Τα έργα ενός από τους σπουδαιότερους λαϊκούς μας ζωγράφους, του
Θεόφιλου, αποκαταστάθηκαν και τοποθετήθηκαν εκ νέου στο μουσείο, στη
Βαρειά Λέσβου.
Ολοκληρώθηκε
με επιτυχία, όπως έκανε γνωστό το υπουργείο Πολιτισμού, η συντήρηση 23
ζωγραφικών έργων του Θεόφιλου, τα οποία και εκτίθενται στο ανακαινισμένο
πλέον μουσείο για τον καλλιτέχνη στη Βαρειά Λέσβου.
Τα έργα που χρονολογούνται γύρω στο 1930 είναι ζωγραφισμένα απευθείας σε ύφασμα, χωρίς την ύπαρξη προετοιμασίας, γεγονός που τα καθιστά ιδιαίτερα ευαίσθητα σε ορισμένους παράγοντες φθοράς. Επιπλέον, ο προηγούμενος τρόπος στήριξης και ανάρτησης –ήταν προσαρμοσμένα πάνω σε ξύλινα τελάρα με πλαίσιο από κόντρα πλακέ και πλεξιγκλάς– και η έκθεσή τους σε ακτινοβολία και ακατάλληλες περιβαλλοντικές συνθήκες επέτειναν τις φθορές. Τέτοιες ήταν η χρωματική αλλοίωση της ζωγραφικής επιφάνειας, η αποδυνάμωση του υφάσματος, οι επιφανειακοί ρύποι, οι οπές από τη δράση εντόμων, καθώς και η ανάπτυξη μούχλας στην πίσω όψη ορισμένων έργων.
Η διαδικασία συντήρησης είχε στόχο την αντιμετώπιση όλων αυτών των προβλημάτων (επιφανειακός καθαρισμός, συμπλήρωση περιοχών απώλειας, ράψιμο σε νέες βάσεις υποστήριξης) και βέβαια την πρόληψη πρόκλησης περαιτέρω φθορών στα έργα. Σημαντική είναι, τέλος, και η διαδικασία τής εκ νέου ανάδειξης των έργων, με τη βελτίωση της μεθόδου ανάρτησης αλλά και την καθιέρωση κατάλληλων μουσειακών προδιαγραφών όσον αφορά τον φωτισμό και τα επίπεδα ακτινοβολίας.
Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση του υπουργείου, μπορεί η στάθμη του φωτισμού να φαίνεται αρχικά πολύ χαμηλή, όμως κρίνεται άκρως απαραίτητη για τη μακροβιότητα των έργων.
Το σύνολο των έργων του λαϊκού μας ζωγράφου που ανήκουν στη συλλογή του Μουσείου Θεόφιλου της Λέσβου ανέρχεται σε 86 ζωγραφικές συνθέσεις πάνω σε ύφασμα.
Αυτές συγκεντρώθηκαν κατά κύριο λόγο από τον καταξιωμένο τεχνοκριτικό και εκδότη Teriade (Στρατή Ελευθεριάδη), ο οποίος ανέδειξε το έργο του Θεόφιλου κατά τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, ενώ φρόντισε και για τη δημιουργία του μουσείου στη Βαρειά το 1964.
Τα έργα που χρονολογούνται γύρω στο 1930 είναι ζωγραφισμένα απευθείας σε ύφασμα, χωρίς την ύπαρξη προετοιμασίας, γεγονός που τα καθιστά ιδιαίτερα ευαίσθητα σε ορισμένους παράγοντες φθοράς. Επιπλέον, ο προηγούμενος τρόπος στήριξης και ανάρτησης –ήταν προσαρμοσμένα πάνω σε ξύλινα τελάρα με πλαίσιο από κόντρα πλακέ και πλεξιγκλάς– και η έκθεσή τους σε ακτινοβολία και ακατάλληλες περιβαλλοντικές συνθήκες επέτειναν τις φθορές. Τέτοιες ήταν η χρωματική αλλοίωση της ζωγραφικής επιφάνειας, η αποδυνάμωση του υφάσματος, οι επιφανειακοί ρύποι, οι οπές από τη δράση εντόμων, καθώς και η ανάπτυξη μούχλας στην πίσω όψη ορισμένων έργων.
Η διαδικασία συντήρησης είχε στόχο την αντιμετώπιση όλων αυτών των προβλημάτων (επιφανειακός καθαρισμός, συμπλήρωση περιοχών απώλειας, ράψιμο σε νέες βάσεις υποστήριξης) και βέβαια την πρόληψη πρόκλησης περαιτέρω φθορών στα έργα. Σημαντική είναι, τέλος, και η διαδικασία τής εκ νέου ανάδειξης των έργων, με τη βελτίωση της μεθόδου ανάρτησης αλλά και την καθιέρωση κατάλληλων μουσειακών προδιαγραφών όσον αφορά τον φωτισμό και τα επίπεδα ακτινοβολίας.
Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση του υπουργείου, μπορεί η στάθμη του φωτισμού να φαίνεται αρχικά πολύ χαμηλή, όμως κρίνεται άκρως απαραίτητη για τη μακροβιότητα των έργων.
Το σύνολο των έργων του λαϊκού μας ζωγράφου που ανήκουν στη συλλογή του Μουσείου Θεόφιλου της Λέσβου ανέρχεται σε 86 ζωγραφικές συνθέσεις πάνω σε ύφασμα.
Αυτές συγκεντρώθηκαν κατά κύριο λόγο από τον καταξιωμένο τεχνοκριτικό και εκδότη Teriade (Στρατή Ελευθεριάδη), ο οποίος ανέδειξε το έργο του Θεόφιλου κατά τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, ενώ φρόντισε και για τη δημιουργία του μουσείου στη Βαρειά το 1964.
No comments:
Post a Comment