Η ζωγράφος του Μαρτίου είναι η Μαρία Τριανταφυλλίδου. Γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται σήμερα. Σπούδασε στην ΑΣΚΤ Αθήνας (1997-2002) γλυπτική, με δασκάλους τους Γιώργο Χαρβαλιά, Νίκο Τρανό και Αφροδίτη Λίτη. Στο διάστημα αυτό παρακολούθησε, επί ένα χρόνο αντίστοιχα, το εργαστήριο ζωγραφικής του Χρόνη Μπότσογλου, φωτογραφίας του Μανόλη Μπαμπούση, σκηνογραφίας του Γιώργου Ζιάκα, Στοιχείων Γραφικών Τεχνών της Λεώνης Βιδάλη. Φοίτησε στο μεταπτυχιακό τμήμα «Εικαστικές Τέχνες» της ΑΣΚΤ Αθήνας (2005-2007) με δάσκαλο τον Τάσο Χριστάκη.
Έχει συμμετάσχει σε ομαδικές εκθέσεις, όπως η «Έκθεση Αποφοίτων της Σχολής Καλών Τεχνών Αθήνας», στο Εργοστάσιο τα ΑΣΚΤ, και η «Trash Art», της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, στο Πολιτιστικό Κέντρο «Γκάζι» (2001-2002), η «Έκθεση Αριστούχων της Σχολής Καλών Τεχνών», στο Κέντρο Εικαστικών Τεχνών «Γ. Καρύδης και η έκθεση «Εικαστικών Νέων Δημιουργών», στο Hotel «Ανδρόνικος» της Μυκόνου (2003), η έκθεση «Ecume» στο πλαίσιο των Echanges Culturelles en Mediteranee, στην Academia belli Arti της Γένοβας και η «Γ΄ Μπιεννάλε των Φοιτητών Ανωτάτων Σχολών Καλών Τεχνών», στο Hotel “Maris” του Ηρακλείου Κρήτης (2004), η «Έκθεση Αποφοίτων Γλυπτικής», στο Κέντρο Εικαστικών Τεχνών «Γ. Καρύδης» (2005).
Το έργο της Μαρίας Τριανταφυλλίδου, το ζωγραφικό, και το γλυπτικό ενώνει την παράδοση με τη σύγχρονη τέχνη.
Οι ζωγραφισμένες «Αυτοπροσωπογραφίες» της θυμίζουν άλλοτε τις γραμμικές φιγούρες της μελανόμορφης, αττικής, αγγειογραφίας, αλλά και των παραδοσιακών κεντημάτων της λαϊκής τέχνης, κι άλλοτε τις εικόνες της μετωπικής, βυζαντινής αγιογραφίας. Τα χαρακτηριστικά τους πλάθονται ελλειπτικά, με την άμεση και πηχτή πινελιά των Γερμανών εξπρεσιονιστών του 20ού και του 21ου αιώνα, σε άσπρους μαύρους και ανάμεσα κάποιους κόκκινους τόνους. Μέσα στους οποίους, ενίοτε, προβάλλονται οι υποβλητικές και μεγάλες, όπως στις εικόνες των αγίων, κόχες των ματιών, εδώ κεχριμπαρένιες.
Τα γλυπτά της είναι φτιαγμένα κι αυτά, στην πλειοψηφία τους, στους ίδιους λιτούς τόνους, με την ίδια αποσπασματικότητα. Και μας οδηγούν στην ιστορία του μοντέρνου. Διακρίνουμε σ’ αυτά τη συμπυκνωμένη, καρτερική μορφή της «Γριάς που κρυώνει» του Έρνστ Μπάρλαχ, τα αδρά δουλεμένα, ξύλινα, γυναικεία γλυπτά του Ερνστ Λούντβιχ Κίρχνερ, τα κερματισμένα πρόσωπα της Γκουέρνικα του Πικάσο, τις ανεστραμμένες φιγούρες του Μπάζελιτς. Ζωντανεύουν ταυτόχρονα εικόνες από τις μάγισσες και τους νάνους των παραμυθιών και των φιγούρων του καραγκιόζη, αλλά και τις βυζαντινές αρχόντισσες.
Με την εξεζητημένη αποτύπωση των μορφασμών και των χειρονομιών, των κινήσεων και των στάσεών τους, η Τριανταφυλλίδου επεξεργάζεται το κενό όπως ο εξπρεσιονιστής γλύπτης Ρούντολφ Μπέλλιγκ, ως ένα «στέρεο υλικό» που της επιτρέπει να κινηθεί «μεταξύ «της αρχαϊκής τέχνης και της καρικατούρας».
Να αποκαλύψει τη βαναυσότητα της τελετουργικής και απισχνασμένης από κάθε αίσθημα ανακύκλωσης τής τυποποιημένης σε φολκλόρ παράδοσης, ως μιας γκροτέσκας «παρωδίας της ιστορίας» και ως μιας έκφανσης της κουλτούρας της μαζικής κοινωνίας.
Και να γράψει, εντέλει, με μιαν έντονη πλαστική γλώσσα, τις ζωγραφικές και γλυπτικές χορογραφίες της ανθρώπινης ύπαρξης με κεντρική ηρωίδα της τη γυναίκα: τη γυναίκα-τροφό, τη γυναίκα-μάνα που αγκαλιάζει το παιδί της τη στιγμή του αποχωρισμού, τη γυναίκα-μούμια, τη γυναίκα-«εντολοδόχο» χορεύτρια παραδοσιακών χορών και κλασσικού μπαλέτου. Τη γυναίκα που μιλά για τον έρωτα και τη ζωή, τον πόνο και το θάνατο αλλά, ταυτόχρονα, και για το διαχρονικό εγκλεισμό της μέσα σε στερεότυπα.
Ξυπνώντας στο θεατή εικόνες από το παρελθόν και το παρόν.
- ΛΗΔΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ, Η ΑΥΓΗ: 07/03/2010
No comments:
Post a Comment