Βολανάκης, Παπαλουκάς και Παρθένης: τρεις μεγάλοι έλληνες ζωγράφοι μνημονεύονται με ισάριθμες εκθέσεις στην Αθήνα
Σήμερα θεωρείται ο «πατέρας της ελληνικής θαλασσογραφίας», από τους κορυφαίους ζωγράφους του 19ου αιώνα, ενώ τα έργα του σημειώνουν τιμές ρεκόρ στις δημοπρασίες.
Κι όμως ο Κωνσταντίνος Βολανάκης, που τιμήθηκε στα νιάτα του από τον αυτοκράτορα της Αυστρίας, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, όταν επέστρεψε από το Μόναχο στην Αθήνα, δυσκολευόταν να ζήσει από τη ζωγραφική του.
Η μεγαλύτερη έκθεση μέχρι σήμερα για τον Κωνσταντίνο Βολανάκη με 62 πίνακές του παρουσιάζεται στο Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδας σε συνεργασία με το Ιδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη. Δύο ακόμα σημαντικοί ζωγράφοι του περασμένου αιώνα, ο Κωνσταντίνος Παρθένης και ο Σπύρος Παπαλουκάς έρχονται στο προσκήνιο με εκθέσεις που αναδεικνύουν τη σχέση τους με τη θρησκεία.
Νεαρός ζωγράφος το 1900, ο Τζόρτζιο ντε Κίρικο θυμάται τον δάσκαλό του: «Ερχόταν τότε στο Πολυτεχνείο κάθε βδομάδα για να διορθώσει τις τάξεις του σχεδίου ένας πολύ ηλικιωμένος ζωγράφος που λεγόταν Βολανάκης» αναφέρει στη βιογραφία του. «Ηταν θαλασσογράφος· γύρω στα μισά του περασμένου αιώνα είχε ζωγραφίσει πίνακες που δεν στερούνταν ζωγραφικής αξίας και ήταν μάλιστα πολύ εκφραστικοί και γεμάτοι ποίηση· τα θέματά του παρίσταναν ελληνικές παραλίες κοντά στην Αθήνα και απόψεις του λιμανιού του Πειραιά· στις παραλίες, κυρίες και κύριοι ντυμένοι σύμφωνα με τη μόδα εκείνου του καιρού παριστάνονταν όπως στους πίνακες του Κουρμπέ. Ηταν μια ζωγραφική λεία αλλά όχι γλυμμένη, που σαν ποιότητα θύμιζε λίγο τη ζωγραφική του Ιντούνο...»
Οι μοναδικές ελαιογραφίες του αφιερώματος, όπως «Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη», «Η ναυμαχία του Ναβαρίνου», «Η έξοδος του Αρεως» και άλλοι πίνακες, με ψαράδες, καΐκια, ιστιοφόρα και λιμάνια, δείχνουν τη δεξιοτεχνία του στα θαλασσινά θέματα.
Η έκθεση, που επιμελείται η Μαριλένα Κασιμάτη, και το λεύκωμα που τη συνοδεύει αναδεικνύουν τη διαδρομή του Βολανάκη: από την Κρήτη στην Ερμούπολη κι από εκεί στην Τεργέστη, όπου εργάζεται ως λογιστής. Ο εργοδότης του, Αφεντούλης, αναγνωρίζει το ταλέντο του και τον στέλνει στο Μόναχο και, στη βαυαρική μητρόπολη του νεοκλασικισμού, δίνει μορφή στα παιδικά του βιώματα ζωγραφίζοντας καράβια.
Σε μια εποχή που η φήμη του ως «ζωγράφου της θάλασσας» έχει εδραιωθεί στο εξωτερικό, ο Βολανάκης προτιμά να επιστρέψει στην Ελλάδα, όπου όμως έχει διαφορετική αντιμετώπιση. Δουλεύει με μεροκάματο 100 δραχμών σε κορνιζοποιείο του Πειραιά, όπου πουλάει τους πίνακές του, ενώ η κριτική βρίσκει στα έργα του «μόνον αρχαιολογικόν ενδιαφέρον». Οπως έχει επισημάνει ο γιος του Μιλτιάδης, πολλοί «επιτήδειοι» ωφελήθηκαν όταν μετά τον θάνατο του Βολανάκη τα έργα του απέκτησαν «το φυσιολογικόν ύψος» της αξίας τους.
* Δύο ακόμα εκθέσεις δείχνουν πως ο Κωνσταντίνος Παρθένης και ο Σπύρος Παπαλουκάς συνδύασαν στα έργα τους την παρισινή εμπειρία με τις ελληνικές καταβολές τους. Στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών παρουσιάζονται πέντε έργα του Κ. Παρθένη με θέμα τον Ευαγγελισμό, που συνδυάζουν την ελευθερία της μοντέρνας τέχνης με την πνευματικότητα της αρχαίας και της βυζαντινής τέχνης.
Επίσης με θρησκευτικό θέμα, η έκθεση «Σπύρος Παπαλουκάς: Αγιογραφίες, Σχέδια, Μακέτες» στο Ιδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη παρουσιάζει πρώτη φορά 100 και πλέον σχέδια, ελαιογραφίες και μακέτες του καλλιτέχνη. Τα έργα αυτά δείχνουν τις αναζητήσεις του στις σταθερές αξίες της βυζαντινής κληρονομιάς σε συνδυασμό με στοιχεία από τα ευρωπαϊκά ρεύματα της εποχής του. *
No comments:
Post a Comment