- Συνέντευξη στον Ηλια Μαγκλινη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011
Ο κοινός τόπος σύμφωνα με τον οποίο «ζούμε στην εποχή της εικόνας» δεν λέει όλη την αλήθεια. Η φωτογραφία, για παράδειγμα, ως τέχνη και ως μέσο, περνάει και αυτή τη δική της μεταβατική φάση, αλλάζει, μεταβάλλεται διαρκώς. Σε αυτό το πλαίσιο, το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, που ιδρύθηκε το 1998, και από το 2000 λειτουργεί στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Α΄, 1ος όροφος), μέσα από ένα πλήθος δράσεων, προσπαθεί να βρίσκεται διαρκώς στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων.
«Την ονομάζουν όγδοη, αργοπορημένη τέχνη, τη φωτογραφία», μας είπε ο διευθυντής του μουσείου, Βαγγέλης Ιωακειμίδης, ο οποίος βρέθηκε για λίγο στην Αθήνα. «Για κάποιους είναι λαϊκή τέχνη, η αλήθεια όμως είναι ότι η φωτογραφία είναι μια παρεξηγημένη υπόθεση, και όχι μονάχα ως τέχνη». Πράγματι· «φωτογραφία; Μπορώ κι εγώ να το κάνω», λένε κάποιοι και δεν είναι λίγοι. Ή, επίσης, η διάχυτη, αβασάνιστη αίσθηση ότι ο φωτογράφος αναπαράγει παθητικά αυτό που βλέπει μέσα από την κάμερα ως ένας απλός αντιγραφέας του πραγματικού. Οι περισσότεροι, όμως, λησμονούν ότι πίσω από μια κάμερα βρίσκεται ένα μάτι, ένας νους, ένας συγγραφέας τρόπον τινά, που τελικώς μεταμορφώνει το πραγματικό. Ο Βαγγέλης Ιωακειμίδης, ο οποίος βρίσκεται στο «τιμόνι» του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης από το 2005, μας δείχνει την κάρτα του μουσείου: ένα μικρό χάρτινο «κάδρο» με τα απαραίτητα στοιχεία τυπωμένα πάνω. «Ακόμα και έτσι προσπαθούμε να υπενθυμίζουμε στον κόσμο τη φιλοσοφία του κάδρου, που είναι η φωτογραφία. Οτι είναι μια σύνθεση, κάτι δημιουργικό και απαιτητικό. Γενικά, η στρατηγική που ακολούθησα από τότε που ανέλαβα τη διεύθυνση ήταν να αναδείξουμε τις διαφορετικές χρήσεις της φωτογραφίας, τις διαφορετικές περιόδους της, να δουλέψουμε σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο ταυτόχρονα, να μην περιοριστούμε στη Θεσσαλονίκη, αλλά να προωθήσουμε την ελληνική φωτογραφία σε άλλες πόλεις της Ελλάδας καθώς και στο εξωτερικό. Η φωτογραφία έχει και το πλεονέκτημα ότι είναι μια παγκόσμια γλώσσα, δεν χρειάζεται μετάφραση, και βέβαια, είναι γνωστό ότι η επίδρασή της στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση είναι άμεση και βαθιά».
Ο Β. Ιωακειμίδης δίνει μεγάλη έμφαση στην «ταυτότητα εκθεσιακού προγραμματισμού» του μουσείου, μέσα από τη δημιουργία εκθεσιακών κύκλων με συγκεκριμένη δομή προγράμματος και ποικίλες θεματικές, π.χ., «Ματιές στην πόλη», «Ελληνες κλασικοί φωτογράφοι», «Ελληνες της διασποράς», «Ελληνες και ξένοι δημιουργοί» κ.ά. «Μπορεί να είμαστε μονοθεματικό μουσείο», τονίζει ο Β. Ιωακειμίδης, «όμως θέλουμε διαρκώς να υπογραμμίζουμε τη σχέση της φωτογραφίας με τις άλλες τέχνες, με την ίδια τη ζωή πάνω απ’ όλα, έτσι ώστε να ανοιγόμαστε σε ένα ευρύ κοινό, πέρα από το ειδικό κοινό του χώρου».
Το έργο που επιτελέστηκε την τελευταία πενταετία (2006-2010) στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης αποτελεί, κατά τον κ. Ιωακειμίδη, πραγμάτωση ενός οράματος όσον αφορά τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η φωτογραφία ως φορέας γνώσης, ανακάλυψης, αλλά και συνάντησης του κοινού με το μέσο, με τους φωτογράφους, αλλά και με τον κόσμο, όπως αυτός απεικονίζεται μέσα από το βλέμμα των δημιουργών, όποια χρήση της φωτογραφίας και εάν υπηρετούν (φωτογραφία ντοκουμέντου, καλλιτεχνική, τεκμηριωτική, επιστημονική, φωτορεπορτάζ) είτε πρόκειται για παρουσίαση φωτογραφικών εκθεμάτων στο πλαίσιο μιας έκθεσης, μιας έκδοσης ή στο Διαδίκτυο.
«Στόχος του μουσείου», τονίζει ο κ. Ιωακειμίδης, «ήταν να μπορέσει να διαφυλάξει την πολιτιστική κληρονομιά και να προωθήσει τη σύγχρονη δημιουργία. Αυτός επιτεύχθηκε σε μεγάλο βαθμό την τελευταία πενταετία, καθώς οι συλλογές του μουσείου διπλασιάστηκαν και οι δράσεις αναπτύχθηκαν τόσο, ώστε οι φωτογράφοι να έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν δίκτυα γνωριμιών, ιδιαίτερα με το εξωτερικό, και να παρουσιάζουν το έργο τους και σε άλλες χώρες. Το μουσείο είχε ανάγκη επίσης να γίνει πιο εξωστρεφές και να μπορέσει να προσελκύσει το ενδιαφέρον του Τύπου και του κοινού. Και αυτοί οι στόχοι επιτεύχθηκαν σε μεγάλο βαθμό, όπως αποδεικνύεται από τον όγκο της αποδελτίωσης και από την αύξηση της επισκεψιμότητας που σημειώθηκε σε εκθέσεις του μουσείου εντός του χώρου του, αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού».
Το Μουσείο Φωτογραφίας περιλαμβάνει πέντε αρχεία με 100.000 φωτογραφικά αντικείμενα και πάνω από 2.500 έργα από 200 καλλιτέχνες. «Το 55% προέρχεται από Ελληνες δημιουργούς», υπογραμμίζει ο κ. Ιωακειμίδης, προσθέτοντας: «Είμαστε ο θεματοφύλακας του αρχείου Μπουασονά, έχουμε επίσης ένα αρχείο με πρωτότυπα έργα της Nelly’s. Τα παλαιά αρχεία ξεκινούν από 1880 και φτάνουν έως το 1970, ενώ τα αρχεία με σύγχρονα έργα ξεκινούν από 1970 και φτάνουν στο σήμερα».
- Η PhotoBiennale
Μέσα στις πολλές δραστηριότητες του μουσείου περιλαμβάνεται και η PhotoBiennale, που αποτελεί μετεξέλιξη του παλαιότερου Φεστιβάλ Φωτογραφίας. «Το φεστιβάλ αυτό έχει ηλικία είκοσι ενός χρόνων και ήταν ετήσιο. Από το 2008 διοργανώνεται ανά διετία με μεγάλη επισκεψιμότητα. Ωστόσο, το να δαμάσεις την πόλη δεν είναι καθόλου εύκολο. Βεβαίως, η Θεσσαλονίκη έχει πλέον μια παράδοση στα φεστιβάλ. Το κοινό είναι μεν υποψιασμένο, όμως μπορεί να μεγαλώσει κι άλλο. Ποτέ δεν είμαστε ικανοποιημένοι και δεν αρκούμαστε με όσα καταφέρνουμε».
Τον ρωτούμε αν αισθάνεται πιο αισιόδοξος με τον νέο δήμαρχο. «Μακάρι να τα καταφέρει ο νέος δήμαρχος, διότι όποιος μπαίνει στη διοίκηση, τα πράγματα δυσκολεύουν. Τουλάχιστον ας πάει ένα βήμα μπροστά τη νοοτροπία, την αντίληψη. Δεν θα είναι καθόλου λίγο».
- Καταξιωθήκαμε στον ευρωπαϊκό χάρτη
Κατά τον κ. Ιωακειμίδη, το μουσείο χρειαζόταν να εδραιωθεί στον ευρωπαϊκό χάρτη, ώστε να μπορεί, πρώτον, να διεκδικεί συνεργασίες με φορείς του εξωτερικού και να παρουσιάζει στο κοινό εκθέσεις διεθνούς σημασίας, και αντίστροφα να εξάγει εκθέσεις με ελληνικές φωτογραφίες στο εξωτερικό. Επίσης, να αυξήσει το κύρος του απέναντι σε χορηγούς, από την Ελλάδα και το εξωτερικό, και, τέλος, να δώσει την ευκαιρία στους Ελληνες φωτογράφους και στη συνέχεια σε δημιουργούς από την ευρύτερη περιοχή να θεωρούν το μουσείο ως έναν πόλο έλξης και συνάντησης με ειδικούς από τη φωτογραφία από όλο τον κόσμο (όπως και συμβαίνει τις περιόδους των PhotoBiennale που διοργανώνουμε και στα portfolio reviews). Θα έλεγα ότι αυτό επιτεύχθηκε, όπως φαίνεται από τις συνεργασίες με πληθώρα ελληνικών και διεθνών φορέων, από τη χορηγία της ελβετικής τράπεζας Pictet και από την παρουσίαση έκθεσης ελληνικής φωτογραφίας στη Νίκαια της Γαλλίας το 2008, προτού παρουσιαστεί στην Art-Athina και στη συνέχεια στον χώρο του μουσείου». Τα τελευταία χρόνια, το μουσείο έχει διοργανώσει 326 εκθέσεις, που παρουσίασε στον χώρο του, όσο και σε άλλους εκθεσιακούς χώρους σε πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού, τις οποίες επισκέφθηκαν περισσότερα από 500.000 άτομα.
No comments:
Post a Comment