«Ο Μόραλης είναι ένας τελευταίος ευπατρίδης της αληθινής ζωγραφικής. Και φίλος μου. Είναι απ' τους λίγους που υπολογίζω την επιδοκιμασία ή την απόρριψη των πράξεών μου (...). Το ίδιο θα πω και για δυο-τρεις ακόμη. Για τον Γκάτσο, τον Ελύτη, τον Τσαρούχη...
Αυτοί συνθέσανε τον πολιτισμό της μεταπολεμικής Ελλάδας, για να τον καταστρέφουν σαν κοράκια οι πολιτικοί και οι δημόσιοι υπάλληλοι. Μέσα στη μοίρα μας κι αυτό», παρατηρούσε ο Μάνος Χατζιδάκις. Καίρια, όπως πάντα, ενέτασσε τον Μόραλη στη μεγάλη «παρέα» πνευματικών ανθρώπων που διαμόρφωσε την αισθητική μιας ολόκληρης εποχής...
Ηδη από το 1951 ο Μόραλης εγκαινιάζει, με τη συνεργασία του με το Ελληνικό Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου, μια παράλληλη δραστηριότητα που με αφορμή τη σκηνογραφία, την ενδυματολογία ή την εικονογράφηση, φωτίζει μία άλλη εξίσου σημαντική πλευρά ενός ζωγράφου γνώστη, λάτρη και συμμετόχου και στις άλλες τέχνες πλην της δικής του.
Το 1951 αναλαμβάνει λοιπόν να φιλοτεχνήσει τα σκηνικά και τα κοστούμια για το μπαλέτο «Εξι λαϊκές ζωγραφιές», σε χορογραφία Ραλλούς Μάνου και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Η σχέση του με το Χορόδραμα θα συνεχιστεί με την «Ερωφίλη», σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη. Αλλά και η σχέση του με το αμιγές θέατρο θα ξεκινήσει το '54 που θα αναλάβει για το Θέατρο Τέχνης του Κουν τα σκηνικά και τα κοστούμια για την παράσταση που βασίζεται σε μονόπρακτα του Πιραντέλο. Θα ακολουθήσουν κι άλλες συνεργασίες με το Θέατρο Τέχνης, το Εθνικό Θέατρο κ.ά.
Οσο για τη μουσική, ανάμεσα στον Μότσαρτ και τον Μπαχ των «πολύτιμων» ακροάσεών του, ο ίδιος εντάσσει νωρίς και τον Χατζιδάκι. Αργότερα τον «ανταμείβει» για τα δώρα που του 'χει κάνει η μουσική του, εικονογραφώντας μοναδικά τα περισσότερα εξώφυλλα των δίσκων του: «Για μια μικρή λευκή αχιβάδα», «Ο κύκλος του CNS», «Παραμύθι χωρίς όνομα», «Σκληρός Απρίλης του '45», «Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς», «Τα Πέριξ» και βέβαια «Ο Μεγάλος Ερωτικός» αποκτούν με το χρωστήρα του ένα «συνώνυμο» στην υψηλή τους αισθητική.
Σταύρος Ξαρχάκος, Μίκης Θεοδωράκης, Γιάννης Γλέζος είναι απ' όσους επίσης ανατρέχουν για τα δισκογραφικά τους εξώφυλλα στο έργο του Μόραλη, αναζητώντας ό,τι επεσήμαινε ο μεγάλος Χατζιδάκις όταν έλεγε πως «ο Μόραλης, εικαστικά, πρώτος κωδικοποίησε την έννοια του λαϊκού ανδρός και της λαϊκής γυναίκας».
Η έντεχνη λαϊκότητα αλλά και η ποίηση: ο Γιάννης Μόραλης από το '65, σε στενή συνεργασία με τις εκλεκτικές εκδόσεις του «Ικάρου», είναι ο εικονογράφος των ποιητών των Νόμπελ, Σεφέρη («Ποιήματα») και Ελύτη («Αξιον Εστί», «Εξι και μία τύψεις για τον ουρανό», «Ασμα ηρωικό και πένθιμο...» κ.ά.). Αργότερα εικονογραφεί εκδόσεις ποιημάτων του Νίκου Καββαδία, της Ιωάννας Τσάτσου, το «Τρίτο Στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή κ.ά.
Η σχέση του με τη λογοτεχνία είχε βέβαια ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, όταν ανακάλυπτε από τη συλλογή του Πολίτη τα δημοτικά ή όταν ματαίως προσπαθούσε να «εικονοποιήσει» τον Καβάφη. «Δεν εικονογραφείται ποτέ η ποίηση. Αυτό που κάνω εγώ είναι το δικό μου συναίσθημα...» έλεγε ο ίδιος.
Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2009
No comments:
Post a Comment