Saturday, March 26, 2011

Ζωγραφική στις επάλξεις

  • Η έκθεση του Βασίλη Βασιλάκη στην γκαλερί Bataggiani
  • Της ΜΑΡΙΑΣ ΜΑΡΑΓΚΟΥ
  • Ελευθεροτυπία, Σάββατο 26 Μαρτίου 2011
Τι συμβαίνει με τη ζωγραφική; Για ποιο λόγο σπάνια βλέπουμε καλή ζωγραφική, εκτός των μουσείων; Να μια ερώτηση που βάζουμε συχνά στις κουβέντες με τους άλλους και με τον εαυτό μας.

Αγαπάμε τη ζωγραφική, ίσως κανένα άλλο μέσο δεν αγαπάμε τόσο πολύ, αντιπαθούμε τη ζωγραφική της ζωγραφικής. Τα ψεύτικα διακοσμητικά τοπία και τα επιδερμικά πρόσωπα και φιγούρες. Αιώνες μετά την αποκάλυψη της ζωγραφικής, εξακολουθεί να αποτελεί μείζον ζήτημα όταν είναι καλή, άσχετα από το θέμα που αναπαριστά. 

Αλλά το ποιος είναι ζωγράφος και ποιος όχι μπορεί να απαντηθεί (αν απαντηθεί) με την ευρύτερη ερώτηση ποιος είναι καλλιτέχνης και ποιος όχι, δεδομένου ότι η επιδεξιότητα ή η καλή γνώση του τεχνικού μέρους, αν μιλάμε για video, σίγουρα δημιουργεί φόρμα αλλά όχι οπωσδήποτε και έργο τέχνης. 

Από την άλλη, όλο και περισσότερο υποψιάζομαι τα δημοφιλή έργα, εκείνα στα οποία αναφέρονται όλα μαζί τα περιοδικά και οι θαυμαστές. Δύσκολα ζητήματα, παλιά ζητήματα και ανανεωμένες απορίες. 

Ιδού, η έκθεση του Βασίλη Βασιλάκη. Θέματα γνωστά, οικεία, όπως τα λουλούδια, ωστόσο κάτι διαφορετικό κινείται στην επιφάνεια της ζωγραφικής που ξεπερνά το θέμα. Ευτυχώς. Η αφηγηματικότητα έχει ένα ρόλο, δεν είναι ωστόσο το πρωταρχικό, ενώ το ζήτημα της μεταφυσικής είναι παρόν. Βλέπω τα έργα και είμαι σίγουρη ότι κάτι άλλο συμβαίνει που ξεπερνά τη ζωγραφική πράξη. Αν θα εξελιχθεί ή όχι, μπορεί και να μην έχει τόση σημασία, όσο ότι αυτή τη χρονική στιγμή βλέπουμε λίγα έργα ζωγραφικής και νιώθουμε ότι κάτι συμβαίνει εδώ. 

Είναι η δεύτερη έκθεση (μετά του Γιώργου Χατζημιχάλη) που οργανώνει η γκαλερί Bataggiani μετά την εγκατάστασή της στο παραδοσιακό κέντρο, δηλαδή στο Κολωνάκι, όπου μετακινήθηκε από του Ψυρρή. Εκείνο το πάθος για τις γειτονιές της παλιάς Αθήνας, Μεταξουργείο, Ψυρρή, Γκάζι, αρχίζει να εγκαταλείπει τους Αθηναίους γκαλερίστες, δεδομένων και των συνθηκών, που όλο και πιο δύσκολες γίνονται. 

Με έναν τρόπο το Κολωνάκι, που είχε εγκαταλειφθεί και λόγω υψηλών ενοικίων, μοιάζει να ξαναφτιάχνει την γκαλερογειτονιά του, προσθέτοντας στη Ζουμπουλάκη, την «24», τη «Μέδουσα» και την Καλφαγιάν, την γκαλερί της Βάσως Μπαταγγιάνη και σύντομα την γκαλερί του Ρένου Ξύπα, ο οποίος από τη Σοφοκλέους, όπου άγνωστοι δέρνονταν έξω από την πόρτα του, βρέθηκε στο Μενίδι (όπου χρειαζόταν ταξίδι για τους φιλότεχνους), για να επιστρέψει σύντομα στην Πατριάρχου Ιωακείμ, στον πρώην χώρο «Θέμα». 

Τι τα θέλετε, το κέντρο έχει τη δική του γοητεία, όπως εξάλλου και οι γειτονιές όπου η πρόσβαση με το μετρό είναι εύκολη. Τα του κέντρου σκεφτόμουν και σε ένα πρόσφατο ταξίδι στο Μιλάνο, όπου εντυπωσιάστηκα από τη νέα αρχιτεκτονική του παλιού μουσείου σύγχρονης τέχνης της πόλης, του «Novecento» (1900), στο γνωστό Palazzo Reale. 

Πόσο ενδιαφέρον έχει η φροντίδα του δημάρχου, άσχετα αν πρόκειται για τη δημοτική αρχή μιας μητρόπολης, όπως είναι το Μιλάνο, στην αξιοποίηση μιας συλλογής ιταλικής τέχνης, άσχετα αν πρόκειται για αρκετούς διεθνείς καλλιτέχνες, όπως ο Fontana ή ο Burri. Εντυπωσιακή συλλογή και, κυρίως, εξαιρετική διαδρομή στη σύντομη ιστορία των έργων. 

Το άλλο που με εντυπωσίασε είναι η δουλειά που κάνουν τρεις νεαρές Ελληνίδες στο Μιλάνο, οι Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, Μαριέλλα Κεσίσογλου και Μυρτώ Ρογκάν με τη διοργάνωση του φεστιβάλ «Το Μιλάνο συναντά την Ελλάδα». Ενα διαφορετικό γούστο από τις συνήθεις φιέστες που οργανώνουν στο εξωτερικό οι παράγοντες, κρατικοί και μη, και μια σοβαρή αντιμετώπιση τόσο των θεατρικών γεγονότων (είδα την «Ερημο» σε σκηνοθεσία Θόδωρου Τερζόπουλου στο Piccolo Teatro) όσο και των εικαστικών με την καλή παρουσία των έργων της Λίζης Καλλιγά (Μετοίκηση) και του Γιώργου Χατζημιχάλη (Νοσοκομείο). Να νιώθεις καλά ότι ουδείς σε υποτιμά ως Ελληνα -αντίθετα, εκείνο που παρουσιάζεται είναι ισότιμο με ό,τι αποκαλούμε διεθνές. *
  • Εδώ & εκεί

ΜΗΝΑΣ θανάτου ο Μάρτιος που τελειώνει, δεν τα πήγε καλά με τους καλλιτέχνες μας. ΜΕ την πάροδο των ημερών σκέφτομαι και ξανασκέφτομαι το τεράστιο σοκ από το τέλος του Νίκου Αλεξίου, όσο και αν ήταν αναμενόμενο. 

Η ΗΛΙΚΙΑ και το έργο είναι που σοκάρουν και, βέβαια, το γεγονός ότι υπήρξε λαμπερός στη διάρκεια της ζωής του. Από την άλλη, ο σημαντικότατος Βλάσης Κανιάρης, τελευταίος ή μάλλον από τους τελευταίους μιας γενιάς που τράβηξε το δρόμο προς το εξωτερικό και δικαιώθηκε. 

ΑΠΟ την παρέα της πρώτης εξόδου (Κανιάρης, Κεσσανλής, Δανιήλ) έμεινε μόνο το έργο. 

ΣΥΧΝΑ αναρωτιέμαι αν σημαίνει τίποτα και αυτό, στο δικό μας χρόνο, όπου τα πάντα είναι εφήμερα. Και δεν αναφέρομαι στο ρεαλιστικό που εκστόμισε κάποτε ο Αντι Γουόρχολ, για τα λίγα λεπτά διασημότητας που ο καθένας διεκδικεί, αλλά σε εκείνη τη βαθύτερη αγωνία, τι μένει από τον καλλιτέχνη όταν φεύγει. Και αν δεν βρίσκεται στη πρώτη γραμμή της εκάστοτε πρωτοπορίας, μένει κάτι, εκτός από τις φωτογραφίες του στο οικείο περιβάλλον; 

ΔΙΧΩΣ διευθύντρια τη Μαρία Τσατσάνογλου μένει το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. 

ΠΡΟΚΗΡΥΣΣΕΤΑΙ η θέση, ανανεώνεται η σύμβαση ή η πρόεδρος του Δ.Σ. εκτελεί και χρέη διευθύντριας;

No comments: