Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Ροσίσκαγια Γκαζέτα», ο Αλεξάντρ Κιμπόβσκι, επικεφαλής της κρατικής υπηρεσίας προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς «Ροσοχρανκουλτούρα», υπογραμμίζει τη δραματική έλλειψη συντηρητών και αναστηλωτών έργων τέχνης και αρχιτεκτονικών μνημείων, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι ο αριθμός τους έχει πέσει κατά τρεις φορές από το 1991 μέχρι σήμερα!
Το κρατικό στέλεχος πρόσθεσε ότι, μέχρι και το 1990, μόνο στη Ρωσία (ως σοσιαλιστική Δημοκρατία στο πλαίσιο της ΕΣΣΔ), υπήρχαν 34 κρατικά σημεία υποδομής (σ.σ. αυτό σημαίνει αντίστοιχη γιγαντιαία δομή από κάτω) για συντήρηση αντικειμένων πολιτιστικής κληρονομιάς, με πολλαπλό αντικείμενο εργασίας. Με τη σειρά τους, αυτά τα σημεία ήταν ενοποιημένα σε μια σειρά από «ισχυρά», όπως τα χαρακτηρίζει, κέντρα διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο ίδιος προσθέτει ότι αυτό το κρατικό δίκτυο συντήρησης και ανάδειξης της πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελούσε και την «ομπρέλα» ειδικευμένων εκπαιδευτικών κέντρων και σχολών συντηρητών. Δηλαδή, συμπληρώνουμε εμείς, υπήρχε μία τεράστια δομή, οργανωμένη με όρους κεντρικού σχεδιασμού, που περιλάμβανε, όχι μόνο σωστική υποδομή, αλλά και εκπαιδευτική για νέες «φουρνιές» συντηρητών.
Ωστόσο, σημείωσε ο Κιμπόβσκι, τη δεκαετία του '90, πολλοί νέοι ειδικευμένοι συντηρητές αναζήτησαν την «τύχη» τους ...στο «ντιζάιν» εσωτερικών χώρων και στην οικοδομή, για να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους, μετά τη δραματική μείωση των αποδοχών τους στις κρατικές υπηρεσίες. Ο ίδιος, βέβαια, προσπάθησε να δείξει «έργο» από το σημερινό καθεστώς, αλλά ανεπιτυχώς, αφού, ουσιαστικά, «πανηγυρίζει» ότι «κατάφεραν» να φτάσουν την κρατική χρηματοδότηση για τη συντήρηση ...στα επίπεδα του 1980! Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι ότι οι σημερινές κρατικές υπηρεσίες για την πολιτιστική κληρονομιά δουλεύουν με βάση καταγραφές και άλλα ντοκουμέντα ...της 10ετίας του '50.
Ο «πόνος», πάντως, του κράτους για τους συντηρητές αποτελεί εμπαιγμό. Από το 2006, ο «Πανρωσικός Σύλλογος Προστασίας των Ιστορικών Μνημείων και της Κουλτούρας» (ιδρύθηκε το 1966) κατήγγειλε ότι το 65% των κειμηλίων πολιτιστικής κληρονομιάς βρίσκεται σε επικίνδυνη κατάσταση. «Η ανάγκη για συντηρητές υπερπολλαπλασιάστηκε, αλλά δεν υπάρχει κανείς και τίποτα να την ικανοποιήσει», σημείωνε τότε ο ρωσικός Τύπος. Οι επικεφαλής του συλλόγου σημείωναν ότι «δεν αποτελεί είδηση πως τα τελευταία χρόνια το κράτος σιγά σιγά απομακρύνεται από τη σφαίρα προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς και της κουλτούρας εν γένει». Το 2006, μάλιστα, άρχισε και η ιδιωτικοποίηση των κεντρικών κρατικών επιστημονικών εργαστηρίων συντήρησης. Η νέα νομοθεσία απαξιώνει και το ίδιο το επάγγελμα του συντηρητή, το οποίο εντάσσεται στις «οικοδομικές εργασίες». Οχι και στις σημαντικότερες, μάλιστα...
Σε ό,τι αφορά στην ιδιωτικοποίηση μνημείων από το κεφάλαιο, που επιτρέπεται πλέον νομοθετικά στη Ρωσία, ο Κιμπόβσκι προσπάθησε να κρατήσει αποστάσεις από το ότι η ιδιωτικοποίηση είναι η μόνη που μπορεί να «σώσει» τα μνημεία, αλλά υπεραμύνθηκε της πολιτικής που λέει «αγοράστε μνημεία και θα σας βοηθήσουμε με τις υποδομές για τη σύγχρονη χρήση τους»! Εμμέσως όμως, ομολογεί την επικινδυνότητα αυτής της πολιτικής, λέγοντας πως για έναν ιδιώτη, η αναστήλωση ενός αρχιτεκτονικού μνημείου στοιχίζει πέντε φορές περισσότερο από την κατασκευή νέου κτιρίου. Από την 1/1/2009, όλες οι αρμοδιότητες προστασίας των μνημείων περνούν στις περιφέρειες και το μόνο που ...«εύχεται» το κράτος, διά στόματος Κιμπόβσκι, είναι να δημιουργηθούν στις περιφέρειες «ισχυρές δομές» προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς...
Αυτή η κατάσταση δεν ενθαρρύνει και αποθρασύνει μόνο το κεφάλαιο, αλλά και τη ρωσική ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία, ενώ, από τη μία, «διαμαρτύρεται» για την καταστροφή θρησκευτικών μνημείων στην επαρχία - όπως η εκκλησία της Ανάστασης, στο χωριό Κομάροβο της κεντρικής Ρωσίας που στεκόταν απείραχτη από το 1809, οπότε χτίστηκε, μέχρι τις αρχές του περασμένου Οκτώβρη, οπότε κάποιοι ...την εξαφάνισαν, μην αφήνοντας ούτε τούβλο - από την άλλη, θεωρεί τα μνημεία «τσιφλίκι» της και εγείρει απαιτήσεις.
Το τελευταίο διάστημα έχει ξεσηκωθεί μεγάλη συζήτηση για την απαίτησή της να δανειστεί πολύτιμη εικόνα του 15ου αιώνα από τη σπουδαία Πινακοθήκη «Τρετιακόφ» της Μόσχας και να τη χρησιμοποιήσει ...για λαϊκό προσκύνημα σε μοναστήρι. Πρόκειται για την «Αγία Τριάδα» του κορυφαίου ζωγράφου και μοναχού του 15ου αιώνα, Αντρέι Ρουμπλιόφ. Επιστήμονες όπως ο Λεβόν Νερσενιάν, ειδικός της μεσαιωνικής τέχνης στην «Τρετιακόφ», δήλωσε στην εφημερίδα «Κομερσάντ», ότι, αν γίνει δεκτό το αίτημα του πατριάρχη Αλέξιου 2ου, θα είναι «σίγουρα μοιραίο» για το έργο: «Αν υποκύψουμε στην ηλίθια ιδέα ενός ανθρώπου και μεταφέρουμε την εικόνα 70 χιλιόμετρα ως εκεί και άλλα 70 στην επιστροφή, προκειμένου να τη βάλουμε σε μια εκκλησία όπου θα επικρατεί συνωστισμός με εκατοντάδες κεριά αναμμένα και πλήθος προσκυνητών να θέλει να την αγγίξει και να τη φιλήσει, ουδείς μπορεί να εγγυηθεί για την ασφάλειά της», σημειώνει ο Νερσενιάν στο διαδίκτυο. Ο Βαλεντίν Ροντιόνοφ, διευθυντής της «Τρετιακόφ», δήλωσε στην «Ιζβέστια» πως «οι περισσότεροι εμπειρογνώμονες πιστεύουν πως η κατάσταση της εικόνας δεν επιτρέπει τη μεταφορά της», σημειώνοντας ότι δε λήφθηκε ακόμα απόφαση για έγκριση ή απόρριψη του αιτήματος της Εκκλησίας.
No comments:
Post a Comment