- Του Δημήτρη Α. ΣΕΒΑΣΤΑΚΗ*, Η ΑΥΓΗ: 27/12/2009
Το καλοκαίρι συνάντησα τον Γιάννη Μόραλη στο «Αιάκειον» της Αίγινας. Tου είπα: «O Μπέικον θέλει να κερδίσει την αιωνιότητα με τη φόρμα, ο Χιρστ με τη φορμόλη». Του άρεσε. Τον έθελγαν τα ολιγόλογα σχόλια. Συχνά τα χρησιμοποιούσε. Στη σχολή, διόρθωνε «από το πλάι», σχεδόν προσπερνώντας το έργο και τον φοιτητή. Έπρεπε να ξέρεις τους παιγνιώδεις κώδικες για να καταλάβεις την αυστηρότητα και την επιείκεια. Εκεί επάνω, νομίζω, μπορούσες να συναντηθείς με τη ζωγραφική και τη διδακτική του. Πολλοί υποπτεύονταν ότι ο Μόραλης ήταν κρυφοαριστερός. Το σίγουρο είναι ότι ήταν ολιγαρκής. Κάπνιζε συνεχώς στη διόρθωση, τον τάραζε η δοκιμασία να πει, να εκστομίσει τον απορριπτικό λόγο. Ήθελε πάντα να διασώσει μια περιφερειακή πλευρά του μαθητικού έργου που είχε κάποια ποιότητα, ένα μικρό υπόλειμμα αλήθειας πάνω του. Ασκούσε, λοιπόν, μια αντιφατική αυστηρότητα. Πειθαρχημένη φόρμα και επιείκεια. Μόνον ο σχεδιασμένος νους ή ο αυτοτιμωρητικός καλλιτέχνης καταφέρνει αυτό το μικρό θαύμα.
Μερικοί μαθητές του καταπιέζονταν από τον διδακτικό όγκο του. Είχαν ανάγκη έναν πιο ετοιμόρροπο δάσκαλο, έναν πιο ασυνεπή ζωγράφο. Και είναι αλήθεια ότι ο Μόραλης, διαθέτοντας τον αυτοέλεγχο, τον αυτομετριασμό, πίεζε -χωρίς να το καταλαβαίνει- τον φοιτητή, προς την εγκράτεια και συχνά την ευθυνοφοβία. Ο φοιτητής γίνονταν φοβικός εμπρός στην υπέρτατη δοκιμασία της ζωγραφικής επιφάνειας. Δεν χυμούσε πάνω της, αλλά καθόταν καχύποπτος και ανέτοιμος. Αυτό το στοιχείο απομείωνε την εκφραστικότητα, αλλά ανέπτυσσε την κριτική και την τεχνική ευθυβολία.
Στη ζωγραφική του, ο Μόραλης αποφλοίωνε το έργο από την εξεζητημένη ζωγραφικότητα, προσπαθούσε να βρει το αμετάκλητο, σχεδόν το σβησμένο. Γι' αυτό οι χαράξεις του είναι εξαιρετικά σχεδιασμένες και σχεδόν καταστέλλουν κάθε εκτροπή και ιλαρότητα. Ο Μόραλης θέλει τα πάντα να συντελούνται μέσα σε μια φόρμα «ενική», περιέχουσα και πλήρη. Περίπου εκεί θα αναζητούσα τη διδακτική του. Στη ζωγραφική σύνθεση πρέπει να βρίσκεις την ενότητα των μερών, το κρυμμένο και δύσκολο σχεδιαστικό πρωτόκολλο που επανιδρύεται σε κάθε έργο, αλλά διατρέχει ως ηθικό αίτημα όλη τη ζωγραφική. Μια διπλή ενότητα αισθήματος και κατασκευής.
Το εργαστήρι στη Σχολή -τότε που στεγαζόταν στο ιστορικό κτήριο της Πατησίων- είχε ισχνό φωτισμό. Τα φώτα και οι σκιές -ένα από τα κεντρικά εργαλεία της μοραλικής προβληματοθεσίας- ήταν στραμμένα προς μια ψυχρή χρωματική κατεύθυνση, πράγμα που τα έκανε να πλησιάζουν μεταξύ τους και να αποδομούν το αφήγημα. Το τονικό εύρος μειωνόταν από το χρώμα, όχι από τον τόνο. Τεχνικές λεπτομέρειες; Όχι. Καταδεικνύουν την υπόγεια και ενεργό πλευρά του έργου που -κατά τον Μόραλη- το καθιστά έγκυρο και όχι νόστιμο.
Η αριστερά θεωρούσε τον Μόραλη ως τον επαρκή αστό, τον συμφιλιωμένο με το μοντέρνο, αλλά εμμέσως και με την πολιτισμική χειραφέτηση της φτωχής χώρας. Έτσι, παρόλο που ο καλλιτέχνης δεν κατέφυγε ποτέ σε μια πολιτικά εύγλωττη παραστατικότητα (όπως, π.χ., ο ύστερος Δ. Διαμαντόπουλος), εν τούτοις ήταν αποδεκτός από το αριστερό ακροατήριο. Η σημαντική γενιά του '30 ενσωμάτωνε τα πυκνά και αντιφατικά αιτήματα εθνικής πολιτιστικής ανεξαρτησίας και διεθνούς συγχρονίας.
«Το δύσκολο δεν είναι να γνωρίσεις αρχειακά και εκθεσιακά το έργο του, όσο το να προσχωρήσεις στην ιδρυτική ηθική του προϋπόθεση» έγραφα στην “Αυγή” λίγες μέρες πριν. Νομίζω ότι η φυγή του δασκάλου τον εγκαθιστά οριστικότερα στην ελληνική σκηνή και ευνοεί αυτή τη συνάντηση. Φυσικά προϋποθέτει και τη διαθεσιμότητα να είσαι μαθητής, να εκμηδενίζεις τα εργαλεία και να επαναθέτεις τις αναφορές σου.
* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, επ. καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ
No comments:
Post a Comment