Saturday, January 17, 2009

Στον κόσμο του Τόμας Ρουφ χωρίς ξεναγό

Με την παρέμβαση του Γερμανού φωτογράφου, η τεχνολογία «παίζει» με τις εικόνες στην αναδρομική του έκθεση στη Βουδαπέστη

Της Νελλης Αμπραβανελ, Η Καθημερινή, 18/01/2009

Στην αναδρομική έκθεση του Τόμας Ρουφ στο Mucsarnok / Kunsthalle της Βουδαπέστης (έως 15/2), ξεναγός είναι ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Τα βοηθητικά κείμενα στους τοίχους δεν αποτελούν μίνι-εκθέσεις των επιμελητών που σπεύδουν να διαφωτίσουν, αλλά ένα είδος εξομολόγησης, επεξήγησης ή και υποσημείωσης του ίδιου του φωτογράφου. Από το πιο αναλυτικό, έως το πιο σύντομο σημείωμα, όλα, ανελλιπώς, φέρουν την υπογραφή [Τ.Ρ.]. Το κοινό μπαίνει επίσημα στον κόσμο του Τόμας Ρουφ, χωρίς διακοπές και παρενθέσεις.

Ο Γερμανός φωτογράφος, γεννημένος το 1958, απόφοιτος της Ακαδημίας του Ντίσελντορφ, και μαθητής του Μπερντ Μπέχερ είναι ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της λεγόμενης «Σχολής του Ντίσελντορφ». Μαζί με τον Αντρέας Γκούρσκι, τον Τόμας Στρουθ, την Καντίντα Χόφερ και τον Αξελ Ούτε, ανήκει σε μια γενιά που έμαθε την τέχνη της φωτογραφίας μέσα στην ακαδημία, ενώ η ιδιαιτερότητα της τέχνης του έγκειται στην έμφαση που δίνει στο μέσο που χρησιμοποιεί και τις δυνατότητές του.

Η επεξεργασία της εικόνας

«Τι κάνουμε με την πληθώρα εικόνων που συνθέτουν την ψηφιακή εποχή; Τι καινούργιο μπορούμε να μάθουμε για τη δομή της οπτικής κουλτούρας της εποχής μας από τις αμέτρητες και ποικίλες φωτογραφίες που βρίσκονται παντού αποθηκευμένες στο Iντερνετ»; Αυτές είναι δύο από τις ερωτήσεις που θέτει στους επισκέπτες ο επιμελητής της έκθεσης, Zsolt Petranyi, λίγο πριν περάσουν το κατώφλι του εκθεσιακού χώρου.

Τις ίδιες ερωτήσεις φαίνεται να προσπαθεί να απαντήσει και ο ίδιος ο Ρουφ, προσεγγίζοντάς τις μέσα από διάφορες μεθόδους επεξεργασίας της εικόνας. Ο Ρουφ ρετουσάρει, μεγεθύνει, φωτίζει και θολώνει. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιεί είναι πολλές και διαφορετικές: μοιάζει να αξιοποιεί κάθε τεχνολογία που του προσφέρεται για να «παίξει» με εικόνες που σπάνια έχει τραβήξει ο ίδιος. Δανείζεται και οικειοποιεί, ανανεώνοντας τον τρόπο με τον οποίο το κάνει, ενώ συγχρόνως, αρνείται την παρουσία μιας χρονολογικής λογικής στο έργο του. Αλλωστε, αυτό φαίνεται και στο στήσιμο της έκθεσης, όπου η παρουσίαση των έργων δεν βασίζεται σε μια αυστηρή χρονολογική σειρά, μια συνειδητή απόφαση του καλλιτέχνη, ο οποίος έδωσε στο μουσείο συγκεκριμένες οδηγίες για την τοποθέτηση των έργων του.

Τα πορτρέτα του από τη δεκαετία του 1980 τον έφεραν για πρώτη φορά στο προσκήνιο. Σαν υπερμεγέθεις φωτογραφίες ταυτότητας φίλων και γνωστών, τα «Πορτρέτα» γίνονται σιγά σιγά «Αλλα Πορτρέτα», όταν η μεγέθυνση δεν αρκεί και η χρήση μιας σύνθετης μηχανής, της μηχανής μοντάζ της Μινόλτα, γίνεται πραγματικός πειρασμός. Τότε, πρόσωπα που μοιάζουν οικεία, δεν είναι τίποτε παραπάνω από συνθέσεις που τελικά, δεν απεικονίζουν κανέναν.

Κι όμως, το κοινό δεν μπορεί να ξεφύγει από το βλέμμα αυτών των «Αλλων Πορτρέτων». Καταφεύγει στο βάθος της αίθουσας, όπου ο Ρουφ γράφει: «Είμαστε όλοι ίσοι, ίδιοι, κανένας δεν είναι πιο σπουδαίος από κάποιον άλλον, και την ίδια στιγμή είμαστε όλοι μοναδικοί. Ενα “Αλλο Πορτρέτο” είναι ένα νέο πρόσωπο, πιστευτό, αλλά αν παρατηρήσει κανείς την επεξεργασία, συνειδητοποιεί ότι πρόκειται για ένα τελείως τεχνητό πρόσωπο».

Η οικειοποίηση της εικόνας

«Η οικειοποίηση εξελίχθηκε σε δειγματοληψία. Η χρήση μιας εικόνας σημαίνει οικειοποίηση, ενώ η χρήση δύο ή περισσότερων εικόνων σημαίνει δειγματοληψία. Οταν οικειοποιούμαι μια εικόνα δεν αμφισβητώ κάποια αρχή. Είναι θέμα πρακτικής αντιμετώπισης. Οταν ήθελα να ασχοληθώ με τα “Αστέρια” συνειδητοποίησα ότι δεν έχω τα υλικά ή την τεχνολογία για να πάρω ο ίδιος τις φωτογραφίες». Οι σημειώσεις συνεχίζουν να είναι πρακτικές, σύντομες, χωρίς πολλές θεωρίες και ερμηνείες τρίτων. Αυτή είναι η δουλειά του κοινού. Και στην περίπτωση των «Αστεριών», ο Ρουφ, που μικρός ήθελε να γίνει αστρονόμος, παίρνει επιστημονικές λήψεις του ουρανού τη νύχτα και τις μεταμορφώνει σε κάτι σχεδόν αισθησιακό.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που τα «Αστέρια» μοιράζονται τον ίδιο χώρο με τα περίφημα γυμνά του. «Οταν άρχισα την έρευνά μου στο Ιντερνετ έμεινα έκπληκτος με την επιδειξιομανία των ανθρώπων που εμφανίζονταν γυμνοί, όπως και με την ηδονοβλεψία αυτών που τους κοιτούσαν και την όλη ανωνυμία του πράγματος». Ο καλλιτέχνης δανείζεται αισθησιακές εικόνες από το Ιντερνετ, μεγεθύνοντας πολλές φορές δείγματα από αυτήν την εύκολα προσβάσιμη πορνογραφία, υπογραμμίζοντας έτσι κάτι που θεωρείται ταμπού, απαγορευμένο, αλλά δεν παύει να υπάρχει σε αφθονία. Την ίδια στιγμή, όμως, η χαμηλή ανάλυση των πρωτότυπων φωτογραφιών δεν επιτρέπει στις μεγεθύνσεις τους την αρχική τους καθαρότητα. Οι εικόνες είναι θολές, μοιάζουν κουνημένες, με αποτέλεσμα, σχεδόν να «προστατεύουν» το κοινό από τα διάφορα ταμπού και να μοιάζουν τελικά, αισθητικά πιο ευχάριστες...

Κατανάλωση πληροφοριών

Ο Ρουφ συνεχίζει: «Στην κοινωνία μας, δεν καταναλώνουμε μόνο προϊόντα και το φυσικό μας περιβάλλον, αλλά κάνουμε και το ίδιο πράγμα με την πληροφόρηση. Καταναλώνουμε πληροφορίες, τις καταπίνουμε και μετά εξαφανίζονται, χωρίς πραγματικά να φτάνουν στον εγκέφαλό μας».

Στα έργα περιλαμβάνονται και τα γνωστά του «Pixels» όπως και οι πιο πρόσφατες σειρές «Substratum» και «Zycels». Στην πρώτη ομάδα συγκαταλέγεται και η επεξεργασία της εικόνας της στιγμής της πρόσκρουσης του δεύτερου αεροπλάνου στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης. Το συγκεκριμένο έργο λείπει από την αναδρομική αλλά αντίστοιχα έργα μαρτυρούν την εμμονή του με την επεξεργασία της ψηφιακής εικόνας. Στη σειρά «Substratum», ανακατεύει κυριολεκτικά εικόνες από το Ιντερνετ, μέχρι να καταφέρει μια ψυχεδελική, πολύχρωμη επιφάνεια. Ο Ρουφ υποστηρίζει άλλωστε συχνά ότι οι φωτογραφίες του απαθανατίζουν μόνο την «επιφάνεια των πραγμάτων»... Στην τελευταία σειρά έργων του, βέβαια, στα λεγόμενα «Zycels», η επιφάνεια σπάει, όπως και η φωτογραφία. Εδώ βλέπουμε μια στροφή προς το τρισδιάστατο, μαθηματικό πειραματισμό, που φέρνει τον φωτογράφο όλο και πιο κοντά στη ζωγραφική. Λίγο παρακάτω, ο ίδιος βέβαια, το απλοποιεί: «Ηθελα να ανακατασκευάσω αυτό που τα παιδιά δημιουργούν ενστικτωδώς, τις μουτζούρες».

Στο τέλος της έκθεσης, το κοινό δεν έχει χορτάσει. Γιατί η απουσία χρονολογικής λογικής στην τέχνη του Ρουφ προκαλεί ανυπομονησία για το επόμενο βήμα, την επόμενη μέθοδο. Δεν υπάρχει επίλογος κι αυτό ανακουφίζει.

No comments: