του 1977 με τη Λάιζα Μινέλι, που ο Γουόρχολ τράβηξε όταν η τραγουδίστρια έγινε μέλος του κύκλου του. Τη χρησιμοποίησε για βάση μεταξοτυπίας και ελαιογραφίας
Με το σύνθημα «όλα είναι όμορφα» καταπιάστηκε σχεδόν με όλα τα μέσα, τα οποία θεωρούσε ισάξια, τολμώντας να ανατρέψει τα όρια της τέχνης. Παρόλο που είναι γνωστός για τους πίνακές του, έδινε την ίδια σημασία στις μεταξοτυπίες, τα εξώφυλλα και τα τηλεοπτικά του προγράμματα. Ταινίες, βίντεο, δοκιμαστικά, τηλεοπτικά προγράμματα, φωτογραφίες, σχέδια, εγκαταστάσεις, εξώφυλλα περιοδικών και δίσκων, αρχειακό υλικό, έχουν συγκεντρωθεί για την έκθεση της Χέιγουαρντ, που θα επιχειρήσει να μας βάλει στον περίεργο κόσμο του καλλιτέχνη που άλλαξε την ποπ κουλτούρα στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.

«Αν νομίζετε ότι γνωρίζετε το έργο του Αντι Γουόρχολ, σκεφτείτε ξανά», λέει ο διευθυντής της Χέιγουαρντ, Ραλφ Ρούγκοφ. «Βάζοντάς μας στο μυαλό του καλλιτέχνη, η έκθεση μας κάνει να δούμε με νέα ματιά τα οικεία σύμβολα της ποπ αρτ, όπως είναι η Μέριλιν Μονρόε και οι κονσέρβες σούπας Κάμπελ, ενώ μας εισάγει σε έναν καινούργιο κόσμο από καταπληκτικές εικόνες».

Η έκθεση ξεκίνησε από το Stedelijk Museum στο Αμστερνταμ τον περασμένο Οκτώβριο, όπου προσέλκυσε αριθμό-ρεκόρ επισκεπτών, ενώ τώρα βρίσκεται στο Moderna Museet της Στοκχόλμης, το μουσείο που πριν από ακριβώς 40 χρόνια φιλοξένησε την πρώτη μεγάλη έκθεση του Γουόρχολ στην Ευρώπη. Στο επίκεντρο θα βρίσκονται τα βίντεο, οι ταινίες και οι τηλεοπτικές του παραγωγές. Τα πλέον γνωστά του έργα, όπως οι σούπες Κάμπελ και οι παραποιημένες φωτογραφίες των λουλουδιών της Πατρίσια Κόλφιλντ, έργα που τα έχουμε δει τόσες φορές που έχουμε σταματήσει να τα σκεφτόμαστε, παρουσιάζονται δίπλα σε λιγότερο διάσημα, βάζοντάς τα σε ένα καινούργιο πλαίσιο. Σε μία από τις ειδικά σχεδιασμένες αίθουσες θα προβάλλονται συγχρόνως όλα τα επεισόδια από τις τηλεοπτικές του σειρές από τη δεκαετία του '80 «Fashion», «Andy Warhol's TV» και «Andy Warhol's Fifteen Minutes». Τα προγράμματα, συνήθως συνεντεύξεις από διασημότητες ή επίδοξες διασημότητες, είναι προάγγελοι της σημερινής τηλεόρασης, με την εμμονή στα εφήμερα σελέμπριτι, όπως εξηγεί η επιμελήτρια Ιβα Μέγιερ-Χέρμαν στην «Γκάρντιαν». Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι ήταν ο πρώτος που μίλησε για τη «δόξα των 15 λεπτών».

«Αυτοπροσωπογραφία με κρανίο», πολαρόιντ του 1977. Ο Γουόρχολ είχε στην κατοχή του ένα κρανίο για πολλά έργα
Θα προβάλλεται επίσης μία ακόμα από τις ταινίες του, το «Outer and Inner Space» (1965) - δύο οθόνες δείχνουν ταυτόχρονα δύο λήψεις της μούσας του Εντι Σέτζγουικ: οι δύο λήψεις δείχνουν τη Σέτζγουικ να μιλάει στην κάμερα, ενώ οι άλλες δύο τη δείχνουν ταυτόχρονα να σχολιάζει πώς βλέπει τον εαυτό της στην οθόνη. Σχεδόν πάντα ο Γουόρχολ κυκλοφορούσε με κάμερα ή μαγνητόφωνο - ένα από τα εκθέματα είναι οι κασέτες-ημερολόγιο γύρω από τη ζωή στο θρυλικό «Factory». Οι επισκέπτες θα έχουν ακόμα την ευκαιρία να δουν μία από τις περίφημες «κάψουλες χρόνου» του καλλιτέχνη, τα εκατοντάδες κουτιά στα οποία μάζευε διάφορα από τα αντικείμενα που αγόραζε και συνέλεγε με μανία, σαν ντοκουμέντο της ζωής του.

Κοινό σημείο σε όλο το έργο του, σύμφωνα με τη Μέγιερ-Χέρμαν, είναι το επιφανειακό που γίνεται ουσιαστικό. «Ο Αντι Γουόρχολ αναρωτήθηκε κάποτε πώς θα ήταν αν ένας καθρέφτης αντανακλούσε έναν άλλο. Είχε πει ότι όλα όσα θέλουμε να μάθουμε φαίνονται στην επιφάνεια του ίδιου και των έργων του. Νόμιζα ότι έπρεπε να βλέπω πίσω από την επιφάνεια, αλλά κατάλαβα ότι αυτό που έψαχνα δεν είναι πίσω αλλά μπροστά τους. Οι επιφάνειες του Γουόρχολ αντανακλούν τον κόσμο, τα έργα του αφορούν εσένα κι εμένα».

**Η έκθεση «Andy Warhol: Other Voices, Other Rooms» («Αντι Γουόρχολ: Αλλες φωνές, άλλα δωμάτια») στη Χέιγουαρντ του Λονδίνου θα διαρκέσει από τις 8 Οκτωβρίου 2008 μέχρι τις 11 Ιανουαρίου 2009. *

Ζωγράφιζε τους πιο καλούς Βερμέερ


Θα μπορούσε να είναι η τέλεια απάτη. Για εφτά χρόνια ένας ασήμαντος ζωγράφος ονόματι Χαν Βαν Μέεγκερεν πλάσαρε τις ζωγραφιές του για γνήσια έργα του κορυφαίου Ολλανδού ζωγράφου Γιοχάνες Βερμέερ (1632-75)! Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι ο αντιγραφέας είχε ταλέντο. Κι εδώ είναι το περίεργο της ιστορίας. Πώς κατάφερε ένας άνθρωπος που το μόνο κοινό που είχε με τον Βερμέερ ήταν η πατρίδα, να «στήσει» μια απάτη, συγκεντρώνοντας από τις πωλήσεις μόλις έξι έργων περίπου 30 εκατ. δολάρια (σημερινά λεφτά);

Ο Χαν Βαν Μέεγκερεν ζωγραφίζει τον Βερμέερ του υπό το βλέμμα των Ολλανδών αστυνομικών. Εμεινε στην ιστορία όχι μόνο για την απάτη του αλλά και ως ο «άνθρωπος που εξαπάτησε τον Γκέρινγκ»
Ο Αμερικανός συγγραφέας Εντουαρντ Ντόλνικ λύνει όλες τις απορίες μας στο βιβλίο του «The forgers's spell» (Τα μάγια του πλαστογράφου), που κυκλοφόρησε μόλις τον περασμένο μήνα στα αγγλικά (HarperCollins). Ο Ντόλνικ αρθρογραφούσε επί χρόνια για επιστημονικά θέματα στις μεγαλύτερες εφημερίδες της Αμερικής («Νιου Γιορκ Τάιμς», «Ουάσινγκτον Ποστ») πριν καταπιαστεί με τα «αληθινά εγκλήματα», όπως χαρακτηρίζει τα θέματα των βιβλίων του. Το 2005 έγινε γνωστός με το «The Rescue artist», την αληθινή ιστορία πίσω από την κλοπή και την ανάκτηση τελικά της «Κραυγής» του Μουνκ το 1994 από την Εθνική Πινακοθήκη του Οσλο.

Στο τελευταίο του βιβλίο γυρνάει αρκετές δεκαετίες πίσω και συγκεκριμένα στο 1938. Τότε άρχισε ο Μέεγκερεν να αντιγράφει τον Βερμέερ. Ηταν ομολογουμένως έξυπνη η ιδέα του. Μόνο 36 αυθεντικά έργα του Βερμέερ υπήρχαν στον κόσμο και οι συλλέκτες έδιναν πολλά για να αποκτήσουν ένα. Πώς κατάφερε όμως ο ατάλαντος Μέεγκερεν να εξαπατήσει τους πελάτες του;

Πολύ απλά. Βρήκε έναν ανίδεο αλλά παθιασμένο, όπως αποδείχτηκε, λάτρη της τέχνης του. Τον Χέρμαν Γκέρινγκ, το πρωτοπαλίκαρο του Χίτλερ. Στην τρέλα της ναζιστικής Ευρώπης, στα διαλείμματα των αποτρόπαιων δολοφονιών του ο Γκέρινγκ έψαχνε έργα τέχνης. Ηταν αποφασισμένος να αποκτήσει τα καλύτερα έργα της ηπείρου είτε δημεύοντας περιουσίες Εβραίων είτε βάζοντας χέρι στα κρατικά χρήματα. Στις ορέξεις του φραγμό έβαζε μόνο ο μισότρελος επίσης προϊστάμενός του, ο Φίρερ. Η ειρωνεία είναι ότι τελικά ο Χίτλερ κατάφερε να αποκτήσει έναν αυθεντικό Βερμέερ, ενώ ο Γκέρινγκ μόνο τα πλαστά του Μέεγκερεν. Δεν είμαστε σε θέση να ξέρουμε αν αυτή η αποκάλυψη τον έκανε να αυτοκτονήσει στο κελί της Νυρεμβέργης το 1946. Το τέλος του πολέμου πάντως ήταν ικανό να αποκαλύψει την πλαστογραφία. Ο Μέεγκερεν συνελήφθη και ανακρίθηκε από τους Ολλανδούς με την κατηγορία ότι εκποιούσε ανεκτίμητους Βερμέερ στους ναζί. Για να γλιτώσει την καταδίκη και τη θανατική ποινή, έπεισε τους αξιωματικούς ότι δεν είναι άρπαγας, αλλά απλός αντιγραφέας. Πώς; Ζωγράφισε ένα... Βερμέερ παρουσία τους! Καταδικάστηκε για απάτη σε ένα χρόνο φυλάκιση αλλά πέθανε από ανακοπή σε ηλικία 58 ετών πριν προλάβει να εκτίσει την ποινή του. Εμεινε γνωστός στην ιστορία ως ο «άνθρωπος που εξαπάτησε τον Γκέρινγκ». Δεν είναι και λίγο...

Το 1991 πάντως τα έξι πλαστά έργα του εκτέθηκαν μόνα τους στο Ρότερνταμ. Πενήντα χρόνια πριν είχαν εκτεθεί μαζί με τα 22 αυθεντικά αριστουργήματα του Βερμέερ... [ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 29/07/2008]

Η «τέταρτη διάσταση» των γλυπτών της Τρουβέ

Μπαίνοντας στους «χώρους» της Τατιάνας Τρουβέ, νιώθει κανείς να εισχωρεί σε μια αλλόκοτη αλλά και συγχρόνως οικεία πραγματικότητα, ίσως πράγματι στον κόσμο της «τέταρτης διάστασης», στην οποία αναφέρεται ο αινιγματικός τίτλος της έκθεσής της που παρουσιάζεται φέτος το καλοκαίρι στο Μπομπούρ. «4 between 3 and 2», δηλαδή μια διερεύνηση μέσα από τις τρεις διαστάσεις του γλυπτού και τις δύο διαστάσεις του σχεδίου, όσων συμβαίνουν στο πεδίο της μνήμης στη φευγαλέα και αθέατη συνθήκη του χωρόχρονου.

Μορφή στο συναίσθημα

Με την παρέμβασή της στο Espace 315 του παρισινού μουσείου, η νικήτρια του βραβείου Μαρσέλ Ντισάν 2007, γεννημένη στην Ιταλία το 1968 αλλά ανήκουσα στη γαλλική σκηνή (σπούδασε στη Γαλλία, ζει και εργάζεται στο Παρίσι από το 1995), αποδεικνύει για μια ακόμη φορά την ικανότητά της να δίνει μορφή και υπόσταση στον παράλληλο κόσμο της διαίσθησης και της φαντασίωσης, ανατρέποντας τις προοπτικές και τις διαστάσεις του ορατού, ξανασχεδιάζοντας το καθημερινό σκηνικό που μας περιβάλλει μέσα από το πρίσμα της σκέψης και του συναισθήματος.

Μια τεράστια καγκελόπορτα (μια «γκρίλια») χωρίζει την αίθουσα στα δύο, εισάγοντας στον εκθεσιακό χώρο μια νότα σκληρότητας, την ανάμνηση ενός περάσματος: τα κάγκελα, όπως και κάθε αρχιτεκτονικό απόσπασμα που θα συναντήσουμε στο έργο της Τρουβέ, λειτουργούν σαν σηματοδότες, σαν χορδές που περιμένουν να ηχήσουν κάτω από το νοητό μας άγγιγμα, καλώντας τις πολύ προσωπικές μνήμες του καθενός να αναδυθούν στην επιφάνεια.

Πριν φτάσουμε εκεί, το βλέμμα μας έχει περιπλανηθεί στους διαδρόμους ενός μικροσκοπικού άδειου διαμερίσματος μέσα από μισάνοιχτες πόρτες, καθρέπτες και υδρορροές, έχουμε σταθεί δίπλα σ’ ένα υπερμέγεθες κοκαλωμένο σχοινί ή μια άδεια βιτρίνα, έχουμε χαζέψει δύο καμένα πορτατίφ αφημένα στο πάτωμα, έχουμε βυθιστεί στις σκιές των «μαύρων» σχεδίων που γεμίζουν τους τοίχους. Οι «χώροι» της Τρουβέ μοιάζουν με τα καθαρά ερείπεια ενός μισοτελειωμένου εργοταξίου και συγχρόνως με τα παράλογα δωμάτια που φανταζόμαστε την Αλίκη να συναντά στο συμβολικό πέρασμά της «μέσα από τον καθρέπτη».

Η ίδια μιλάει για την επιθυμία της σαν «αληθινή γλύπτρια» να δημιουργήσει «νοητούς χώρους» που δεν υπάρχουν παρά στο επίπεδο της μυθοπλασίας, αλλά που δίνουν τη δυνατότητα σε νέους χώρους να γεννηθούν στο μυαλό του επισκέπτη. Μετατρέποντας το ατελιέ της σε εργαστήριο, οικειοποιούμενη τα κατασκευαστικά εργαλεία και τα μηχανήματα ενός οικοδόμου ή ενός πολιτικού μηχανικού, η Τατιάνα Τρουβέ δίνει υπόσταση σε ένα παλιό όσο και κεντρικής σημασίας σχέδιο που γεννήθηκε στο μυαλό της στα μέσα της δεκαετίας του ’90 υπό τη μορφή ενός φανταστικού «Γραφείου Υποδηλούμενης Δραστηριότητας». Πίσω από αυτό το ευφυές εύρημα, στο οποίο μπορούμε να αναγνωρίσουμε αναφορές τόσο στον Αλιγκέρο Μποέτι ή τον Μαρσέλ Μπροδεαέρς όσο και στον Κάφκα ή τον Μπόρχες, αυτό που υπονοείται, ή μάλλον «υποδηλώνεται», στην ουσία είναι μια αναζήτηση ζωτικού χώρου έκφρασης και δημιουργίας «τέχνης», ενός αντι-γραφείου αφιερωμένου σ’ αυτή την κατεξοχήν μη παραγωγική δραστηριότητα.

Τι είναι καλλιτέχνης;

«Φτάνοντας στο Παρίσι» διηγείται η καλλιτέχνις «ιδέες, σχέδια έργων, τίτλοι, συσσωρεύονταν στο μυαλό και τα σημειωματάριά της χωρίς όμως να καταφέρνει να βρει τα μέσα (υλικά και οικονομικά) για να τα μετατρέψει σε έργα». Σε αυτή τη δύσκολη εποχή που η αναζήτηση πόρων τείνει να υποσκιάσει τη δημιουργία, στο μυαλό της γεννιέται ένα ερώτημα που θα γονιμοποιήσει, όπως εξηγεί, ολόκληρο το έργο της: Κατά πόσο κάποιος που ξέρει ότι έχει ιδέες και σχέδια αλλά δεν καταφέρνει να τα πραγματοποιήσει, που αδυνατεί να δείξει τη δουλειά του, μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του καλλιτέχνη; Τι είναι τελικά αυτό που καθιστά κάποιον καλλιτέχνη; [Της Βανεσσας Θεοδωροπουλου, Η Καθημερινή, 13-08-2008]

Στο Μουσείο Μπενάκη


Αφιερωμένες σε θέατρο, ζωγραφική και φωτογραφία, εγκαινιάζονται τον Σεπτέμβριο

Aχαρο να μιλάς για Σεπτέμβριο και φθινοπωρινές εκθέσεις λίγες μέρες πριν τον Δεκαπενταύγουστο, αλλά μη βιαστείτε να ρίξετε το φταίξιμο σε μας. Το Μουσείο Μπενάκη ανακοίνωσε το εκθεσιακό πρόγραμμα του επόμενου μήνα για το κτίριο της οδού Πειραιώς και ο πειρασμός ήταν μεγάλος. Τρεις σημαντικές εκθέσεις, θέατρο, ζωγραφική, φωτογραφία, τρεις τομείς που το Μουσείο Μπενάκη έχει παράδοση.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννηση του Καρόλου Κουν και στις 25 Σεπτεμβρίου θα εγκαινιαστεί η μεγάλη, κεντρική έκθεση αφιερωμένη στον μεγάλο ανανεωτή του ελληνικού θεάτρου (συνδιοργανωτές: Μουσείο Μπενάκη, Πολιτιστικό Ιδρυμα Τραπέζης Κύπρου, Θέατρο Τέχνης). Στόχος της έκθεσης είναι να διερευνηθούν οι καλλιτεχνικές και αισθητικές επιλογές του ιδρυτή του Θεάτρου Τέχνης, οι λιγότερο και περισσότερο εμφανείς «συνομιλίες» του με σύγχρονους αλλά και παλαιότερους Ελληνες και ξένους καλλιτέχνες, ενώ έμφαση θα δοθεί στον διάλογο ανάμεσα στις διαφορετικές μορφές τέχνης που «συναντήθηκαν» στο έργο του Κουν. Η έκθεση θα πλαισιωθεί από σειρά παράλληλων εκδηλώσεων που περιλαμβάνει τη διοργάνωση επιστημονικής ημερίδας, συναυλίες με μουσικά έργα που γράφτηκαν για παραστάσεις του Καρόλου Κουν, με τη συμμετοχή της Ορχήστρας των Χρωμάτων, καθώς και έναν κύκλο προβολών μαγνητοσκοπημένων παραστάσεων. Εξαιρετικής σημασίας θεωρείται η συνοδευτική έκδοση με όλη την παραστασιογραφία του Ελληνα σκηνοθέτη.

Η περίπτωση του Γιάννη Μιγάδη στην ελληνική ζωγραφική του 20ού αιώνα είναι από τις πιο ξεχωριστές. Μαθητής του Παρθένη, με φόντο τη ζωγραφική της «ελληνικότητας» και καταβολές στο σύμπαν του Γιάννη Τσαρούχη, ο Γιάννης Μιγάδης περπάτησε τον δικό του δρόμο, μέσα από τους τέσσερις βασικούς θεματικούς κύκλους της δουλειάς του: πρόσωπα, τοπία, νεκρές φύσεις - αντικείμενα. Πρώιμα έργα, σχέδια, καθώς και μακέτες σκηνικών και κοστουμιών για το θέατρο που παρουσιάζονται για πρώτη φορά πλαισιώνουν τον κορμό της έκθεσης. Η αναδρομική έκθεση του Ελληνα ζωγράφου θα εγκαινιαστεί στις 19 Σεπτεμβρίου. Και μία ημέρα νωρίτερα θα έχει ανοίξει η μεγάλη έκθεση για έναν από τους σπουδαίους της μεταπολεμικής ευρωπαϊκής φωτογραφίας, τον Τσέχο Γιόζεφ Κουντέλκα. Η έκθεση, σε επιμέλεια του ίδιου του καλλιτέχνη, αρχίζει με δύο πρωτόλειες ενότητες από το τέλος του 1950 και τις αρχές του 1960, συνεχίζει με μια επιλογή από τις καλύτερες εργασίες του («Το Θέατρο», «Οι Τσιγγάνοι», «Η Εισβολή», «Εξορίες») και τελειώνει με το «Χάος», τη σύγχρονη πανοραμική του δουλειά.

Μιρό: Ο τόπος

[International Herald Tribune, Η Καθημερινή, 08-08-2008]

Οσο περισσότερο ένας καλλιτέχνης προχωρά προς την αφαίρεση, τόσο πληθαίνουν οι ερμηνείες και οι απόπειρες ερμηνείας του έργου του. Εδώ και 30 χρόνια, κάθε μεγάλη έκθεση του Χοάν Μιρό, προκαλεί πλήθος ερμηνειών του. Αλλά ο επιμελητής και συγγραφέας του καταλόγου της έκθεσης «Μιρό: Ο τόπος» στο Παλάτσο ντέι Ντιαμάντι της Φεράρας στην Ιταλία (80 πίνακες, γλυπτά και κεραμικά προερχόμενα από 60 χρόνια δημιουργίας), Τομάς Λόρενς, υποστηρίζει ότι ένα είναι το κύριο κλειδί το οποίο ανοίγει την πύλη στον κόσμο του Μιρό. Και αυτό είναι ο τόπος, ο τόπος του, η ισόβια προσκόλλησή του στην Καταλωνία, τη γη που τον γέννησε.

Στον αναβρασμό του Παρισιού

Ακόμη και τα πρώτα έργα του Μιρό δέχονται πληθώρα ερμηνειών, όπως γράφει ο Ρόμπερτ Κονγουέι Μόρις στην «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν». Και το αναπαραστατικό «Οργωμένη γη» του 1923-24 δεν κλείνεται εύκολα σε μία και μόνη εξήγηση. Χαρακτηριστικό είναι ότι, όταν ο Γάλλος κριτικός Ζορζ Ρεγιάρ ρώτησε τον ζωγράφο αν το μαύρο πλάσμα μέσα στον πίνακα, σημαίνει τον διάβολο, εκείνος απάντησε ότι στα δικά του μάτια είναι μια σαύρα με καπέλο στο κεφάλι.

Από το εμπόριο που ο πατέρας του ήθελε να ακολουθήσει, τον Μιρό έσωσε ο τύφος από τον οποίο προσβλήθηκε το 1911 στα 18 χρόνια του. Για ανάρρωση οι γονείς του τον έστειλαν σ’ ένα εξοχικό που είχαν έξω από τη Βαρκελώνη. Εκεί ο νεαρός επίδοξος καλλιτέχνης γνώρισε από πρώτο χέρι τη ζωή της γης και τους κύκλους της, που του άφησαν ανεξίτηλη εντύπωση. Σε αυτό το εξοχικό, το Μοντρόιγκ, επέστρεφε σε όλη τη διάρκεια της κατοπινής ζωής του, για να αντλήσει έμπνευση. Από το 1907 φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών Λα Λόνια, όπου 12 χρόνια πριν είχε σπουδάσει ο Πικάσο και τα βήματα εκείνου ακολούθησε όταν το 1920, φεύγοντας από την Ισπανία εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Ηδη, η πρώτη του έκθεση στη Βαρκελώνη το 1918, ήταν εμπορική αποτυχία. Αλλά στα έργα εκείνα διακρίνεται το ύφος της κατοπινής δημιουργίας του, αυτό που έχει αποκληθεί μαζικός ρεαλισμός, πολύ πριν από τον Μάρκες και τους πεζογράφους της Λατινικής Αμερικής. Στο Παρίσι ζυμώθηκε με την αναβράζουσα εκεί καλλιτεχνική ζωή. Ο Αντρέ Μπρετόν είπε ότι «ο Μιρό είναι ο πιο υπερρεαλιστής από όλους μας». Τυπικά ουδέποτε υιοθέτησε τον υπερρεαλισμό, μολονότι έλαβε μέρος σε όλες σχεδόν της εκθέσεις του και αργότερα αποστασιοποιήθηκε.

Ο χαρακτηριστικός, ανεξίτηλος Μιρό, έγινε στη δεκαετία του 1920, όταν εγκατέλειψε βαθμιαία την αναπαραστατική τέχνη υπέρ της αφαίρεσης. Κορυφαία του στιγμή ήταν η επιτυχημένη έκθεσή του στο Παρίσι το 1925 και η παραγγελία από τον Ντιαγκίλεφ να ζωγραφίσει σκηνικά για παραστάσεις των «Ρωσικών Μπαλέτων». Στο τέλος της δεκαετίας αυτής η αφαίρεση είχε τόσο πολύ κυριαρχήσει στο έργο του, ώστε σκέφθηκε να εγκαταλείψει τη ζωγραφική. Αρχισε να κατασκευάζει κολλάζ και στράφηκε στη γλυπτική. Δεν εγκατέλειψε όμως ολότελα τη ζωγραφική ούτε καν την αναπαράσταση, διατηρώντας πάντα κάποια στοιχεία της, οσοδήποτε δυσδιάκριτα.

Δεν υπήρξε άμεσα πολιτικοποιημένος, όπως πολλοί συνάδελφοί του, ομοπάτριδες και μη, στο Παρίσι και την Καταλωνία. Το πιο πολιτικό του έργο είναι το «Βοηθήστε την Ισπανία», ένας εργάτης με σφιγμένη γροθιά (1937) με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για τους Δημοκρατικούς εναντίον της ανταρσίας του Φράνκο. Το ότι δεν ήταν άμεσα πολιτικοποιημένος, του επέτρεψε την επιστροφή στην Ισπανία, όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στη Γαλλία το 1940. Στη δεκαετία του 1940 η φήμη του εξαπλώθηκε στις ΗΠΑ, όπου άρχισε να εκθέτει τακτικά, ασκώντας σημαντική επίδραση στην εξέλιξη της Αφαίρεσης εκεί. Μόνο το 1978, μετά τον θάνατο του Φράνκο, γνώρισε μεγάλη αναδρομική του έργου του στην Ισπανία (Μαδρίτη).

Στη δεκαετία του 1940 άρχισε επίσης να πειραματίζεται στην κεραμική με τη βοήθεια του φίλου του κεραμιστή Ζόζεφ Λόρενς Αρτίγκος. Η συνεργασία τους οδήγησε σε παραγγελίες, από το τέλος της δεκαετίας του 1950 ώς τις αρχές της δεκαετίας του 1970, για κεραμικές τοιχογραφίες, όπως το «Ηλιος και φεγγάρι» για το κτίριο της Ουνέσκο στο Παρίσι και στη συνέχεια από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, από το Μουσείο Γκουγκενχάιμ (Νέα Υόρκη), από το Διεθνές Αεροδρόμιο της Βαρκελώνης και από το Κουνστχάους της Ζυρίχης.

Ιχνη ποδιών

Και μετά τα 80 χρόνια παρέμεινε δραστήριος και δημιουργικός, φιλοτεχνώντας 32 χαρακτικά για την εικονογράφηση του «Ασμάτιου του ήλιου» του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης, ορισμένα εκ των οποίων παρουσιάζονται στην έκθεση. Από τα έργα της έκθεσης τούτης, επίσης, ξεχωρίζει η τεράστια ελαιογραφία του 1974 «Πρόσωπα και πουλιά τη νύχτα» που τη ζωγράφισε σε μουσαμά απλωμένο στο πάτωμα, αφήνοντας πάνω του και τις πατημασιές του, καθώς διασχίζει διαγώνια την επιφάνεια.

Η αναγνώριση των γκράφιτι

[International Herald Tribune, Η Καθημερινή, 08-08-2008]

Το καλοκαίρι του 1998, ο Βαλεντέν Μπεσάντ, νεαρός Γάλλος καλλιτέχνης του γκράφιτι, σκαρφάλωσε πάνω στα χαλάσματα μιας παλιάς γέφυρας και άρχισε να ζωγραφίζει με σπρέι. Οταν ανακατεύονται με αρχαία μνημεία κάθε άλλο παρά συμπαθείς γίνονται αυτοί οι καλλιτέχνες. Ομως, εκείνη δεν ήταν μια όποια παλιά γέφυρα. Ηταν η γέφυρα του ποταμού Μόσταρ, έργο του 16ου αιώνα, που καταστράφηκε το 1993 από τα κροατικά τανκς στον εμφύλιο της Βοσνίας. Εκτοτε ανακατασκευάστηκε και στέκει σαν υπόμνηση ενός παρελθόντος που δεν πρέπει να επαναληφθεί.

Τέχνη κατάφασης

Για τον Βαλεντέν και την ομάδα των αντιπολεμικών ακτιβιστών μαζί του, το ζωγράφισμα της γέφυρας ήταν μια πολιτική πράξη. Ηταν η κατάφαση της καλλιτεχνικής δημιουργίας επί του βανδαλισμού. Κι όμως, οι καλλιτέχνες του γκράφιτι ήταν εκείνοι που θεωρούνταν βάνδαλοι. Πριν από δέκα χρόνια τα γκράφιτι ήταν παράνομη δραστηριότητα. Οχι όμως πια, όπως γράφει η Κλόντια Μπαρμπιέρι στην «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν». Πρόσφατα, η Τέιτ Μόντερν του Λονδίνου, συγκέντρωσε έξι καλλιτέχνες των δρόμων από όλο τον κόσμο και τους ανέθεσε να καλύψουν με ζωγραφιές τον τοίχο του κτιρίου της που βλέπει στον Τάμεση. Είναι η πρώτη επίσημη παρουσίαση της τέχνης των δρόμων στο Λονδίνο. Παράλληλα, η τέχνη τούτη όχι μόνο μπήκε στον χώρο των δημοπρασιών, αλλά και σημειώνει αλματώδη αύξηση των ποσών τα οποία προσελκύει. Δηλαδή, μια τέχνη που κάποτε ήταν εφήμερη, εφόσον ζούσε μέχρι να την ξεπλύνουν το άλλο πρωί οι καθαριστές του δήμου, σήμερα επιστρέφει δριμύτερη.

Προ μηνών η Moona Lisa, έργο του Βρετανού Νικ Γουόκερ, που απεικονίζει την αινιγματική καλλονή του Λεονάρντο ντα Βίντσι, ξεγυμνώνοντας το στήθος της, πουλήθηκε αντί 106 χιλιάδων δολαρίων, σε πλειστηριασμό του Μπόναμ στο Λονδίνο. Και πιο πρόσφατα, ένα έργο του επίσης Βρετανού Μπάνκσι, έφθασε τα 169 χιλιάδες δολάρια σε δημοπρασία του Σόθεμπι στη Νέα Υόρκη.

Παράλληλα προς την υπαίθρια έκθεση της Τέιτ Μόντερν, ο επιμελητής της Σίνταρ Λιούνσον δημοσίευσε την πρώτη σε βάθος ανάλυση του φαινομένου με τίτλο Street Art - The Graffiti Revolution, όπου ιχνηλατεί τούτη την τέχνη από την εποχή της ζωγραφικής των σπηλαίων έως σήμερα.

Για τον ιστορικό, η κάθε πόλη έχει τη δική της τέχνη. Ο βρετανικός εκκεντρισμός αναδύεται από ένα άλλο έργο του Μπάνκσι «Ο Χριστός με τσάντες ψώνια», όπου στη σκηνή της Σταύρωσης, από τα χέρια του Χριστού κρέμονται τσάντες των σούπερ μάρκετ. Ο Νούνκα από τη Βραζιλία, ένας από τους έξι της Τέιτ Μόντερν, ζωγραφίζει με σπρέι, γιγαντιαίες μορφές των γηγενών Ινδιάνων της πατρίδας του. Οι καλλιτέχνες του Παρισιού είναι πιο διανοούμενοι. Η μις Τικ, μια από τις πιο γνωστές μορφές στην τέχνη του γκράφιτι στη γαλλική πρωτεύουσα, στα έργα της αναμειγνύει νέα ημίγυμνα κορίτσια, με φιλοσοφήματα του τύπου «δεν πίστευα σε τίποτα, αλλά όχι πια».

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η κοινωνική συνείδηση διακρίνει τη δημιουργία πολλών καλλιτεχνών γκράφιτι, αλλά και τη ζωή τους. Ο Toxic, ένας από τους πρώτους που ζωγράφισαν το υπόγειο μετρό της Νέας Υόρκης, δουλεύει με παιδιά και μαζί τους ζωγραφίζει τοιχογραφίες στα σχολεία τους, στην Καλαβρία και στην Τοσκάνη της Ιταλίας, όπου ζει.

Οι άγνωστοι

Για τον Ολλανδό συλλέκτη Χενκ Πίνενμπουργκ που άρχισε να αγοράζει τέχνη των δρόμων πριν από 25 χρόνια, πρόκειται για ένα καλλιτεχνικό κίνημα, ισάξιο με τον κυβισμό και τον υπερρεαλισμό του 20ού αιώνα. Και μολονότι πρωτοπόροι σαν τον Μπασκιά και τον Κιθ Χάρινγκ έγιναν αμέσως γνωστοί σε κοινό και κριτικούς πολλοί άλλοι εξαιρετικοί καλλιτέχνες του είδους, μένει ακόμη να ανακαλυφθούν.

Η ελληνική αρχιτεκτονική διεκδικεί τίτλο στη Βαρκελώνη

[Του Δημητρη Ρηγοπουλου, Η Καθημερινή, 02-08-2008]

Πώς είναι να διαγωνίζεσαι δίπλα στον Νόρμαν Φόστερ; Για τη Ρένα Σακελλαρίδου και τη Μόρφω Παπανικολάου η είδηση της υποψηφιότητάς τους στα Μεγάλα Βραβεία του Παγκόσμιου Αρχιτεκτονικού Φεστιβάλ (Βαρκελώνη, 22-24 Οκτωβρίου) δεν είναι κάτι περισσότερο από μία ακόμα πολύ καλή είδηση. Το επιστέγασμα, ίσως, μιας διαρκούς ανοδικής πορείας που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας με τη διπλή συνεργασία με τον διάσημο Ελβετό αρχιτέκτονα Μάριο Μπότα και συνεχίζεται μέσα από ένα πληθωρικό έργο το οποίο σήμερα φαίνεται να αναγνωρίζεται θεαματικά και στο εξωτερικό.

Οι δύο Θεσσαλονικιές αρχιτεκτόνισσες θα βρεθούν τον Οκτώβριο στη Βαρκελώνη, στους κόλπους της διεθνούς αρχιτεκτονικής ελίτ, για να παρουσιάσουν ένα αθηναϊκό τους έργο: τη νέα διαμόρφωση της Πύλης του Αστέρα Βουλιαγμένης και την αναβάθμιση της εισόδου του συγκροτήματος «Ναυσικά», στο πλαίσιο του ίδιου ξενοδοχειακού complex. Είναι μία από τις πιο πρόσφατες δουλειές τους (ολοκληρώθηκε τον Μάιο) και αυτή που κέντρισε το ενδιαφέρον της Κριτικής Επιτροπής του φεστιβάλ για να τη συμπεριλάβει στις 16, τελικά, υποψηφιότητες στην κατηγορία «Holiday».

Είναι η πρώτη χρονιά του Παγκόσμιου Αρχιτεκτονικού Φεστιβάλ και μία πρόχειρη ματιά στην ιστοσελίδα της διοργάνωσης (www.wo

rldarchitecturefestival.com) αποδεικνύεται άκρως διαφωτιστική για το μέγεθος της φιλοδοξίας των Καταλανών. Πατώντας με σιγουριά στη νέα ταυτότητα της Βαρκελώνης στοχεύουν πολύ ψηλά: σ’ ένα high profile αρχιτεκτονικό φεστιβάλ που θα συγκεντρώνει τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες με διαγωνιστικό χαρακτήρα, δηλαδή σασπένς και γκλάμουρ. Κάτι που λείπει μάλλον από τα υψηλού κύρους βραβεία Pritzker που έχουν περισσότερο ακαδημαϊκό χαρακτήρα, ένας επιπλέον λόγος για να τα αποκαλούμε «Νομπέλ της αρχιτεκτονικής». Το φεστιβάλ είναι έτσι διαρθρωμένο ώστε να εξασφαλίζει τη φυσική παρουσία των υποψηφίων (γίνονται παρουσιάσεις των project) και να ενισχύει την αδρεναλίνη. Οσοι κερδίσουν το βραβείο των επιμέρους θεματικών κατηγοριών θα αναμετρηθούν την τελευταία ημέρα για το «Κτίριο της Χρονιάς». Αν συμφωνήσουμε ότι η αρχιτεκτονική «πουλάει», το Φεστιβάλ της Βαρκελώνης μοιάζει να ξεφυτρώνει την καλύτερη εποχή.

Είμαστε τυχεροί λοιπόν που θα δώσουμε το «παρών» σ’ αυτό το τριήμερο, αρχιτεκτονικό πανηγύρι μ’ ένα έργο το οποίο φωνάζει από πολύ μακριά: Ελλάδα, Μεσόγειος, ντόλτσε βίτα α λά ελληνικά. Σαν ένα αόρατο νήμα να μας πηγαίνει πίσω στα τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν ο Προκόπης Βασιλειάδης, ο Εμμανουήλ Βουρέκας και ο Περικλής Σακελλάριος σχεδίαζαν το ξενοδοχειακό συγκρότημα του «Αστέρα» στη Βουλιαγμένη, λίγα χρόνια μετά την ενθουσιώδη υποδοχή των αντίστοιχων εγκαταστάσεων στη Γλυφάδα. O ελληνικός μοντερνισμός εισέβαλε στη νεόκοπη τουριστική μας βιομηχανία με καταμερισμό του κτιριακού όγκου σε μικρές ανεξάρτητες μονάδες, προσεκτική ένταξη των κτισμάτων στο ευαίσθητο αττικό τοπίο και χρήση ελαφρών κατασκευών.

Η ανάθεση στη Ρένα Σακελλαρίδου και στη Μόρφω Παπανικολάου αφορούσε δύο περιορισμένης κλίμακας επεμβάσεις αλλά υψηλού συμβολισμού. Μία νέα (πρώτη) εικόνα για τον «Αστέρα». Κυριαρχία του λευκού, καμπύλες επιφάνειες, Μεσόγειος, φίφτις αναμνήσεις. Οπως λένε οι ίδιες «σιγά σιγά αναδύεται η επιθυμία να ειπωθεί αυτό που ενεργοποιεί τον αρχιτέκτονα κάθε φορά όταν ένα καινούργιο θέμα παρουσιάζεται. Η πραγματική επιθυμία για να μπορέσει να φύγει το περιττό και να δει πιο καθαρά αυτό που θέλει να πει, και ίσως να το πει λίγο πιο καθαρά αυτή τη φορά, την κάθε φορά».

Αναδρομική Πράσινου στη Σύρο

Το 1958, o ζωγράφος Μάριος Πράσινος που είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη το 1916 και μεγαλώσει στο Παρίσι, ανακαλύπτει για πρώτη φορά τη χώρα της καταγωγής του. Κάνει μια κρουαζιέρα στα νησιά του Αιγαίου με τον Αλμπέρ Καμύ και τον εκδότη Μισέλ Γκαλιμάρ, νοικιάζει για μερικούς μήνες ένα σπίτι στις Σπέτσες.

Ηταν ένα ταξίδι που θα επηρέαζε πολύ τη μετέπειτα δουλειά του. Η Ελλάδα χρειάστηκε πολλά χρόνια για να ανακαλύψει εκ νέου το σημαντικό έργο που άφησε πίσω του ο εικαστικός, ο οποίος πέρασε τη ζωή του στη Γαλλία. Τον τελευταίο καιρό διοργανώνονται αρκετές εκθέσεις που μας βοηθούν να μυηθούμε στην ευαισθησία της ματιάς του. Σήμερα, εγκαινιάζεται ένα λαμπρό αναδρομικό αφιέρωμα στην Πινακοθήκη Κυκλάδων στη Σύρο, στο πλαίσιο του φεστιβάλ «Ερμουπόλεια», που διανύουν φέτος τη 17η χρονιά τους. Η έκθεση στην πρωτεύουσα των Kυκλάδων θα φιλοξενήσει 120 έργα του, τα οποία ανήκουν σε ιδιωτικές συλλογές.

O Πράσινος δεν ήταν μονάχα ζωγράφος, αλλά χαράκτης, εικονογράφος, συγγραφέας και σκηνογράφος. Το γεγονός ότι αποχωρίστηκε βίαια από την πόλη που γεννήθηκε εξαιτίας των τουρκικών διώξεων, άφησε ανεξίτηλα σημάδια στον ψυχισμό, αλλά και το έργο του. Το μεγάλωμά του στο Παρίσι τού έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά μεγάλους καλλιτέχνες, όπως ο Πικάσο και ο Αρπ και λογοτέχνες, όπως ο Μπρετόν.

Στην αρχή της σταδιοδρομίας του εντάχθηκε στο κίνημα των σουρεαλιστών. Μετά, όμως, χάραξε μια αυτόνομη, πιο προσωπική πορεία. Καταπιάστηκε με τα τοπία, τη φύση (δέντρα, μπουκέτα) και τα πορτρέτα, έχοντας πάντοτε στο νου, μνήμες μακρινές. Η δουλειά του βραβεύτηκε στη Γαλλία και τα έργα του βρίσκονται σε πολύ σημαντικές συλλογές. Η έκθεση στην Ερμούπολη θα διαρκέσει από σήμερα ώς και τις 2 Σεπτεμβρίου.


Η Σύρος, με τις όμορφες ακρογιαλιές και τα παλιά αρχοντικά, διεκδικεί φέτος τον τίτλο του πιο εικαστικού νησιού του Αιγαίου, με τις εκδηλώσεις «Ερμουπόλια 2008». Μετά την αναδρομική έκθεση του Χρόνη Μπότσογλου εγκαινιάζεται το ερχόμενη Σάββατο στην Πινακοθήκη των Κυκλάδων, στην Ερμούπολη, ένα αφιέρωμα στον Μάριο Πράσινο.

Γεννημένος το 1916, ο Πράσινος αναγκάστηκε το 1922 να εγκαταλείψει το πατρικό του στην Κωνσταντινούπολη εξαιτίας των διωγμών του κεμαλικού καθεστώτος και να εγκατασταθεί στο Παρίσι. Η παρισινή πρωτεύουσα δεν του έδωσε μόνο ευκαιρία για σπουδές αλλά και για να έρθει σε επαφή με διάσημους καλλιτέχνες, όπως ο Πικάσο, ο Νταλί, ο Ντισάν και τα εικαστικά κινήματα της εποχής του. Παίρνοντας στοιχεία από τον πουαντιγισμό του Σερά, τον οποίο θαύμαζε ιδιαίτερα, και τη χειρονομιακή ζωγραφική του Τζάκσον Πόλοκ, ανέπτυξε το δικό του, ιδιαίτερο ύφος.

Το κίνημα των σουρεαλιστών θα τον γοητεύσει, όμως δεν θα σταθεί για πολύ και με τις ενότητες «Ταύροι» και «Κοπάδια» χαράζει τη δική του πορεία. Ο Μάριος Πράσινος καταπιάνεται με τα τοπία, τη φύση και τα πορτρέτα, έχοντας πάντοτε στον νου μνήμες μακρινές και πληγωμένες. Οι εικόνες από τα χρόνια του διωγμού και του ξεριζωμού παράγουν συναισθήματα πόνου, λύπης, φόβου που αποτυπώνονται στη ζωγραφική του. Στην εικαστική του διαδρομή το «σκοτεινό» είναι το κύριο χαρακτηριστικό έκφρασης των συναισθημάτων του. Το «μαύρο» της λύπης και του τρόμου βρίσκεται σε διαρκή αντιπαράθεση με το «φωτεινό» της χαράς και της αισιοδοξίας.

Ο καλλιτέχνης σχεδίασε κοστούμια για πολλές θεατρικές παραστάσεις, έκανε πάνω από 150 ταπισερί και εικονογράφησε πολλές ποιητικές συλλογές. Το γαλλικό κράτος τον τίμησε με τα μετάλλια της Λεγεώνας της Τιμής και των Γραμμάτων και Τεχνών. Μετά τον θάνατό του, το 1985 ιδρύθηκε το ομώνυμο ίδρυμα Saint-Remy της Προβηγκίας όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. [Π. ΣΠΙΝΟΥ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία / 7 - 27/07/2008]

ΒΛΕΠΕ ΚΑΙ:

Γνωριμία με τον Μ. Πράσινο. Έκθεση στη Σύρο ενός σημαντικού ζωγράφου της διασποράς. Της Μαργαρίτας Πουρνάρα, στην Καθημερινή, 06-08-2008