Την Πέμπτη 5 Νοεμβρίου στις 8 μ.μ. στην γκαλερί «Breeder», ο Βλάσης Κανιάρης θα μοιράσει στο κοινό τα κομμάτια ενός έργου του. Ενας «τοίχος» του από τη δεκαετία του '80, διαστάσεων 2,5x10 μέτρα, θα τεμαχιστεί σε αυτοτελή έργα 30x30 εκατοστά. «Αντίδωρο» είναι ο χαρακτηριστικός τίτλος της χειρονομίας του κορυφαίου εικαστικού, που στα 81 χρόνια του δεν σταματά να μας εκπλήσσει.
Ολη την προηγούμενη χρονιά έκανε εκθέσεις (Μουσείο Μπενάκη, γκαλερί Καλφαγιάν, ΜΙΕΤ) και... «θα συνεχίσω», μας διαβεβαιώνει. «Εχω βαλθεί να κάνω πολλά πράγματα, όσα προλάβω...». Βαριέται αφόρητα τις συνεντεύξεις, «αν πω ό,τι έχω να πω, τότε τι τις θέλω τις εκθέσεις;» μας αιφνιδιάζει. Το τηλέφωνο του σπιτιού δεν σταματά να χτυπά. Από τη Γερμανία τού ζητούν φωτογραφίες έργων για κάποιο άρθρο. Συνεχίζει να φτιάχνει έργα και πάντα ανατρέχει στα «πρώτα νήματα», όπως λέει, στις «πρωταρχικές σχέσεις», είτε τις ανθρώπινες είτε της τέχνης.
Ο προβληματισμός του Κανιάρη, ήδη από τη δεκαετία του '50, είχε να κάνει με τον ρόλο της τέχνης στη σημερινή κοινωνία. Στόχος του ήταν να συλλάβει την πραγματικότητα ως έργο τέχνης και όχι να αναπαραστήσει την πραγματικότητα στο έργο τέχνης.
«Ολα ξεκινούν από πολύ παλιά. Τελικά, δεν άλλαξα τίποτα εδώ και πενήντα και πλέον χρόνια. Τα ίδια πράγματα συνεχίζουν να με απασχολούν: η κοινωνία και η τέχνη. Προσέξτε, είναι άλλο πράγμα η ζωγραφική και άλλο η τέχνη. Εμένα μ' απασχολεί η τέχνη πολύ. Η ζωγραφική μπορώ να πω είναι μάλλον εύκολο πράγμα. Η τέχνη, όμως;»
Δεν είναι η πρώτη φορά που τεμαχίζει έργα του. Ηδη τη δεκαετία του '50 έκοβε έργα του και τα έστελνε σε φίλους μαζί με τις ευχές του πριν από τα Χριστούγεννα. «Θεωρώ ότι το έργο έχει μια διάσταση από μόνο του, αν το κομματιάσει κανείς δεν αλλάζει τίποτα».
Το έργο ολόκληρο δεν θα το δούμε ποτέ. Εκτίθεται στην γκαλερί από την ανάποδη, κρυμμένο. Πρόκειται για έναν τεράστιο «Τοίχο» (μικτή τεχνική, κολάζ, νερομπογιές σε ντουμπλαρισμένο και τελαρωμένο χαρτί), φιλοτεχνημένο τον Μάρτιο του 1983 για το Museum am Ostwall του Ντόρτμουντ, όταν εξέθεσε ανανεωμένο το tableau vivant «Αλίμονο Ελλάδα, Helas-Hellas». Ο Μάνος Στεφανίδης μας θυμίζει ότι η πρώτη, ιστορική εκδοχή του έργου παρουσιάστηκε το 1979-80 στον τεχνοχώρο Φιξ, από την γκαλερί Bernier, «σαν ένα λαϊκό πανηγύρι που επεδίωκε τη μέθεξη του κοινού».
Δεν έχει νόημα να το δούμε ολόκληρο. «Μοιράζεται το αντίδωρο», εξηγεί ο καλλιτέχνης. «Τα κομμάτια του μπορεί και να μην έχουν τίποτα, κάποια ζωγραφιά τρομερή που να συγκινεί. Αν όμως καθίσεις και δεις τις γραμμές του, το φωτίσεις, το επεξεργαστείς σύμφωνα με τις επιθυμίες σου, τότε είναι σαν ένα μάθημα. Τόσο απλά. Το ρίχνω στον γιαλό και βλέπουμε. Δεν επιθυμώ να καταλάβει κανείς κάτι. Είναι μια πρόταση μαθήματος για τους καλλιτέχνες και μια άσκηση για το κοινό να ζωντανέψει τις αισθήσεις του».
Η ιστορία της τέχνης, ό,τι τέλος πάντων ονομάζουμε τέχνη στις δυτικές κοινωνίες, αφορά μια πολύ μικρή μειονότητα, τονίζει. «Και με ενοχλεί. Επιπλέον, δεν θεωρώ ότι η τέχνη όπως παρουσιάζεται καλύπτει αυτό το κενό, ακόμη και για τη μειονότητα. Είναι πολλές οι αμφιβολίες μου γι' αυτό που ονομάζουμε σήμερα τέχνη. Η τέχνη είναι τόσο απλή όσο ένα ωραίο ηλιοβασίλεμα, η θάλασσα, το φεγγάρι, ένα ωραίο λουλούδι. Είναι απλά τα ζητήματα, όπως ένα χρώμα δίπλα στο άλλο ή μια γραμμή δίπλα στην άλλη. Αρκεί να τα δεχτούμε και να ζωντανέψουμε τις αισθήσεις μας. Υπ' αυτή την έννοια δεν εννοώ να κάνουμε έργα απλά, που να τα καταλαβαίνουν όλοι. Δεν με ενδαφέρει αν ο καθένας μπορεί να γίνει καλλιτέχνης, αλλά το γεγονός ότι ο καθένας μπορεί να απολαύσει τις χαρές της τέχνης. Επομένως βρίσκω απαράδεκτο να ονομάζουμε τέχνη κάτι που δεν αφορά όλο τον κόσμο. Δεν καταλαβαίνω πια το νόημα αυτής της λειτουργίας... Ευχαρίστως θα απομυθοποιούσα την τέχνη την ίδια...».
Ο Βλάσης Κανιάρης μάς προτρέπει να ξαναγυρίσουμε πίσω, να δούμε πάλι τα βασικά. «Τι είναι τελικά τέχνη; Σε τι ωφελεί; Τι την αποτελεί; Εκατοντάδες παιδιά βγαίνουν από τις σχολές και γίνονται επαγγελματίες της ζωγραφικής. Δεν ξέρω, όμως, κατά πόσο είναι επαγγελματίες της τέχνης», λέει. Και θυμάται τον Παρθένη, που έβαζε ως άσκηση ζωγραφικής ένα άσπρο πιάτο πάνω σε ένα άσπρο τραπεζομάντηλο μπροστά σε ένα άσπρο φόντο.
«Ηταν πολύ δύσκολο», λέει. «Επρεπε κανείς να ξέρει ζωγραφική, να ξέρει την τέχνη του και, το σημαντικότερο, έπρεπε να την ανακαλύψει μόνος του. Δεν δίνονταν τζάμπα. Ε, αυτό εμένα με απασχολεί. Θυμάμαι στο Πολυτεχνείο, ζητούσα από τους δευτεροετείς και τριτοετείς φοιτητές, που επέλεγαν το μάθημά μου, μια άσκηση που ονόμαζα "του χεριού, του ματιού και του μυαλού". Να πάρουν ένα κομμάτι πεζοδρόμιο, δυο-τρία μέτρα, και να μελετήσουν τις σχέσεις τις χρωματικές, την οργάνωση των επιφανειών... Πράγματα που έκανε ο Κλέε όταν μιλούσε για τέχνη. Γιατί τότε η ζωγραφική ήταν στην υπηρεσία της τέχνης και όχι ένα αυτόνομο πράγμα, που ικανοποιούσε το πάθος μας ή την όρεξή μας για έργα. Πρέπει κάθε τόσο να ελέγχουμε τα πρώτα νήματα... Αυτή είναι η πρότασή μου. Δεν νομίζω ότι ανακαλύπτω την πυρίτιδα...». *
*Η δράση στην γκαλερί «Breeder» (Ιάσονος 45, τηλ.: 210-3317527) θα ξεκινήσει στις 5 Νοεμβρίου και θα συνεχιστεί την Παρασκευή, το Σάββατο και την Κυριακή.
No comments:
Post a Comment