«Ο Νογκούτσι ήταν καλλιτέχνης της ουσίας, της συμπύκνωσης. Προσεγγίζοντας με το πλοίο την Ανδρο κι αντικρίζοντας ξαφνικά το τοπίο, τα βράχια και τους διάσπαρτους, «σκαρφαλωμένους» λευκούς ναΐσκους, ατενίζοντας δηλαδή την αιωνιότητα, σκέφτηκα πόσο πολύ ταιριάζει στο κυκλαδίτικο νησί σας. Σε όλη τη ζωή του, προσπαθούσε να συλλάβει και να αιχμαλωτίσει το πνεύμα της απεραντοσύνης και της αιωνιότητας. «Το λιγότερο είναι το περισσότερο», ήταν το δόγμα του, σε σχέση και με τα υλικά και με τη φύση».
Η Τζένι Ντίξον, διευθύντρια του νεοϋορκέζικου Ιδρύματος Ισάμου Νογκούτσι, δεν έκρυβε τη συγκίνηση ούτε τον ενθουσιασμό της, την Παρασκευή, ανήμερα των εγκαινίων της έκθεσης «Νογκούτσι: Ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση» στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, στη Χώρα της Ανδρου.
Ο Ιάπωνας με τα... γαλανά μάτια Ισάμου Νογκούτσι (1904-1988), Αμερικανός από την, ιρλανδικής καταγωγής συγγραφέα, μητέρα του, και Ιάπωνας από τον ποιητή πατέρα του, εξώγαμο που πάντα κουβαλούσε το τραύμα της πατρικής απόρριψης, στην πρώτη «πανοραμική» έκθεση έργων του στην Ελλάδα, μια χώρα που λάτρεψε, είναι μια αποκάλυψη.
Πολυσχιδής, πλουραλιστής, διττός, στο μεταίχμιο Ανατολής και Δύσης, ο μαθητής του Μπρανκούζι, χάρη στο πείσμα του, και στενός συνεργάτης της Μάρθας Γκράχαμ, λόγω της αγάπης του για τη ζωντανή σκηνή, είτε δημιουργούσε γλυπτά από μάρμαρο είτε σκηνικά από πέτρα, ξύλο και σκοινί είτε παραμυθένιους παιδότοπους και φωτιστικά από φύλλα μουριάς, πάντα «απαντήσεις αναζητούσε», όπως μου εξήγησε η κ. Ντίξον, που τον γνώρισε, ενώ ακόμη δημιουργούσε.
«Ο Νογκούτσι ήταν ένας διά βίου ερωτώμενος. Διάβαζε πολύ, έψαχνε ακατάπαυστα, αναζητώντας την Αρχή. Και διαρκώς μετατοπιζόταν. Τον ενδιέφερε ο βουδισμός. Ο Γιουνγκ. Η μυθολογία. Ενας από τους λόγους που χαίρομαι τόσο που ήρθε το έργο του στην Ελλάδα, είναι ότι ο ελληνικός μύθος υπήρξε μέρος της ανατροφής και της ταυτότητάς του».
Εξ ου ένα μεγάλο μέρος της έκθεσης στο Μουσείο της Χώρας Ανδρου είναι αφιερωμένο στη δουλειά του πάνω στον ελληνικό μύθο, αλλά και στα έργα που δούλεψε κατά τη διάρκεια των επισκέψεών του στη χώρα μας -όπως τα σκίτσα με το άγαλμα του Μοσχοφόρου. Τότε που η Ναταλία Μελά τον ξεναγούσε στην Ακρόπολη και ο Γιάννης Τσαρούχης τού σκάρωνε -με παστέλ αφιερώσεις- ανδρικές φιγούρες στον κατάλογο της έκθεσής του στον «Ζυγό», το 1978.
Στο ελληνικό ωστόσο «κομμάτι» του επικρατεί ένα εμβληματικό έργο: ο τοτεμικός «Ορφέας» από αλουμίνιο, δουλεμένος με αρχέγονες γιαπωνέζικες τεχνικές. Ελληνικό, λόγω θεματολογίας, κι εξίσου εντυπωσιακό, το corpus της συνεργασίας του με τη Μάρθα Γκράχαμ από το '35 ώς το '67, για 19 παραστάσεις της: «Κλυταιμνήστρα» το '58, «Αλκηστη» το '60, «Φαίδρα» το '62.
Στα highlights μιας έκθεσης που εστιάζει στο μικρό αλλά ουσιώδες, το «κύκνειο άσμα» του, γλυπτά μικρής κλίμακας από μάρμαρο, που δούλευε (1987-88) κρυφά στο εργαστήριό του και για πρώτη φορά εκτίθενται δημόσια. Λίγο νωρίτερα, έχοντας ήδη δοκιμαστεί στη μίξη και συναρμολόγηση χρωματιστών μαρμάρων σε βιόμορφα σχήματα, ο Νογκούτσι είχε επιστρέψει στον πατρογονικό άκαμπτο γιαπωνέζικο γρανίτη, δίνοντας μορφή σε γιαπωνέζικες βουδιστικές θεότητες.
Ως άνθρωπος, πώς ήταν; Το έργο του «προδίδει» έναν καλλιτέχνη εργασιομανή, ανήσυχο και σεμνό. «Επίμονος, και λάτρης της γυναίκας. Πέρασαν πολλές από τη ζωή του. Παρέμενε ερημίτης», αποκαλύπτει η κ. Ντίξον. Αισθανόταν περισσότερο Αμερικανός ή Ιάπωνας; «Ηθελε να είναι Αμερικανός. Ομως θεωρούσε ότι ήταν ένας διεθνής καλλιτέχνης, ένας παγκόσμιος πολίτης που ποτέ δεν ενεπλάκη σε -ισμούς».
**Διάρκεια έκθεσης: έως 26 Σεπτεμβρίου. **Το 2011 το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στην Ανδρο θα φιλοξενήσει έναν Ελληνα: τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Στη μίνι αναδρομική του έκθεση θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά άγνωστα έργα του από ιδιωτικές συλλογές. Οσο για το Μουσείο Γουλανδρή στην Αθήνα, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ιδρύματος Γουλανδρή, Κυριάκο Κουτσομάλλη, «αισίως βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο».
No comments:
Post a Comment