- Η 2η έκθεση Θεσσαλονίκης ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο του σήμερα, μια διαφορετική καταγραφή του παρελθόντος
- Tης Μαργαριτας Πουρναρα, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 31/5/2009
Εφηβοι ονειροπολούν πάνω στον μεγάλο τσιμεντένιο κυματοθραύστη στο Αλγέρι. Τζάνκι χτυπάνε ενέσεις σε μια φτωχογειτονιά της Βαρκελώνης. Κάτοικοι των νησιών Μπαρμπέιντος εορτάζουν παγανιστικά την πλούσια σοδειά του ζαχαροκάλαμου. Πρώην βοσκοί από το Κιργιζιστάν συσκευάζουν κακής ποιότητας ενδύματα από την Κίνα, στον παλιό Δρόμο του Μεταξιού. Μια Ελληνίδα γιαγιά ψήνει καφέ στο καμινέτο και σιγοτραγουδά «Με στενεύει η καρδιά μου». Μα πού είμαστε; Στη 2η Μπιενάλε Θεσσαλονίκης, που εγκαινιάστηκε την περασμένη Κυριακή: ένα παράθυρο στον κόσμο του σήμερα, μια διαφορετική καταγραφή του παρελθόντος, ένα ξέφωτο στα όνειρα και στους εφιάλτες του μέλλοντος. Καλώς ήρθατε. Θα δείτε τέχνη από κάθε γωνιά του πλανήτη Γη, σε μια περίοδο σκοταδισμού και διαύγειας. Τις ημέρες μας.
«Ηταν η καλύτερη εποχή. Ηταν η χειρότερη εποχή. Ηταν καιροί σοφίας. Ηταν καιροί ανοησίας... Είχαμε τα πάντα μπροστά μας, δεν είχαμε τίποτα μπροστά μας», έγραφε ο Κάρολος Ντίκενς για τη ζωή στο Λονδίνο το 1859. Τα λόγια του δανείστηκαν οι τρεις επιμελήτριες Γκαμπριέλα Σαλγάδο από την Αργεντινή, Μπίσι Σίλβα από τη Νιγηρία και Συραγώ Τσιάρα από την Ελλάδα, διότι περιγράφουν θαυμάσια την πρώτη δεκαετία της νέας χιλιετίας, τα προφητικά zeros.
Τη ρήση του Ντίκενς τη συνέδεσαν με τη θέση του σύγχρονου αριστερού στοχαστή Τέρι Ιγκλετον, που διατείνεται ότι η πολιτισμική θεωρία πρέπει να επαναπροσδιορίσει τους στόχους και τα πεδία της έρευνάς της, φτιάχνοντας έτσι το θεωρητικό πλαίσιο της Μπιενάλε που έχει τίτλο: «Πράξις. Τέχνη στους αβέβαιους καιρούς μας».
Τι συνιστά καλλιτεχνική πράξη σήμερα; Ρητορικό ερώτημα. Οι 200 καλλιτέχνες που παίρνουν μέρος, παρουσιάζουν έργα - ψηφίδες που συνθέτουν ενα αλλόκοτο βιντεοκλίπ, ένα παλίμψηστο γεμάτο πίξελ, με πολλές διαφορετικές εκδοχές και σενάρια. Δεν υπάρχει ένας άξονας, δεν υπάρχει κυρίαρχη αλήθεια, απουσιάζει η σαφήνεια.
Oυσιαστική δουλειά
Μόνο το πολυπρισματικό κάτοπτρο μας δίνει καλύτερη θέαση της παγκόσμιας κοινωνίας μας, που λοξοκοιτάζει αμήχανη στο χθες και στο αύριο. Αν θα μπορούσε κανείς αυθαιρέτως να μιλήσει για κοινό παρονομαστή, το μόνο που θα έβρισκε είναι πως οι εικαστικοί μιλούν για τη θρησκεία, την πολιτική, τις υπαρξιακές μας αγωνίες, με τρόπο υποδόριο, χαμηλόφωνο, διστακτικό.
Η 2η Μπιενάλε είναι σαφώς πιο βελτιωμένη από την πρώτη. Οι τρεις επιμελήτριες έχουν κάνει ουσιαστική δουλειά, με ενδιαφέρουσες επιλογές καλλιτεχνών. Το κόνσεπτ «Πράξις» είναι πιο κατανοητό στον μέσο θεατή σε σχέση με τις «Ετεροτοπίες» του 2007, όπου μια άβυσσος χώριζε τον μέσο Θεσσαλονικέα από τις θεωρίες του Φουκό. Ο «χάρτης» των εκδηλώσεων είναι πιο περιορισμένος, με τον κύριο όγκο των εκθεμάτων να βρίσκεται στο λιμάνι. Υπάρχουν και εκθέσεις σε άλλα μέρη, από το Παζάρ Χαμάμ μέχρι την Αγιορείτικη Εστία και από εκεί στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και το Μακεδονικό Μουσείο, σε ενα καλοσχεδιασμένο δρομολόγιο που πάει από τη θάλασσα στο κέντρο της πόλης.
Η διαφημιστική εκστρατεία -με μπάνερ και αφίσες στην πόλη- μπορεί να αποδώσει καρπούς και να δούμε περισσότερους κατοίκους να επισκέπτονται τους χώρους της Μπιενάλε. Η πάγια ένστασή μας είναι ο χρόνος διεξαγωγής. Αν η έκθεση γινόταν φθινόπωρο μαζί με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, και θα ήταν πιο πρόσφορες οι καιρικές συνθήκες (χωρίς τη ζέστη και την υγρασία του καλοκαιριού) ενώ θα υπήρχε μια έτοιμη μαγιά θεατών.
- Δρομολόγιο σε ερεθιστικά αφιερώματα και εκθέματα
Η καρδιά της Μπιενάλε χτυπάει στις αποθήκες του λιμανιού. Στην είσοδο, στον παλιό χώρο του Αντλιοστασίου, ο Μάριος Σπηλιόπουλος κάνει το μοναδικό έργο της έκθεσης που αποτελεί φόρο τιμής στην πόλη. Βιντεοσκοπεί τους φίλους του, να μιλούν για τη Θεσσαλονίκη, ανακαλώντας μνήμες και προσωπικές εμπειρίες. Ετσι, στήνεται ένα αυτοσχέδιο χρονολόγιο από τους Εβραίους και τους Αρμένιους, τους πρόσφυγες, τον ΠΑΟΚ, τις γειτονιές, τα μπαρ, τη νυχτερινή ζωή του ’80 και του ’90 έως τις ημέρες μας, καθώς το συγκρότημα «Μωρά στη Φωτιά» «πειράζει» το τραγούδι «Θεσσαλονίκη μου, μεγάλη φτωχομάνα» και το κάνει ροκιά.
Στην Αποθήκη Β1 παρουσιάζεται ένα από τα πιο ερεθιστικά αφιερώματα της Μπιενάλε με τίτλο «E–Mobil Art». Πρόκειται για μια ομαδική έκθεση, που στηρίζεται σε συνεργασίες μεταξύ καλλιτεχνών από διαφορετικές χώρες που δούλεψαν με νέες τεχνολογίες και έδωσαν έμφαση στη διάδραση. Δυστυχώς, αν δεν διαβάσει κανείς τον κατάλογο ή τα κείμενα στους τοίχους, δεν θα μπορέσει να καταλάβει πόσο συναρπαστική είναι. Οι επισκέπτες μπορούν να επέμβουν με τα κινητά τους τηλέφωνα και να επιλέξουν το βίντεο που θέλουν να δουν, να παίξουν σε ένα περίεργο «παιχνίδι θησαυρού», να μελετήσουν αρκτικά βακτήρια σε ένα γλυπτό από πάγο, να δουν ένα μικρό τεχνητό ουράνιο τόξο κ.ά.
Ενα από τα πιο ωραία εκθέματα είναι ένα φυτό δίπλα σε μια λάμπα και μια οθόνη υπολογιστή. Ο ανυποψίαστος θεατής δεν βλέπει καμία σύνδεση ανάμεσα στα αντικείμενα. Η αλήθεια όμως είναι ότι ο υπολογιστής μεταδίδει εικόνες από τον ουρανό διάφορων πόλεων ανά τον κόσμο, η λάμπα έχει έναν ειδικό αισθητήρα που μετατρέπει την ακτινοβολία που έρχεται από την οθόνη και έτσι το φυτό μεγαλώνει με τις ακτίνες που φτάνουν ψηφιακά από το Τέξας, τη Νέα Ζηλανδία, την Αφρική κ.ο.κ. Στον ίδιο χώρο παρουσιάζεται μια τεράστια σφουγγαρίστρα – ρομπότ, που δείχνει να έχει βγει από το «Σταρ Τρεκ». Αντί να καθαρίζει, διασκορπίζει τη βρωμιά. Ενα πικρό σχόλιο για την τεχνολογία, που μεταφέρει παντού τη σύγχρονη κόπρο του Αυγείου, το χάος των πληροφοριών.
Η βόλτα συνεχίζεται στα Ψυγεία του λιμανιού, στο ΜΙΕΤ, στο Μπαζάαρ Χαμάμ, όπου ο Oswaldo Macia από την Κολομβία φτιάχνει μια «συμφωνία» από ανθρώπινες μυρωδιές γυναικείων σωμάτων, που έχουν διαποτίσει με τη μορφή αρώματος διάφορα υφάσματα. Στο Μακεδονικό Μουσείο έχει δύο πολύ ενδιαφέροντα αφιερώματα. Παρουσιάζεται η άγνωστη στο ευρύ κοινό ζωγράφος Ευγενία Αποστόλου με την πρωτοποριακή δουλειά της, αλλά και η νέα γενιά Ελλήνων ζωγράφων στην ομαδική «Paint–id» που έχει επιμεληθεί ο Σωτήρης Μπαχτσετζής. Στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, φιλοξενείται μια ομαδική με καλλιτέχνες από τη Σερβία. Ευτυχώς, δεν εστιάζει στα αναμενόμενα, δηλαδή το συλλογικό τραύμα από τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας και τις πολεμικές συγκρούσεις, αλλά σε προσωπικές ιστορίες και θραύσματα μνήμης.
Συνολικά, η 2η Μπιενάλε αφήνει καλές εντυπώσεις και αν μακροημερεύσει μπορεί να αφυπνίσει το κοινό της Θεσσαλονίκης, η οποία έχει προ πολλού χάσει το πολυπολιτισμικό της στοιχείο και το αναβιώνει σήμερα –κάπως ξενοφοβικά– με τους μετανάστες. Η έκθεση είναι αναγκαία για μια πόλη όπου ευημερούν το καλό φαγητό και οι καφετέριες, αλλά βλέπει το ταλαντούχο καλλιτεχνικό της δυναμικό να μετακομίζει στην Αθήνα. Η Θεσσαλονίκη καταναλώνεται σε φτηνά θεάματα και σε διαμάχες για ποδοσφαιρικά θέματα, αλλά διψά για μια νέα ταυτότητα. Γιατί να μην ανακτήσει ένα μέρος της παλιάς της αυτοπεποίθησης μέσα από την τέχνη; Στους αβέβαιους καιρούς μας, είναι και αυτό μια επιλογή...
Η ελληνική παρουσία
Τα γεγονότα του Δεκεμβρίου φαίνεται ότι έχουν αφήσει το στίγμα τους στο υποσυνείδητο των καλλιτεχνών. Ο Νίκος Καναρέλης, που παίρνει μέρος στην έκθεση «Paint–id», ζωγραφίζει έναν νεαρό ταραξία με τη βόμβα μολότοφ στο χέρι. Ενα τηλεοπτικό πλάνο περνάει στον καμβά. Στα Ψυγεία, η ελληνική καλλιτεχνική ομάδα BeforeLight, της οποίας τα μέλη έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα Θεάτρου και το Τμήμα Αρχιτεκτονικής του Αριστοτελείου, έκαναν την εγκατάσταση «Serial Bulb Killer», όπου οι θεατές καλούνται να πάρουν μια πέτρα και να σπάσουν γλόμπους που είναι «φυτεμένοι» στην επιφάνεια του τοίχου. Η Δέσποινα Μεϊμάρογλου παρουσιάζει παλαιότερη δουλειά της που πραγματεύεται τη βία. Ο Γιώργος Διβάρης εκθέτει και αυτός μια εγκατάσταση που καταπιάνεται με τον πόλεμο, τους βομβαρδισμούς, τον έλεγχο της πληροφορίας.
«Βαρέθηκα τις γιγαντιαίες εκθέσεις»
Ο Dmitri Vilensky από τη ρωσική ομάδα Chto Delat έχει μια αιρετική άποψη για τη 2η Μπιενάλε της Θεσσαλονίκης: «Χάρηκα πολύ που ήρθαμε και είναι μια καλή έκθεση. Ομως, έχω βαρεθεί τις γιγαντιαίες Μπιενάλε με τους εκατοντάδες καλλιτέχνες. Είναι ένας τύπος παρουσίασης που ανήκει πια στο παρελθόν. Χρειάζεται ένα πιο μικρό και εύελικτο σχήμα. Ετσι και αλλιώς, ο θεατής θυμάται μόνο πέντε έργα, είτε δει είκοσι είτε δει διακόσια. Επίσης, έχει έρθει η περίοδος κατά την οποία οι καλλιτέχνες θα πρέπει να παίρνουν χρήματα για να συμμετάσχουν στις περιφερειακές Μπιενάλε. Ούτως ή άλλως, όσοι παίρνουν μέρος, δεν είναι εκείνοι που έχουν απαραίτητα συνεργασίες με μεγάλες γκαλερί και δεν τα βγάζουν εύκολα πέρα. Οι επιμελητές θέλουν να δείχνουν εικαστικούς που δεν είναι στο σύστημα, και αυτό είναι καλό. Πώς όμως θα επιβιώσουμε οικονομικά;»
Η πολιτική στο προσκήνιο
Η κύρια έκθεση είναι στην Αποθήκη Γ΄. Μια χορταστική δόση από τέχνη που προέρχεται από διαφορετικές κουλτούρες. Πολλοί από τους καλλιτέχνες καυτηριάζουν την πολιτική κατάσταση. Υπαινικτικά και έμμεσα. Μόνη εξαίρεση ο ζωγράφος Shen Qi, από την Κίνα, που κάνει κατά μέτωπο επιθέσεις στο καθεστώς της πατρίδας του. Το 1989, έκοψε το μικρό δάχτυλο του χεριού του ως προσωπική διαμαρτυρία για τα γεγονότα της Τιενανμέν. Οι καταγγελτικοί πίνακές του παραλίγο να μη φτάσουν στη Θεσσαλονίκη εξαιτίας της κινεζικής λογοκρισίας. Πρωταγωνιστούν αστυνομικοί, συλληφθέντες, το στάδιο «Φωλιά του Πουλιού», όπου έγιναν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου, κ.ο.κ. Ολα σε κατακόκκινο, αιμάτινο φόντο, που είναι το σήμα κατατεθέν του καλλιτέχνη. Εξαιρετική ζωγραφική, τόσο παλιομοδίτικη πια. Οι Κινέζοι έχουν πλημμυρίσει την παγκόσμια αγορά με τέτοια έργα – οπτικά κλισέ, τα οποία έχουν χάσει την πνοή τους.
Αντιθέτως, οι Αμερικανοί Megan και Murray Mcmillan έφτιαξαν μια θαυμάσια αλληγορία για την πολιτική κατάσταση της εποχής μας, κάνοντας μια αναφορά στη Ρωσία του Λένιν: στο σύντομο και περιεκτικό τους βίντεο, έξι συνδαιτυμόνες απολαμβάνουν ένα επίσημο δείπνο, περιβεβλημένοι από μια κυκλική κατασκευή με κυλίνδρους. Μέσα από αυτούς, αθέατοι παρατηρητές κρυφοκοιτάζουν τα τεκταινόμενα, ενώ η μουσική είναι ένας διάσημος ρωσικός επαναστατικός ύμνος της πρώιμης Σοβιετικής Ενωσης. (Αργότερα, μάλιστα, υιοθετήθηκε και από το ΕΑΜ και έγινε το προσφιλές τραγούδι «Επέσατε θύματα, αδέλφια εσείς, σε άνιση μάχη...») Η ανυποψίαστη παρέα του τραπεζιού, όπως η σημερινή παγκόσμια άρχουσα τάξη, απολαμβάνει το φαγητό της χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι την παρακολουθούν οι μη προνομιούχοι. Η νηνεμία πριν από τα πρόθυρα της επανάστασης.
Ακριβώς δίπλα στους McMillan, στην Αποθήκη Γ΄ του λιμανιού, η ρωσική κολεκτίβα Chto Delat με μέλη καλλιτέχνες, ποιητές, φιλοσόφους και κριτικούς έχει κάνει το εντυπωσιακό βίντεο «Perestroika Songspiel» με πρωταγωνιστές «ήρωες» της μετασοβιετικής εποχής: ο ιδεαλιστής δημοκράτης, ο επιχειρηματίας, ο επαναστάτης, ο εθνικιστής, αλλά και ο χορός (του αρχαίου ελληνικού δράματος) που παίζει τον ρόλο του λαού. Δυνατό, πυκνό αφήγημα για τη σύγχρονη Ρωσία.
No comments:
Post a Comment