Όλα τα ωραία πράγματα στη ζωή κάποια στιγμή τελειώνουν. Επειδή όμως είναι ωραία, δύσκολα μπορούμε ν' αποδεχτούμε το φινάλε. Αν όμως σε στιγμές όπως αυτή μπορείς να ψελλίσεις δυο λόγια αισιοδοξίας, αυτά δεν μπορούν παρά να είναι τα εξής: εκεί που τελειώνει κάτι, ξεκινάει κάτι καινούριο...

  • Μνήμη. Όχι Λήθη.

Η Προξένου Κορομηλά μοσχομύριζε από τις ανθισμένες νεραντζιές. Με τις καλύτερες διαθέσεις φτάσαμε ένα πρωινό του Απρίλη στη γκαλερί, για να μιλήσουμε στις δύο γυναίκες που πέρασαν τη ζωή τους εκεί μέσα. Δυο γλυκύτατες κυρίες με μάτια που άλλοτε άστραφταν από τις θύμησες του παρελθόντος και άλλοτε νότιζαν από τη συγκίνηση. Δυο άνθρωποι που έζησαν πολλά, γνώρισαν σπουδαίους ανθρώπους και είναι γεμάτοι μνήμες. Τις ζήλεψα αυτές τις γυναίκες. Χορτάτες. Πλήρεις. Και όμως, όχι παραιτημένες. Καθόλου, μα καθόλου, ηττημένες. Στη συζήτηση που ακολούθησε ειπώθηκαν πολλά. Ο λόγος στις αδελφές Μάρω Λάγια και Κατερίνα Καμάρα:

Κατερίνα Καμάρα: «Γιατί κλείνει η γκαλερί; Είναι μια σειρά πραγμάτων... Η οικονομική κρίση σαφώς. Έχουμε φτάσει σε σημείο όπου σχεδόν χρειάζεται να βάζουμε χρήματα στη δουλειά αντί να βγάζουμε. Η κυρία Ηλιάδη που δουλεύει εδώ παίρνει σύνταξη. Κλείνει ο κύκλος. Μεγαλώσαμε. Δίνουμε πλέον όλο το δυναμικό μας στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Και όσα γίνονται εδώ μπορούν να γίνουν στο Μουσείο που είναι μεγάλο, ωραίο, πιο συστηματικό».

Μάρω Λάγια: «Δε θέλω να χρησιμοποιήσω τη φράση "φτωχαίνει η πόλη". Γιατί τη χρησιμοποιούμε κάθε φορά που πεθαίνει κάποιος (γέλια)».

Κ.Κ.: «Η αλήθεια είναι ότι η πόλη ήθελε την γκαλερί. Ήθελε να υπάρχει. Αλλά δεν έκανε κάτι έμπρακτα, για να τη στηρίξει. Ήρθε μια κυρία πριν λίγες μέρες και είπε σχεδόν θυμωμένα: "Γιατί κλείνει η γκαλερί; Δεν πρέπει να κλείσετε". Και όταν τη ρωτήσαμε από πότε έχει να έρθει, μας είπε από τότε που ήμασταν στην Αριστοτέλους 3 -δηλαδή πριν από 20 περίπου χρόνια! Ξέρετε, μοιάζει σαν να θέλουν να κρατήσουν το παιδικό τους δωμάτιο. Να ενηλικιωθούν, να παντρευτούν, αλλά το παιδικό δωμάτιο να υπάρχει, να μπορούν να πηγαίνουν σ' αυτό. Είναι κατανοητή ανάγκη. Λειτουργεί ως μνήμη. Ψυχαναλυτικά λειτουργεί ως αναφορά. Θέλουμε να υπάρχουν αγαπημένα πράγματα του παρελθόντος, γιατί μας παρέχουν μια ασφάλεια. Την αίσθηση της συνέχειας».

Κ.Κ.: «Η πόλη αυτή ήταν πολύ κλειστή, πολύ δύσπιστη, πολύ συντηρητική. Και συνεχίζει να είναι».

Μ.Λ.: «Η Θεσσαλονίκη έχει μια περίεργη σχέση με την τέχνη. Ώρες ώρες λατρεύει την αντικουλτούρα. Και πολλές φορές νιώθαμε ότι οι Θεσσαλονικείς δε μας στήριζαν καθόλου. Θυμάμαι είχαμε την έκθεση του Γιώργου Ζογγολόπουλου με τα κάτοπτρα, τα αέρια από το Άουσβιτς κλεισμένα σε κυτία με τα ονόματά τους. Σ' ένα ποτήρι, τμήμα της έκθεσης, άφησα, κατεβαίνοντας στον εκθεσιακό χώρο, ένα τριαντάφυλλο. Ήταν η πρώτη μέρα της έκθεσης, ψιλόβρεχε και δεν είχε έρθει κανείς εκείνη τη μέρα! Κάποια στιγμή κατέβηκα κάτω να κλείσω τα φώτα. Σκεφτόμουν πως δεν μπορεί να είχαμε έκθεση Ζογγολόπουλου και να μην είχε έρθει κανείς. Το τριαντάφυλλο που είχα αφήσει, όμως, είχε ανοίξει. Και κάτω από το κάτοπτρο φαινόταν τεράστιο και υπέροχο. Δάκρυσα και σκέφτηκα χαμογελώντας μετά πως αυτή η έκθεση είχε γίνει μόνο για μένα».

Μ.Λ.: «Κάποια στιγμή είχαμε έκθεση Άντι Γουόρχολ. Τα παπούτσια. Είχαμε αδειάσει όλη τη ΖΗΤΑ - ΜΙ και είχαμε γεμίσει το χώρο από πάνω ως κάτω με ζωγραφισμένα παπούτσια. Έλαμπαν. Αυτό το έργο έμεινε στην καρδιά μου. Περνούσαν Αμερικάνοι τουρίστες από έξω κι έλεγαν "That seems like Andy Warhol to me" και τους απαντούσα "yes it is"!».

Μ.Λ.: «Είχαμε μια κούνια του Αλεξάντερ Κάλντερ. Την εποχή που την είχαμε η κούνια είχε αξία ίση με τρία ρετιρέ. Έρχονται δύο κυριούλες από έξω και λέει η μία στην άλλη: "Αχ, τι ωραία για το ρετιρεδάκι σου αυτή η κούνια" και με ρώτησαν πόσο κάνει, οπότε απλώς απάντησα πως δεν πουλιέται. Αν πουλούσαν το ρετιρέ, τα χρήματα δε θα έφταναν, για ν' αγοράσουν το έργο, που σκέφτονταν να βάλουν μέσα στο ρετιρέ».

Κ.Κ.:«Δεν είχαμε στεγανά. Και ο κόσμος ήξερε πως σ' εμάς θα βρει, πέρα από τέχνη, και όλα τα περίεργα που θα μπορούσε να φανταστεί. Ανάλογα με τα κέφια μας, ανάλογα με το τι ανακαλύπταμε στα διάφορα ταξίδια μας, φέρναμε πράγματα. Πολλές φορές λοιπόν είχαμε μέλια, μαρμελάδες, βαζάκια με τσάγια του βουνού, αλλά δυστυχώς δεν υπήρχε ανταπόκριση. Μόνο εμείς τα παίρναμε! Οι μαρμελάδες ξίνιζαν (γέλια). Έρχεται κάποια μέρα ο Φιλώτας Καζάζης και λέει "Ρε παιδιά, βάλτε και ψωμί να μην πηγαίνουμε και στο φούρνο" (γέλια)».

Μ.Λ.: «Από τη ΖΗΤΑ - ΜΙ ξεκίνησαν δύο σπουδαίοι θεσμοί για τη Θεσσαλονίκη: το Φεστιβάλ Κινηματογράφου και το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης».

Μ.Λ.: «Όταν έγινε ο μεγάλος σεισμός στη Θεσσαλονίκη, την άλλη μέρα, όπου τα πάντα ήταν κλειστά, το μόνο πράγμα που άνοιξε στη Θεσσαλονίκη ήταν η ΖΗΤΑ - ΜΙ. Και το «Όλυμπος Νάουσα». Τη νύχτα του σεισμού είδε φώτα στο διαμέρισμά μου ο Μανόλης Ανδρόνικος και μου είπε: "Είσαι τρελή; Όλη η πόλη έχει αδειάσει". Την επόμενη μέρα, όπου ήταν όλα κλειστά, η ΖΗΤΑ - ΜΙ άνοιξε. Και μαζί με τον Μανόλη Ανδρόνικο πήγαμε στο «Όλυμπος Νάουσα», το μοναδικό άλλο κατάστημα που ήταν ανοικτό. Και φάγαμε και χρησιμοποιήσαμε τις καταπληκτικές εκείνες λινές πετσέτες της μιας χρήσης, που σκουπιζόσουν και μετά τις πετούσες».

Μ.Λ.: «Την επομένη του σεισμού έγινε η συνομιλία μου με τον Ιόλα. Με ρώτησε: "Παιδί μου, τι έχεις πάθει, τι κακό ήταν αυτό;" και του απάντησα: "Όλα καταστράφηκαν εδώ πάνω. Κάνουμε ένα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης;". Έτσι, χωρίς προηγούμενη σκέψη (γέλια). Και μου απάντησε: "Μπράβο, παιδί μου, αντί σχολεία και νοσοκομεία -αυτά το κράτος- εμείς θα κάνουμε μουσείο"».

Μ.Λ.: «Ό,τι βρίσκαμε, ό,τι μας άρεσε, το φέρναμε στην γκαλερί. Δε μας ενδιέφερε να πουλήσουμε».

  • Η ιστορία κατέγραψε

-- Η ΖΗΤΑ - ΜΙ ξεκίνησε τη λειτουργία της το Δεκέμβριο του 1955 ως εμπορικό κατάστημα με ιδιοκτήτες τους Παύλο Ζάννα και Α. Μαυροκορδάτο.

-- Το 1958 το κατάστημα εμπλουτίζεται με είδη λαϊκής κεραμικής τέχνης και χειροτεχνίες.

-- Το 1968 δημιουργείται η γκαλερί, που λειτουργεί παράλληλα με το κατάστημα, και παίρνει την τελική της μορφή.

-- Αρχικά, η γκαλερί εγκαταστάθηκε στον ισόγειο χώρο της οδού Αριστοτέλους 3.

-- Οι αδελφές Μάρω Λάγια και Κατερίνα Καμάρα ήταν πελάτισσες της γκαλερί.

-- Το 1968 ο Παύλος Ζάννας φυλακίστηκε από τη χούντα. Η διαχείριση της γκαλερί πέρασε στα χέρια της συζύγου του, Μίνας.

-- Το 1970 η Μίνα Ζάννα αρχίζει να συνεργάζεται με τις Μάρω Λάγια και Κατερίνα Καμάρα.

-- Στα χρόνια της χούντας η γκαλερί γίνεται στέκι αντιστασιακών και της διανόησης της εποχής.

-- Ο κατάλογος των καλλιτεχνών που έχουν εκθέσει έργα τους στην γκαλερί (από τους οποίους πάρα πολλοί έκαναν και το ξεκίνημά τους εκεί) είναι... ατελείωτος!

-- Το 1993 η γκαλερί μετακομίζει από το ισόγειο της Αριστοτέλους 3 και μεταφέρεται στην Προξένου Κορομηλά 1. Κι εκεί θα βρίσκεται μέχρι τα τέλη του Μάη, όταν και θα κλείσει...

  • Info
    Η γκαλερί κλείνει την Τρίτη 20 Μαΐου. Την ημέρα εκείνη, ένα τεράστιο πανό - καμβάς θα «τρέξει» στους τοίχους (ισόγειο, υπόγειο, πατάρι) της γκαλερί και όσοι καλλιτέχνες προσέλθουν από αυτούς που συμμετείχαν στα 55 χρόνια πορείας της ΖΗΤΑ - ΜΙ θα ζωγραφίσουν πάνω του. Το πανό που θα προκύψει, θα δωριστεί στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Έτσι, το τέλος δε θα είναι τέλος αλλά ένα είδος μεταφυσικής συνέχειας...
  • Κείμενο – Συνεντεύξεις: Θόδωρος Γιαχουστίδης
  • Αγγελιοφόρος: Τρίτη, 4 Μαΐου 2010 | SUNDAY