Saturday, November 28, 2009

Η Πινακοθήκη χρειάζεται προοπτική για το μέλλον

  • Η λειτουργικότητα αποτελεί το μεγάλο στοίχημα για την αρχιτεκτονική μελέτη
  • Του Παναγιωτη Tετση*, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 29/11/2009

Να λοιπόν που η πτωχή φυματική συγγενής, η Εθνική Πινακοθήκη, αναπτερώνεται και της προετοιμάζεται ένα καλύτερο κτιριακά ευρύτερο μέλλον. Σύμφωνα με όσα στοιχεία εκθέτει η δημοσιογράφος της «Καθημερινής» Γιώτα Συκκά (8.8.2009), στοιχεία τα οποία θα εδόθησαν από τους υπεύθυνους της Πινακοθήκης ή τους μελετητές, η Διεύθυνση Αναστηλώσεως Νεωτέρων και Συγχρόνων Μνημείων έχει εγκρίνει τη μελέτη εφαρμογής, όπως και τα τεύχη δημοπρατήσεως. Ας ελπίσουμε ότι από εδώ και εμπρός δεν θα υπάρξουν εμπόδια, αναστολές και ότι θα ακολουθήσει ομαλά η διαδικασία προκηρύξεως διαγωνισμού και ότι δεν θα ανακύψουν παλινδρομήσεις προσφυγών ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Η κ. Συκκά μάς ενημερώνει, από τις πληροφορίες που έλαβε, για το πώς θα προχωρήσει και ποιο το αποτέλεσμα του έργου· παραθέτει δε οκτώ φωτογραφίες, αφού αναφέρει ότι η μελέτη η οποία ενεκρίθη αφορά την αρχιτεκτονική μορφή, τη στατιστική του κτιρίου (το μέλος του προηγουμένου Δ.Σ., πολ. μηχανικός και φιλότεχνος κ. Κορκολόπουλος, είχε επισημάνει επιμόνως την αναγκαιότητα ενισχύσεως του κουρασμένου σκελετού, όπως και την απουσία εξόδων κινδύνου) και στην ηλεκτρομηχανική· και ότι θα δημιουργηθούν νέοι εκθεσιακοί χώροι εκατοντάδων τετραγωνικών.

Δύο αλλαγές

Η προηγούμενη μελέτη, προ ετών, από τους δύο εκ των τριών αρχικών μελετητών, από την οποία δεν πολυκαταλαβαίναμε ποια θα ήταν η τελική μορφή, υποσχόταν πέντε χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα.

Η τωρινή, στην οποία συνεργάζεται ο ένας εκ των αρχικών δημιουργών, προτείνει έναν ακόμα όροφο ο οποίος, όπως δείχνει το φωτογραφικό σχέδιο, θα ακολουθεί την ίδια διάταξη με τους δύο υπάρχοντες, όπως και υπόγειους χώρους φωτιζόμενους από γυάλινο κυλινδρικό φωταγωγό.

Απ’ όσα κατάλαβα, δύο είναι οι βασικές αλλαγές: η μία, η πιο σημαντική, η αύξηση των χώρων· και η δεύτερη, η αλλαγή όψεως, μιας νεωτεριστικής προσόψεως από την πλευρά της εισόδου (η καλή), που θα σηκωθεί ένας φράχτης γυάλινος· αυτές είναι οι δύο κύριες βελτιώσεις. Η γυάλινη όψη θα είναι απομακρυσμένη –αν πάλι κατάλαβα– από τη σημερινή με τον φανερό σκελετό, κολώνες και δοκάρια, έτσι όπως ήταν η σύλληψη των τότε μελετητών· και στο προκύπτον διάστημα χώρου θα κατασκευαστούν κεκλιμένα επίπεδα (ράμπες) ανόδου - καθόδου συνδέσεως των ορόφων. Η πίσω όψις η προς την Βασιλέως Κωνσταντίνου παραμένει ίδια συν τον πρόσθετο όροφο με σκούρα τζάμια, το εύρημα της προσόψεως παρακάμπτεται έτσι που είναι εμφανές το «πανωσήκωμα».

Αυτή η πλαστική εγχείριση του λίφτινγκ είναι θέμα καλλωπισμού· όμως παραμένει ένα πρόβλημα μέγα: αυτό της λειτουργικότητος ως Πινακοθήκης. Δηλαδή: ο νέος όροφος θα ακολουθεί –είναι προφανές– την άβολη, ακατάλληλη διάταξη των παραλληλόγραμμων, των μακρόστενων άβολων αιθουσών. Απ’ αρχής, παλιά, γεννιόταν η απορία, γιατί να ακολουθούσε ο κύριος κτιριακός όγκος το άχαρο «μακρυνάρι» με γυάλινους φεγγίτες, κατά μήκος, πάνω στα δύο μέτρα, έτσι που το φως να χτυπάει στα μάτια με αποτέλεσμα να εμποδίζει στην όραση του θεατή· επιμελητές και διευθυντές του Ιδρύματος επέφεραν όσες εσωτερικές αλλαγές μπορούσαν ώστε να βελτιώσουν τους εκθεσιακούς χώρους προς ανετότερη παραμονή των επισκεπτών αλλά και, μάταια, να αποφύγουν την εν σειρά κουραστική και βαρετή διάταξη των εκθεμάτων. Είναι αδύνατον να εκτιμήσει ο επισκέπτης και να απολαύσει τις αρετές ενός έργου τέχνης που απαιτεί να έχει τον δικό του χώρο. Πώς μπορεί να διαχέονται προς τον θεατή αυτές οι αρετές του λαμπερού κοσμήματος του Αλταμούρα «Το λιμάνι της Κοπεγχάγης» ή του «Τσίρκου» ή «Βάρκας» του Βολανάκη, του Λεμπέση, του Καλούδη· θέλουν το δικό τους χώρο για να προσκαλούν.

Αδυναμίες

Απορία μου: πώς οι τότε μελετητές και κυρίως ο Παύλος Μυλωνάς, ο πλέον έμπειρος των τριών, πνευματικός άνθρωπος φίλος, πρότεινε, και η επιτροπή κρίσεως, ο διευθυντής τότε Μαρίνος Καλλιγάς, υψηλής παιδείας και κοσμογυρισμένος σε μουσεία, υιοθέτησαν μια τέτοια λύση, συνηθισμένη μεν, αλλά αναχρονιστική, που ευδοκιμούσε σε οικοδομήματα παλαιών ανακτόρων, μουσεία σήμερα μη επιδεχόμενα μετατροπές, και που η εσωτερική διαμόρφωση ενός ατέλειωτου παραλληλογράμμου επέβαλε τέτοια διάταξη με συνέπεια αυτή να επιφέρει κούραση, ανία και το χασμουρητό του επισκέπτη, συνέπεια που προκαλούσε ακόμα η ατέλειωτη μεγάλη galerie του Λούβρου, άλλοτε –δεν γνωρίζω αν υπάρχει αλλαγή σήμερα– με την παράλληλη διάταξη των δεκάδων επιλέκτων αριστουργημάτων της Αναγεννήσεως, στην οποία μετά λίγο ο επισκέπτης αναπόφευκτα επιτάχυνε το βήμα του αδιάφορος για να παρακάμψει τον χείμαρρο της τέχνης με μόνη αναλαμπή στον μύθο της Τζοκόντας· η θρυαλλίς μιας αρχικής αισθητικής ευφορίας μετά λίγο ήταν αδύνατο να διατηρηθεί. Μικρές συγγενείς ομάδες έργων ζωγραφικής έχουν αξίωση για δικό τους οικείο χώρο, όπως ανέφερα για το έργο του Αλταμούρα· τότε θα υπάρχει το πρόσθετο ευχάριστο στοιχείο της ανακάλυψης και της έκπληξης, έτσι η συμμετοχή του επισκέπτη θα είναι και ενεργός, ώστε να αισθάνεται την ιδιαίτερη χαρά, που αυτή δεν θα πρέπει να φτιασιδώνεται από τα σύγχρονα ηλεκτρονικά ακουστικά ψιμύθια πληροφόρησης της φωνής ιστορικού τέχνης, ενίοτε παραμυθά, και που υποκλέπτει την απόλαυση της παρθενικής επαφής με το έργο τέχνης. Ενα λιγόλογο λιτό έντυπο θα ήταν η λύση για πληροφόρηση.

Αυτά που γράφτηκαν πριν είναι αιτία, κατά τον γράφοντα, αδυναμιών του οικοδομήματος. Γνωρίζουμε τις περιπέτειες της Εθνικής Πινακοθήκης και επομένως μπορούμε να χαρακτηρίσουμε το υπάρχον κτίριο ως προγεφύρωμα για άλλο μελλοντικό. Βέβαια, όταν πριν από σαράντα πέντε χρόνια θεμελιώθηκε από τον Γεώργιο Παπανδρέου (παππού) μετά ατέλειωτους αγώνες του Μαρίνου Καλλιγά, ήταν ξεκίνημα εκ του μηδενός· επομένως, έστω και αυτό ήταν θεία προσφορά στην τέχνη, ήταν ημέρα γιορτής τότε· αλλά τα χρόνια περνούν.

Δωρεές

Παίρνοντας την τόλμη να έχω άποψη, πιστεύω ότι η παρούσα λύση δίχως αμφιβολία είναι βελτίωση, αλλά για πόσο; Για κάποιες λίγες δεκαετίες. Ενα μουσείο δεν είναι για δεκαετίες, είναι για κάνα δυο αιώνες. Οι ανάγκες αυξάνονται. Πρέπει το μουσείο με το κύρος του –και η Πινακοθήκη το έχει– αλλά και με τις δυνατότητες των εγκαταστάσεων να γίνεται μαγνήτης δωρεών, ώστε να εγγυάται τη διαφύλαξη του δωρήματος να λάβει την πρέπουσα θέση στις συλλογές να εκτίθεται και έτσι ο καλλιτέχνης ή συλλέκτης να έχει εμπιστοσύνη. Αν πάρουμε την περίπτωση, που κατ’ ευχήν, θα υπήρχε πρόθεση δωρεάς κάποιας συλλογής, που μόνον έτσι μπορεί να πλουτιστεί η Εθνική Πινακοθήκη, αδυνατώντας λόγω οικονομικής ανέχειας, να προβεί σε αγορές –και είναι γνωστό πόσες σημαντικές συλλογές βρίσκονται στη γειτονιά μας. Ποιος συλλέκτης θα το τολμούσε; Γνωρίζοντας τις περιπέτειες της πλούσιας αισθητικά και υπερπλούσιας οικονομικά συλλογής Β. και Ελ. Γουλανδρή. Μια μεγάλη συλλογή θα κατελάμβανε έναν όροφο.

Συμπεραίνω: Οσο και αν επεκταθεί το οικοδόμημα, σε λίγο θα προκύψει ανεπάρκεια και κατά συνέπεια η αδυναμία να προσελκύσει δωρητές. Αλλά μόνο στους συλλέκτες, και τώρα και στο μέλλον, θα αποβλέπει η Πινακοθήκη για εμπλουτισμό. άρα πρέπει να τους χαμογελάει και να τους ενθαρρύνει με το κατάλληλο κτίριο, μεγάλο με αρκετές διαθέσιμες αίθουσες· το Metropolitan της Νέας Υόρκης δεν έχει αίθουσες με τα ονόματα Ελλήνων δωρητών; Και όχι μόνο να ’ναι μεγάλο αυτό το κτίριο, με σύγχρονες απαιτήσεις, αλλά να ’ναι εύκολο σε πρόσβαση για άνετη επίσκεψη. Η άποψή μου είναι σαφής: η Εθνική Πινακοθήκη πρέπει να ’ναι το Ιδρυμα που περιλαμβάνει και προβάλλει τα δημιουργήματα των πλαστικών τεχνών, γι’ αυτό πρέπει να έχει μακρινή προοπτική μέλλοντος και γι’ αυτό της πρέπει δραστική λύση, για να είναι Εθνική.

«Εκεί μέσα, το πανόραμά της είναι ελλιπέστατο»

Δεν έπαψα να επισημαίνω από χρόνια και έχω γράψει σε τούτη την εφημερίδα παρεμφερή με τα σημερινά και δεν παρέλειπα να τονίζω, όταν μου δινόταν η ευκαιρία να προλογίζω εκδηλώσεις της, επιμόνως και εκνευριστικά ενώπιον κοινού και της διευθύντριας κ. Λαμπράκη, την ανεπάρκεια και την προσωρινότητα της επέκτασης.

Εχω διατυπώσει μέσω της φιλόξενης «Καθημερινής» συγκεκριμένες προτάσεις· περίμενα να βρεθούν χέρια να πάρουν τη σκυτάλη, αλλά ούτε καλλιτέχνες ούτε φιλότεχνοι ούτε το Επιμελητήριο συγκινήθηκαν για να κινηθούν· ίσως να τις θεωρούσαν παράλογες και ανέφικτες· να πω ότι οφείλεται στο καθημερινό παρατεταμένο «μεταμεσημβριάζειν» όλων μας;

Από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και υπουργεία Πολιτισμού ανελλιπώς επαναλαμβάνεται πρόθεση προβολής της νεοελληνικής τέχνης εις την αλλοδαπήν· όταν ζητούν ξένοι φορείς έργα ελληνικής τέχνης εννοούν της Αρχαιότητας και του Βυζαντίου· δικαιολογημένα, γιατί δεν γνωρίζουν τίποτε άλλο. Κατά μια επίσκεψή τους εδώ και στην Εθνική Πινακοθήκη δεν θα αποκομίσουν παρά μια περιορισμένη, ανεπαρκή εντύπωση, γιατί, εκεί μέσα, το πανόραμά της είναι ελλιπέστατο. Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης περιμένει κάπου δύο δεκαετίες, η επέκταση της Πινακοθήκης κάπου το ίδιο. Και όμως, η Πινακοθήκη, με τις περιορισμένες δυνατότητες και εις βάρος των συλλογών της, αναπληρώνει την περιορισμένη καλλιτεχνική τροφή μας, με τις δραστηριότητες εκθέσεων από αλλοδαπή και ημεδαπή.

Εχουν γίνει θαύματα, επί διευθύνσεως Παπαστάμου στο παρελθόν και επί σημερινής διευθύνσεως Λαμπράκη, με τέτοια επιτυχία προσφοράς προς το ευρύτερο κοινό, που τα φωτογραφικά πειστήρια με τις ουρές αναμονής εισόδου είναι μάρτυρες που δεν ψεύδονται. Κανένα Μουσείο μας, πλην του σημερινού της Ακροπόλεως, δεν παρουσίασε τέτοια έλξη.

Σε τούτο το σήμα, το υπουργείο Πολιτισμού θα έπρεπε από καιρό να είχε γίνει δέκτης προς κινητοποίηση. Ας ελπίσουμε πως από εκεί θα υπάρξει φως προσεχώς.

* Ο κ. Π. Τέτσης είναι ζωγράφος, ακαδημαϊκός.

No comments: