Πάντα με κομψό κοστούμι, καπέλο και μπαστούνι στο χέρι, διαφωνώντας και με την εμφάνισή του ακόμα με την τρέχουσα αισθητική, ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας κατέβαινε από το σπίτι της οδού Κριεζώτου και βεβαίως ελάμβανε τις σεβαστικές καλημέρες όσων διασταυρώνονταν μαζί του και τύχαινε να τον γνωρίζουν.
Τώρα το σπίτι, το ατελιέ αλλά και ολόκληρο το ιδιόκτητο μέγαρο, με τη φροντίδα του Μουσείου Μπενάκη και προσωπικά του διευθυντή του Αγγελου Δεληβοριά, προετοιμάζονται για να στεγάσουν ένα νέο μουσείο που θ' ανοίξει για το κοινό στα τέλη του χρόνου.
Ενα μουσείο φιλόδοξο που θα στεγάσει τη Γενιά του '30, όπως αυτή εκπροσωπήθηκε στην ποίηση, την πεζογραφία, τα εικαστικά και τη μουσική. Θα συναντηθούν εκεί αυτοί οι οποίοι συνδέθηκαν με την εισαγωγή των πρωτοποριακών ρευμάτων στη χώρα μας και συνειδητά προσπάθησαν να τα πολιτογραφήσουν δίνοντας ελληνική ιθαγένεια. Ανάμεσά τους ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Ρίτσος, ο Εγγονόπουλος, ο Εμπειρίκος, ο Τσαρούχης, ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας αλλά και οι Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Μητρόπουλος, Σκαλκώτας, Στέρης, Κουν, Βενέζης, Μόραλης, Νικολάου, Καραγάτσης, Τερζάκης, Κόντογλου, Μελετσής, Μπαλάφας, η Παπαϊωάννου κ.ά.
- Παρουσίαση χωρίς διδακτισμό
Είναι κυριολεκτικά μια σπαζοκεφαλιά το ποιους θα κρατήσει και ποιους θ' αφήσει απέξω ο Αγγ. Δεληβοριάς. Πρέπει όλοι να συναντηθούν σε τρεις ορόφους, αφού στο ισόγειο τη θέση των μαγαζιών που υπήρχαν θα πάρει το πωλητήριο, ενώ το σπίτι και το ατελιέ του Γκίκα θα μείνουν ως είχαν, το πρώτο ως παράδειγμα αστικής οικίας, «το οποίο καλό είναι να βλέπουν όλοι όσοι έχουν σήμερα τα σπίτια του νέου χρήματος», όπως επισημαίνει ο Δεληβοριάς.
«Μαθήτευσα στη Γενιά του '30» τονίζει ο ίδιος. «Δάσκαλοί μου ήταν ο Χρήστος Καρούζος, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Κόντογλου, ο Γιάννης Μηλιάδης, η Σέμη Καρούζου. Πρέπει και οι νεότεροι να επικοινωνήσουν με τις δημιουργίες και τις καταθέσεις τους. Θεωρώ ότι αυτό το μουσείο θα αποτελέσει σημαντικότατη προσφορά στην πνευματική ζωή αυτού του τόπου. Δεν θα αφορά μόνο τους ζωγράφους. Θα είναι όλοι εκεί, οι διανοητές, οι ποιητές, οι μουσικοί, οι χορογράφοι, οι φωτογράφοι».
- Πώς θα ταιριάζει ο ένας με τον άλλο;
«Δεν θέλω να διαφαίνεται στην παρουσίαση των δημιουργών κάποιο ίχνος προσωπικό, της δικής μου διάθεσης. Ο επισκέπτης πρέπει να κάνει τη δική του αποτίμηση. Ισότιμα θα παρουσιαστούν όλοι, εννοείται με το απαραίτητο συνοδευτικό υλικό, δίχως όμως διδακτισμό».
Στους τοίχους των τριών ορόφων θα τρέχει μια συνεχής φρίζα, από πίνακες για ό,τι αφορά τους ζωγράφους, από φωτογραφίες για ό,τι αφορά τους υπόλοιπους. Από κάτω, σε μια οριζόντια προθήκη, θα υπάρχουν τα ενθυμήματα. Καθένας στον δικό του χώρο θα συναντά τον αμέσως επόμενο. Η κάθε ενότητα θα αρχίζει με τη φωτογραφία του καλλιτέχνη και κείμενο. Το να παρουσιάσεις π.χ. τον Κουν είναι εύκολο. Εναν συγγραφέα, όμως;
«Ο Βενέζης ήδη βρίσκεται στο μουσείο, μέσα από τα χειρόγραφά του. Πριν πεθάνει ο Σεφέρης, είχα πάει σπίτι του και του είχα ζητήσει υλικό. Υπάρχουν οι πρώτες εκδόσεις των έργων του αλλά και κάποια προσωπικά αντικείμενα, το μολύβι ή τα γυαλιά του».
Ο Αγγ. Δεληβοριάς επισημαίνει πως θα απουσιάζει η πολιτική, θα βγαίνει όμως υπαινικτικά από τα πράγματα.
«Προβληματίστηκα αν θα μπορούσαν να παρεμβληθούν σ' αυτές τις τακτές και προσχεδιασμένες επιφάνειες, εικόνες που να παραπέμπουν σε γεγονότα σημαδιακά. Δεν ξέρω αν έχω και τον χώρο, δεν είναι απέραντος. Ομως όταν παρουσιάζεις τους φωτογράφους της Αντίστασης, λογικό είναι να υπάρχει και το Βουνό αλλά και η Αθήνα της Κατοχής και του Δεκέμβρη του '44».
- Γιατί αυτό το μουσείο και γιατί τώρα;
«Είναι το χρέος για τη διατήρηση της μνήμης. Δεν αντέχω την ευκολία με την οποία ξεχνάμε. Εδώ μιλάμε για τον πολιτισμό μας, τον τόσο πολυσύνθετο. Και θέλω να παρέχονται τα ερεθίσματα ακόμα και στους απροετοίμαστους. Να οδηγούνται από τη φωτογραφία, το αντικείμενο, το χειρόγραφο. Το Μουσείο πρέπει να αποτελεί από κάθε άποψη συμπλήρωμα του σχολείου. Επί του προκειμένου βεβαίως θα πω και για τα χρέη μας προς τους αποθαμένους, κάτι που δεν τεμαχίζεται, ούτε και ζυγίζεται».
No comments:
Post a Comment