Από μικρό παιδί ζωγράφιζε ο Γιώργος Μαυροΐδης. «Τα έργα μου πιστεύω πως γίνονται για να μιλούν για τη ζωή ζωγραφικά», έχει πει ο ίδιος χαρακτηριστικά. «Τα περιστατικά και οι περιπέτειες μιας μακράς ζωής πρέπει να γίνουν ένα με τη ζωγραφική μου προσπάθεια, όπως και λίγα πρόσωπα, άντρες και γυναίκες, που τα θυμάμαι πάντα με αγάπη σαν όνειρα απραγματοποίητα...».
Την αυτοβιογραφία του κορυφαίου ζωγράφου μας πάνω στον καμβά ξεδιπλώνει η έκθεση «Γιώργος Μαυροΐδης: Ανθρωποκεντρική ζωγραφική 1947-2003», που εγκαινιάζεται την Τετάρτη στο Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη (Βασ. Σοφίας 9). Περισσότερα από 100 μνημειακά έργα του αξέχαστου καθηγητή της ΑΣΚΤ, γεμάτα από τον παλμό του συναισθήματος και του χρώματος, αποκαλύπτουν την αγάπη του για την αλήθεια, την ελευθερία αλλά και την αναζήτηση της αιωνιότητας μέσα από τη φθαρτή, εφήμερη ανθρώπινη φύση.
Λέγεται πως ο Γιώργος Μαυροΐδης ήταν «αψύς», ταυτόχρονα όμως και γοητευτικός. Γεννημένος στον Πειραιά, κυπριακής καταγωγής, είχε ευρεία μόρφωση -έγραφε ποίηση και μελέτες- ενώ υπηρέτησε στο διπλωματικό σώμα. «Αριστοκρατικής καταγωγής, λόγω καλλιέργειας και πνευματικής συγκρότησης, δεν τον εμπόδισε η ιδιότητά του αυτή να εκδηλωθεί εικαστικά μ' έναν τρόπο ρηξικέλευθο, ανατρεπτικό, σε καμία όμως περίπτωση αυθαίρετο», όπως επισημαίνει ο Θανάσης Νιάρχος στον κατάλογο που συνοδεύει την έκθεση.
Ο Γιάννης Τσαρούχης υπήρξε ο πρώτος θαυμαστής του Μαυροΐδη. Ομως ανέπτυξε δεσμούς φιλίας και με άλλους όπως επιβεβαιώνουν οι προσωπογραφίες των Οδυσσέα Ελύτη, Ανδρέα Εμπειρίκου, Μίλτου Σαχτούρη, Ανδρέα Βουρλούμη, Στέλλας Καβαλιεράτου, Σοφίας Σπυράτου, που φιλοτέχνησε μαζί με τα πορτρέτα της συζύγου του και της κόρης του.
«Το πρόσωπο για τον ίδιο είναι η ψυχή τους σώματος», γράφει ο επιμελητής της έκθεσης Τάκης Μαυρωτάς. «Ποτέ δεν εξωραΐζει το μοντέλο, ούτε το εξυψώνει στην κοινή συνείδηση. Ετσι, δίνει επίμονα προβάδισμα στις καθαρά ζωγραφικές αξίες, στη διατύπωση μιας νέας ζωγραφικής αλήθειας».
- «Εξυπνος και παντογνώστης»
Να όμως πώς σκιαγραφεί το πορτρέτο του Μαυροΐδη η γλύπτρια Ναταλία Μελά, η οποία τον πρωτογνώρισε στην Κατοχή. «Τα μάτια του ήταν γαλανά, σαν τη φουρτουνιασμένη θάλασσα της Μυκόνου, που ήξερε τόσο καλά να ζωγραφίζει. Τα φρύδια του φουντωτά, που δείχναν τον παράφορο χαρακτήρα του (...). Ηταν πάντα πολύ ωραία ντυμένος κι ο τόνος της φωνής του γοητευτικός. Είχε φοβερό χιούμορ και θυμάμαι τα γέλια και τα κακαρίσματα των γυναικών της παρέας όταν μας έλεγε αστεία με την κυπρέικη προφορά (...) Αγαπούσε πολύ τη μουσική και του άρεσε να ακούει Μότσαρτ αλλά και μοντέρνους μουσικούς. Ηταν ένας έξυπνος, παντογνώστης άνθρωπος. Γνώριζε την Ιστορία όσο λίγοι άνθρωποι την ξέρουν».
Σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό Παναγιώτη Τέτση: «Δεν νομίζω ότι σ' αυτό το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα υπήρξε άλλος πιο "ζωγραφικός" ζωγράφος που να κολυμπούσε τόσο κατάβαθα και προσωπικά στην πλαστική έκφραση».
Ο δε Αγγελος Παπαδημητρίου εφιστά την προσοχή: «Προσοχή, παρακαλώ, εσείς οι μεταγενέστεροι... το μόνο που τον πείραζε ήταν να γραφτεί λάθος το όνομά του. Οχι Μαυροϊδής, Μαυοειδής.... "Μαυροΐδης, παιδί μου, όπως λέμε Ροΐδης, με λίγο μαύρο μπροστά"». *
No comments:
Post a Comment