160 έργα σημαντικών Ελλήνων καλλιτεχνών των 19ου και 20ού αι. μετακομίζουν για σαράντα μέρες από την πανέμορφη πόλη της Ηπείρου στο Μπενάκη της Πειραιώς. Η Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ παρουσιάζει το «πορτρέτο» της, που πάλλεται από ζωή
- Μια ολόκληρη γενιά στο Μέτσοβο μεγάλωσε με την Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ.
«Το κορίτσι με τα περιστέρια» του Πολυχρόνη Λεμπέση (1849-1913)
Την πρωτογνώρισαν όταν ήταν παιδιά τού Δημοτικού και σήμερα, φοιτητές ή νέοι επαγγελματίες, συμμετέχουν ακόμη στις δραστηριότητές της. Δεν είναι όμως μόνο οι Μετσοβίτες που την αγάπησαν. Είναι και οι τουρίστες. Χειμώνα-καλοκαίρι αποτελεί πόλο έλξης για περίπου 15.000 επισκέπτες το χρόνο. Καθόλου άσχημα για ένα κοινωφελές ίδρυμα, που εξαρχής είχε βαθιά συνείδηση του ιδιαίτερου ρόλου που πρέπει να παίζει ένας πολιτιστικός φορέας στην περιφέρεια.
«Μυστικό επιτυχίας δεν υπάρχει», ξεκαθαρίζει η πρόεδρος του ιδρύματος και ψυχή της Πινακοθήκης, συγγραφέας Τατιάνα Αβέρωφ-Ιωάννου. Ο πατέρας της, ο πολιτικός Ευάγγελος Αβέρωφ (1908-1990), την ίδρυσε το 1988, δωρίζοντας περίπου 200 έργα των σημαντικότερων Ελλήνων καλλιτεχνών των 19ου και 20ού αι.
«Κάποιος πρέπει να νοιάζεται. Είναι ένα μεγάλο έργο, που δεν μπορείς να το αφήσεις. Απαιτεί πολλή, προσωπική δουλειά. Τρία άτομα προσωπικό έχουμε όλο κι όλο. Η δυσκολία που αντιμετωπίζουμε όντας στην επαρχία είναι να βρούμε χορηγούς. Ωστόσο, ο τρόπος για να συνεχίσει κανείς είναι να υπηρετεί διπλό στόχο: να προσφέρει στην τέχνη αλλά και στον τόπο. Δεν πρέπει να πετάμε στα σύννεφα και να βλέπουμε τα πράγματα αφ' υψηλού, ούτε όμως και να είμαστε μόνο τοπικιστές».
Την Τετάρτη, η Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ «ταξιδεύει». Στο μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς 138) θα εκτεθούν -για πρώτη φορά στην Αθήνα- 160 από τα σημαντικότερα έργα της μόνιμης συλλογής, πολλά από τα οποία δεν έχουν εκτεθεί ποτέ έξω από τους τοίχους της. «Το πορτρέτο ενός μουσείου» τιτλοφορείται το πολύμορφο θέαμα. Δεν παρουσιάζει απλώς έργα στους τοίχους, αλλά προβάλλει «το εύρος των δραστηριοτήτων ενός μουσείου που παραμένει ένας ζωντανός οργανισμός και διαρκώς ανανεώνεται και μεταμορφώνεται», εξηγεί η μόνιμη επιμελήτρια της Πινακοθήκης και επιμελήτρια της έκθεσης, Κατερίνα Σταθοπούλου.
Ο επισκέπτης, εκτός από τη γνωριμία του με μία από τις πληρέστερες συλλογές έργων ελληνικής τέχνης του 19ου και του 20ού αιώνα, θα μάθει για τον συλλέκτη Ευάγγελο Αβέρωφ, την εκθεσιακή δράση της Πινακοθήκης, το πλούσιο εκδοτικό της έργο, τα εκπαιδευτικά προγράμματα αλλά και τα δραστήρια εικαστικά της εργαστήρια.
«Μάγκας που τρώει καρπούζι» του Περικλή Πανταζή (1849-1884)
Ετσι πλάι στα «διαμάντια» της συλλογής, όπως είναι η
«Μάχη των Φαρσάλων» του
Γεώργιου Ροϊλού (έργο μήκους τριών μέτρων που δεν έχει φύγει ποτέ από το Μέτσοβο),
«Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη» του
Νικηφόρου Λύτρα,
«Ο μάγκας που τρώει καρπούζι» του
Περικλή Πανταζή και το
«Σπίτι που ονειρεύεται» του
Μιχαήλ Οικονόμου, θα βλέπει τα προσωπικά αντικείμενα του Αβέρωφ, τα γυαλιά, τις πένες, την τσάντα του γραφείου του. Αλλά και νέα έργα, που παραγγέλθηκαν με αφορμή την επέτειο των 20 χρόνων της Πινακοθήκης στους
Μανώλη Ζαχαριουδάκη, Μιχάλη Μανουσάκη, Αγγελο Σκούρτη, Τάκη Στεφάνου, this Fluid κ.ά.
Μαζί με τα έργα θα ταξιδέψουν και οι... Μετσοβίτες. «Εχουμε φτιάξει δύο σειρές βιντεοπροβολών: μία με συνεντεύξεις κατοίκων του Μετσόβου, που εξηγούν πώς αντιλαμβάνονται την Πινακοθήκη και πώς έχει επηρεάσει τη ζωή τους· στην άλλη, άνθρωποι των τεχνών, μουσειολόγοι, συγγραφείς και καλλιτέχνες που γνωρίζουν την Πινακοθήκη, μιλούν για το ρόλο της ως πολιτιστικού φορέα», αναφέρει η Κατερίνα Σταθοπούλου. Στους τελευταίους θα δούμε μεταξύ άλλων τους Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Αγγελο Δεληβοριά, Γιώργο Λούκο, Μανώλη Χάρο, Αλέκο Φασιανό, Σωτήρη Σόρογκα, Οπυ Ζούνη κ.ά.
Κάνοντας ένα μικρό απολογισμό, η Τατιάνα Αβέρωφ-Ιωάννου αναγνωρίζει ως σημαντικό σταθμό της πορείας της Πινακοθήκης την κτιριακή της επέκταση το 1995. «Εκτοτε η παρουσία μας είναι σταθερή και δυναμική. Εχουμε κρατήσει ένα ρυθμό» λέει, «οργανώνοντας μια μεγάλη παραγωγή το χρόνο, που συνήθως συνοδεύεται από συμπόσια, εκδόσεις και ημερίδες. Ενδιαμέσως κάνουμε πιο μικρές εκθέσεις εστιασμένες στο τοπικό κοινό, δίνοντας μεγάλη έμφαση στα εκπαιδευτικά μας προγράμματα». Τώρα στο Μέτσοβο παρουσιάζεται η έκθεση «Η ελληνική ενδυμασία. Εντυπες πηγές 16ου-αρχές 20ού αιώνα» από τις συλλογές του Μπενάκη.
Εκτός όμως από τις εκθέσεις, κατάφεραν μέσα σε 20 χρόνια να τριπλασιάσουν τη συλλογή τους, χάρη σε γενναιόδωρους δωρητές. Προφανώς εκτιμούν την Πινακοθήκη επειδή παραμένει δραστήρια.
Ο πατέρας της είχε στο μυαλό του την ίδρυση της Πινακοθήκης από το πρώτο έργο που αγόρασε. Είχε έτοιμη μια συλλογή από το 1967. Η δικτατορία όμως ανέκοψε τα σχέδιά του και την πούλησε στο Ιδρυμα Λεβέντη. «Αμέσως το μετάνιωσε και άρχισε να συλλέγει και πάλι. Οι ειδικοί λένε ότι η δεύτερη συλλογή είναι καλύτερη από την πρώτη, γιατί ο συλλέκτης είναι περισσότερο συνειδητοποιημένος».
Επομένως, δεν πρυτάνευε το προσωπικό του γούστο.
«Αγαπούσε την ελληνική τέχνη. Οταν όμως ήθελε να αποκτήσει ένα καινούργιο έργο, συμβουλευόταν ειδικούς, γιατί τον ένοιαζε η μουσειακή του αξία. Μεγάλη αγάπη του ήταν ο Περικλής Πανταζής, σχεδόν τον ανακάλυψε. Ο Πανταζής έζησε στις Βρυξέλλες και δεν ήταν γνωστός στην Ελλάδα. Ο πατέρας μου είδε τυχαία έργο του στο μουσείο των Βρυξελλών... Ενθουσιάστηκε. Του είχε μπει η ιδέα ότι ήταν Ηπειρώτης. Δεν ήταν όμως...»
Εσείς είστε συλλέκτρια;
«Οχι. Είναι μια αρρώστια. Ο πατέρας μου είχε δυο-τρεις... Η Πινακοθήκη ήταν το τελευταίο από τα έργα που έκανε στο Μέτσοβο. Το τελευταίο του παιδί...»
Οι στόχοι του πάντως έχουν επιτευχθεί.
«Ναι. Η αγωνία είναι να συνεχίσουμε...»
*Διάρκεια έως 10 Μαΐου.
- Της ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΜΠΑΡΚΑ, Ελευθεροτυπία, Σάββατο 28 Μαρτίου 2009